Το τέταρτο επιδημικό κύμα του κορωνοϊού «σφυροκοπά» τη χώρα καταρρίπτοντας καθημερινά το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο. Παράλληλα με την καθημερινή αύξηση των ατόμων που προσβάλλονται από τον ιό SARS-CoV-2, μεγαλώνει και η λίστα των πασχόντων από το σύνδρομο Long Covid. Το επιστημονικό προσωπικό του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) καινοτομεί προσφέροντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες φροντίδας υγείας στους νοσήσαντες και αναρρώσαντες από τη λοίμωξη Covid-19.

Ο Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) και πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Η ΕΛΠΙΣ», Παναγιώτης Χαλβατσιώτης μιλά στο ygeiamou.gr για το πρωτοποριακό πρόγραμμα άθλησης για ασθενείς με Long Covid που υλοποιείται στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα και τις καινοτόμες υπηρεσίες υγείας που προσφέρει ο Δήμος Αθηναίων στους πολίτες.

Ο κ. Παναγιώτης Χαλβατσιώτης

Το Νοσοκομείο «Η ΕΛΠΙΣ» από την αρχή της επιδημίας κορωνοϊού στη χώρα μας παίξει καταλυτικό ρόλο στη διαχείριση των περιστατικών Covid-19. «Κατά την κορύφωση του 2ου και 3ου επιδημικού κύματος διαθέσαμε περίπου 140 απλές κλίνες -από το σύνολο των 180-, τις 6 κλίνες της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και δημιουργήσαμε 4 κλίνες Αυξημένης Φροντίδας για ασθενείς με κορωνοϊό. Σήμερα, στην 4η φάση της πανδημίας, έχουμε διαθέσει και πάλι αρκετές κλίνες. Εξ αυτών γύρω στις 35 είναι ήδη κατειλημμένες, αλλά βρίσκονται και κενές διαθέσιμες σε περίπτωση που απαιτήσεις για νοσηλείες αυξηθούν λόγω της έξαρσης του επιδημικού κύματος, που βιώνουμε τον τελευταίο καιρό», αναφέρει ο κ. Χαλβατσιώτης κάνοντας ειδική μνεία στον ρόλο της Διευθύντριας της Παθολογικής Κλινικής και διακεκριμένη λοιμωξιολόγου, Δρ Αρχοντούλας Φράγκου αλλά και της Διευθύνουσας του νοσοκομείου, κυρία Χαϊμαδής Κοντογιάννη.

Πρόγραμμα άθλησης για ασθενείς με Long Covid

Οι νοσήσαντες από κορωνοϊό να έχουν ξεπεράσει πια τις 700.000 στην Ελλάδα. Ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς εμφανίζει εμμένουσα συμπτωματολογία για εβδομάδες ή και μήνες μετά την αρνητικοποίηση τους. «Οι ασθενείς αυτοί, που μπορεί να είναι και το 1/3 από τον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων, παρουσιάζουν για εβδομάδες ή μήνες μετά την οξεία φάση της λοίμωξης συμπτώματα από το καρδιοαναπνευστικό, το νευρολογικό, το μυοσκελετικό με αυξημένο βαθμό κόπωσης, θόλωση της διανοίας και διαταραχές ύπνου», εξηγεί ο καθηγητής Παθολογίας του ΕΚΠΑ αναφερόμενος στο σύνδρομο Long Covid.

Πολλά νοσοκομεία -περιλαμβανομένου του «ΕΛΠΙΣ»- έχουν ιδρύσει εξωτερικά ιατρεία για την παρακολούθηση των ασθενών με τη νέα αυτή χρόνια νόσο. «Το ‘ΕΛΠΙΣ’ έκανε όμως ένα βήμα περισσότερο και σε συνεργασία με τον ΟΠΑΝΔΑ του Δήμου Αθηναίων και την ομάδα της ‘Αθλητικής Αριστείας’ της Α’ Ορθοπαιδικής Κλινικής του ΕΚΠΑ -που λειτουργεί με αποκλειστική δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος-, οργάνωσε ένα πρόγραμμα υποστηρικτικής άσκησης για τους ασθενείς αυτούς, που η φυσική τους κατάσταση υπολείπεται», λέει στο ygeiamou.gr o πρόεδρος του νοσοκομείου.

Σύμφωνα με τον κ. Χαλβατσιώτη, η συμμετοχή στο πρόγραμμα είναι εθελοντική -κατόπιν ελέγχου της φυσικής κατάστασης των ασθενών στο ειδικό ιατρείο του νοσοκομείου- και στόχο έχει να αξιολογήσει τις θετικές επιδράσεις της άσκησης στην αναστροφή της εμμένουσας παθολογικής εικόνας «αφού πιστεύουμε ότι τελικά όλοι οι συμμετέχοντες θα επιβραβευτούν με τη βελτίωση της υγείας τους», λέει. Ο Δήμος Αθηναίων έχει αναλάβει την διευθέτηση του προαύλιου χώρου του νοσοκομείου όπου θα διεξάγεται η άσκηση με ειδικό εξοπλισμό, ενώ θα διαθέσει και κλειστό χώρο πλησίον του νοσοκομείου σε περίπτωση που οι καιρικές συνθήκες δεν θα επιτρέπουν την άσκηση σε ανοιχτό χώρο.

Σύστημα διαχείρισης ιατρικού φακέλου

Το «ΕΛΠΙΣ» -αρχικά δημοτικό νοσοκομείο που από το 1980 εντάχθηκε στο ΕΣΥ- συνεργάζεται στενά με τον Δήμο Αθηναίων με στόχο τη διαρκή αναβάθμιση των προσφερόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες της Αθήνας μέσω της διασύνδεσής του με τα πρότυπα Δημοτικά Ιατρεία στα 7 δημοτικά διαμερίσματα. «Ο σχεδιασμός είναι κάθε πολίτης που θα επισκέπτεται, είτε τα δημοτικά ιατρεία είτε το ‘ΕΛΠΙΣ’ και έχει ανάγκη ειδικού γιατρού ή νοσοκομειακής περίθαλψης, να εξυπηρετείται αυτοματοποιημένα από το σύστημα διαχείρισης του ιατρικού φακέλου επιτυγχάνοντας την πλήρη κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των ασθενών. Με τον τρόπο αυτό δεν θα είναι υποχρεωμένος ο κάθε ασθενής να αναζητά από μόνος του διαθέσιμο ραντεβού με κάποιον ειδικό γιατρό και να αναγκάζεται πολλές φορές να προσφεύγει στην Ιδιωτική Υγεία ακόμη και αν δεν έχει την οικονομική δυνατότητα», λέει ο πρόεδρος ΔΣ του νοσοκομείου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ο Δήμος Αθηναίων, τα τελευταία χρόνια, έχει οργανώσει συστηματικά τις υπηρεσίες υγείας προσφέροντας ουσιαστική βοήθεια, ψυχική στήριξη και ενίσχυση σε πολλά κοινωνικά αποκλεισμένα είτε λόγω εξάρτησης άτομα ή σε άστεγους αλλά και σε μη νόμιμους επισκέπτες της χώρας μας που στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων ή ΑΜΚΑ και δεν μπορούν, επομένως, να αναζητήσουν φροντίδα σε οργανωμένες μονάδες του ΕΣΥ. «Ο σχεδιασμός της πρότυπης διασύνδεσης του ‘ΕΛΠΙΣ’ με τα Δημοτικά Ιατρεία θα αναβαθμίσει τις προσφερόμενες υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του Δήμου προς όφελος των πολιτών και μάλιστα των οικονομικά ευαίσθητων», προσθέτει ο κ. Παναγιώτης Χαλβατσιώτης.

Οι παθογένειες του ΕΣΥ 

Στον αντίποδα των προαναφερόμενων θετικών παρεμβάσεων στο δημοτικό υγειονομικό δίκτυο, το ΕΣΥ αντιμετωπίζει σημαντικά λειτουργικά προβλήματα. «Μπορεί να λειτουργούν πλέον στην Αθήνα μερικά Κέντρα Υγείας αστικού τύπου, αλλά απουσιάζει ο θεσμός του Οικογενειακού Ιατρού. Αυτή η έλλειψη επιφορτίζει τα νοσοκομεία με επιπλέον έργο και οι ασθενείς, έχουν λανθασμένα ‘εκπαιδευτεί’ για κάθε σχετικά οξύ πρόβλημα υγείας να συνωστίζονται στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) των νοσοκομείων, αφού τα ραντεβού στα τακτικά Εξωτερικά Ιατρεία των νοσοκομείων είναι κλεισμένα για μήνες και οι ασθενείς δεν έχουν άλλη επιλογή πέρα από τη γενική εφημερία. Οι υπηρεσίες ΤΕΠ όμως δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν και σαν αποτέλεσμα έχουμε μεγάλους χρόνους αναμονής, υψηλό κόστος λειτουργίας αλλά και υποβαθμισμένη παροχή υπηρεσιών στους ασθενείς με οξέα σοβαρά νοσήματα που έχουν πραγματική ανάγκη νοσοκομειακής φροντίδας. Οι δε εξωτερικοί ασθενείς, τις περισσότερες φορές, αποχωρούν από τα ΤΕΠ απογοητευμένοι και ταλαιπωρημένοι ενώ το προσωπικό του νοσοκομείου καταπονείται δυσανάλογα από τις πλασματικά αυξημένες συνθήκες εργασίας, παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε από τους πλέον καταρτισμένους επιστήμονες υγείας παγκοσμίως που δυστυχώς το σύστημα αδυνατεί να αφομοιώσει τις δυνατότητες τους. Το υπάρχον σύστημα εφημέρευσης δεν εξυπηρετεί τα νοσοκομεία τα οποία αντί να λειτουργούν ισάξια και ισοδύναμα με αντίστοιχα νοσοκομεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συρρικνώνουν τις δυνατότητες προσφοράς τους αφού παράλληλα υπολείπονται σε στελεχιακό δυναμικό, σε σύγχρονο εξοπλισμό και σε ορθολογική διαχείριση των ασθενών και αναζητούν λύσεις για την υγεία τους. Θα πρέπει να γίνουν λοιπόν άμεσα οι απαιτούμενες διευθετήσεις τώρα που η πανδημία αποκάλυψε όλες σχεδόν τις αρνητικές συνιστώσες του συστήματος», εξηγεί ο πρόεδρος του Νοσοκομείου «Η ΕΛΠΙΣ» με τη ματιά του μάχιμου γιατρού -η οργανική του θέση είναι στη Β’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο ΠΓΝΑ «Αττικόν».

Το Σύστημα Υγείας του μέλλοντος

Η επιδημία Covid-19 μπορεί όντως να γίνει αφορμή για την ανάπτυξη ενός λειτουργικού Συστήματος Υγείας στο άμεσο μέλλον. «Αν και οι ασθενείς με κορωνοϊό χρειάζονται νοσηλεία σε ένα ποσοστό 10%, η έλλειψη Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας οδήγησε στην υπερφόρτωση των νοσοκομείων, αφού κάθε ασθενής με κορωνοϊό δεν είχε άλλη επιλογή από του να επισκεφθεί τα νοσοκομεία αναφοράς. Εάν δεν κρινόταν απαραίτητη η νοσηλεία στο νοσοκομείο, τότε έμενε ακάλυπτος αφού δεν είχε οργανωθεί ούτε ο μηχανισμός παρακολούθησης στο σπίτι ούτε η δυνατότητα περιοδικής εξέτασης λόγω πιθανής επιβάρυνσης. Αντίστοιχα οι ασθενείς που επιβίωναν ακόμη και μετά από εβδομάδες νοσηλείας σε ΜΕΘ, δεν γνώριζαν πώς να παρακολουθούν την εξέλιξη της υγείας τους μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Επομένως, τα Συστήματα Υγείας του μέλλοντος θα πρέπει σίγουρα να έχουν επιλύσει σε μέγιστο βαθμό τις συνήθεις καθημερινές απαιτήσεις και να διαθέτουν όλες εκείνες τις απαραίτητες εφεδρείες είτε σε επίπεδο νοσοκομειακό ή πρωτοβάθμιας υγείας, για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε νέες προκλήσεις, συχνά από άγνωστους εχθρούς, όπως ο κορωνοϊός. Και φυσικά δεν θα πρέπει όλα τα νοσοκομεία να ακυρώνουν τις δραστηριότητές τους σαν γενικά νοσοκομεία και να μετατρέπονται σε ειδικά νοσοκομεία ή σε εμβολιαστικά κέντρα, όπως συμβαίνει σήμερα», καταλήγει ο Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας του ΕΚΠΑ και πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών «Η ΕΛΠΙΣ», Παναγιώτης Χαλβατσιώτης.