Σκληρή μάχη συνεχίζει να δίνει καθημερινά το εξειδικευμένο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) πανελλαδικά, για να μην στερηθεί κανείς ασθενής τη σωτήρια για τη ζωή του υγειονομική φροντίδα. Και παρά τη δημόσια αναγνώριση που έχουν λάβει οι Εντατικολόγοι για τον αγώνα τους κατά του κορωνοϊού, άλυτα παραμένουν βασικά ζητήματα του κλάδου.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι ΜΕΘ των δημοσίων δομών ενισχύθηκαν με ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και προσωπικό με αποτέλεσμα σήμερα να είναι διαθέσιμες 1.150 κλίνες πανελλαδικά. Οι ανάγκες, όμως, σε εξειδικευμένους Εντατικολόγους και νοσηλευτές ΜΕΘ είναι ακόμη μεγαλύτερες ώστε να μπορούν να λειτουργούν όλα τα διαθέσιμα κρεβάτια.
Την τρέχουσα περίοδο, σε αντιθεση με ότι συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη, στην Αττική η πίεση στο σύστημα υγείας από τα περιστατικά Covid-19 είναι σχετικά ελεγχόμενη, επιτρέποντας τη μικτή λειτουργία του συστήματος και τη διαχείριση όλων των ασθενών που χρήζουν νοσηλείας και όχι μόνο των περιστατικών Covid. Αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες του protothema.gr και του ygeiamou.gr οι ΜΕΘ εξακολουθούν να παρουσίαζουν αυξημένες πληρότητες.
Ενδεικτικά σήμερα Τρίτη, οι ΜΕΘ Covid-19 στη Θεσσαλονίκη είχαν μόλις 6 διαθέσιμες κλίνες. Σε λίστα αναμονής, όμως, βρίσκονται καθημερινά περίπου 20-30 περιστατικά που χρήζουν νοσηλείας σε ΜΕΘ στο λεκανοπέδιο, καθώς η πληρότητα των γενικών κλινών ΜΕΘ καθημερινά αγγίζει το 100%.
Κατά τη διάρκεια της επιδημίας του κορωνοϊού έγιναν μεν προσλήψεις και μετακινήσεις ιατρονοσηλευτικού προσωπικού προκειμένου να στελεχωθούν οι δημόσιες δομές αλλά «Επρόκειτο κατά κανόνα για προσωπικό χωρίς την απαραίτητη εξειδίκευση που χρειάζονται οι ΜΕΘ για την επαρκή στελέχωσή τους. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν αρκετοί γιατροί εξειδικευμένοι στην Εντατικολογία. Επιλέγουν την εργασία σε τμήματα με λιγότερο φόρτο η στο εξωτερικό για λόγους φυσικά οικονομικούς με αποτέλεσμα σήμερα να αντιμετωπίζουμε μια εγχώρια ένδεια στον τομέα αυτό», σύμφωνα με την πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας, Καθηγήτρια ΕΚΠΑ Αναστασία Κοτανίδου.
Οι Εντατικολόγοι υπήρξαν ανέκαθεν μια ολιγάριθμη και πολύτιμη επιστημονική ομάδα στην Ελλάδα -σήμερα υπολογίζονται σε περίπου 500- που παρά την απαιτητική φύση της εργασίας τους δεν έχουν τύχει της ανάλογης προσοχής της Πολιτείας, με αποτέλεσμα να μην έχουν ενταχθεί στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα ενώ δεν λαμβάνουν και ειδικά επιδόματα.
Είναι ενδεικτικό ότι, με πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση προβλέπεται η χορήγηση έκτακτου μηνιαίου επιδόματος ύψους 400 ευρώ έως τα τέλη του 2022 μόνο σε Αναισθησιολόγους αγνοώντας συγχρόνως όλες τις υπόλοιπες ιατρικές ειδικότητες που στελεχώνουν τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Μέσω της ρύθμισης αυτής επιχειρείται η παροχή οικονομικού κινήτρου στους Αναισθησιολόγους ώστε να ενταχθούν στο Σύστημα Υγείας. Επίσης, προβλέπεται επίδομα ύψους 250 ευρώ, όχι μόνο για τους ειδικευμένους, αλλά και για τους γιατρούς που ειδικεύονται στην Αναισθησιολογία,. Να σημειωθεί ότι η Αναισθησιολογία είναι μια ειδικότητα που στη χώρα μας δεν προτιμάται από τους νέους γιατρούς, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να υπάρχουν κενά στο ΕΣΥ. Το ίδιο ισχύει και για την εξειδικευση της Εντατικής Θεραπείας.
Η Εντατικολογία είναι μια απαιτητική εξειδίκευση με αποτέλεσμα να μην θεωρείται «δημοφιλής» μεταξύ των νέων γιατρών. Αλλά και οι λιγοστοί που επιλέγουν να την ασκήσουν στο δημόσιο σύστημα υγείας βρίσκονται αντιμέτωποι με αμοιβές που απέχουν αρκετά από αυτό που ισχύει σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Η παραπάνω λοιπόν νομοθετική ρύθμιση αποτέλεσε μια ακόμα δυσάρεστη έκπληξη για τους λιγοστούς Εντατικολόγους του Ελληνικού Συστήματος Υγείας που 18 μήνες τώρα καταβάλλουν νυχθημερόν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να σώσουν ζωές όχι μόνο από τον κορωνοϊό αλλά από κάθε απειλητική για την ανθρώπινη υγεία οξεία ή χρόνια νόσο.
«Ευχαριστούμε τους πολίτες και τους ασθενείς για την εκτίμηση και την αναγνώριση του έργου μας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Είμαστε ευτυχείς που καταφέρνουμε καθημερινά να σώζουμε ανθρώπους και πολύ απογοητευμένοι όταν χάνουμε κάποιους που δεν αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν το ισχυρότερο όπλο που έχουμε στα χέρια μας το εμβόλιο. Στους δύσκολους αυτούς 18 μήνες της πανδημίας που δοκιμάστηκαν οι αντοχές του συστήματος υγείας αλλά και των λειτουργών του. Είναι η κατάλληλη στιγμή να εγκύψει η Πολιτεία στα δομικά προβλήματα του συστήματος υγείας και να δώσει λύσεις και κίνητρα να μείνουν οι γιατροί στην πατρίδα και νέοι συνάδελφοι να εξειδικευθούν στην Εντατικολογία, καθώς οι ΜΕΘ είναι απαραίτητες για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων», σημειώνει η κυρία Κοτανίδου.