*Γράφει ο Βασίλης Τσακίρογλου

Παράλληλα με την αγωνία για το πόσο αποτελεσματικά θα αποδειχθούν στην πράξη τα εμβόλια τύπου mRNA στην καταπολέμηση του κορωνοϊού, τίθενται εξίσου επιτακτικά κάποια ερωτήματα όπως: α) Ποιες είναι οι παρενέργειες αυτών των νέας τεχνολογίας φαρμάκων; β) Πώς προέκυψε ξαφνικά η σωτήρια δράση τους και γιατί, εάν θεωρούνται πανάκεια, χρειάστηκε η επιδρομή της πανδημίας για να έρθουν στο προσκήνιο; γ) Εάν οι ουσίες του είδους mRNA μπορούν να απαλλάξουν την ανθρωπότητα από τον COVID-19, θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο, π.χ., με τον καρκίνο;

Οι ενδεχόμενες πειστικές απαντήσεις -αν λάβουμε ως δεδομένο ότι υπάρχουν- θα πρέπει να αναζητηθούν, κατ’ αρχάς, στους επιστημονικούς λαβυρίνθους της Βιοχημείας, της Μοριακής Βιολογίας κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, όμως, δεν μπορεί να αγνοηθεί η ιστορία πίσω από τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech και Moderna, των πιο εξελιγμένων από όσα υιοθετούν τη γενετική τεχνολογία mRNA. Αν μη τι άλλο διότι θα πρέπει να εξηγηθεί το μυστήριο γύρω από το πώς τη δεκαετία του ’90 η έρευνα για τα φάρμακα τύπου mRNA είχε σχεδόν εγκαταλειφθεί ως ατελέσφορη. Ωστόσο, με μια σχεδόν μυθιστορηματική ανατροπή και μια αστραπιαία διαδικασία για τα δεδομένα της παραγωγής νέων και πρωτότυπων εμβολίων, τα mRNA περίπου από τα αζήτητα βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της μάχης σε ρόλο εξολοθρευτή της επιδημίας.

Υπό την πίεση της τρέχουσας, κατεπείγουσας κατάστασης, τα μείζονα ζητήματα αφορούν την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων mRNA. Η εντρύφηση, π.χ., στο τι σημαίνει «αγγελιοφόρο RNA», πώς ακριβώς δρα και γενικότερα εάν πρέπει κάποιος να γίνει ερασιτέχνης γενετιστής ή βιοχημικός προτού δεχτεί τις δόσεις του εμβολίου για να σωθεί από τη νόσο COVID-19 αποτελούν επιλογές πέραν της άμεσης προτεραιότητας. Αρχίζοντας από το τέλος, σχετικά με τις παρενέργειες ισχύει ότι αμφότερα τα εμβόλια mRNA (Pfizer/BioNTech και Moderna) παρουσιάζουν αποτελεσματικότητα γύρω στο 95%. Με ελάχιστα και μη ανησυχητικά συμπτώματα στους ανθρώπους που τα έκαναν, είτε σε κάποιο στάδιο των δοκιμών είτε πλέον στη χορήγησή τους, όπου αυτή έχει ήδη εγκριθεί.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Pfizer, παρατηρήθηκαν αίσθηση κόπωσης και πονοκέφαλος σε ποσοστό εμβολιασμένων ασθενών της τάξης του 3,8% και 2% αντιστοίχως. Συναφώς, όχι όμως σε τελική μορφή, αλλά μόνο για την κρίσιμη Φάση 3 των δοκιμών, η Moderna αναφέρει ότι δεν συντρέχει κανένας σοβαρός λόγος προβληματισμού. Αν και υπήρξαν κάποιες παρενέργειες από τη λήψη του εμβολίου: συνολικά σε 95 λήπτες από τις χιλιάδες όσων το δοκίμασαν πειραματικά εκδηλώθηκαν κόπωση, μυαλγία, πόνοι στις αρθρώσεις, πονοκέφαλος, διάφορα άλγη, επιδερμικός ερεθισμός και ερυθρότητα στο σημείο της ένεσης. Σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις το ποσοστό εμφάνισης δεν υπερέβη το 10%.

Εάν επιμείνει κάποιος να εντοπίσει τις πιο σοβαρές από τις πιθανές παρενέργειες των εμβολίων mRNA για τον κορωνοϊό, επί του παρόντος δεν θα βρει περαιτέρω επαρκή δεδομένα, απλώς και μόνο εξαιτίας της νεότητας των διαθέσιμων εμβολίων. Επομένως, η αναζήτηση μειονεκτημάτων στρέφεται σε φάρμακα του ίδιου τύπου αλλά για διαφορετικές νόσους. Ενας από τους επιστήμονες που επέμειναν στην έρευνα του mRNA και κατ’ ουσίαν άνοιξαν τον δρόμο για τη δημιουργία εμβολίων όπως αυτό της Pfizer, ο Αμερικανός λοιμωξιολόγος, κυτταρολόγος και μοριακός βιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, δρ Ντριου Βάισμαν, σημείωνε σε έκθεσή του το 2018 ότι «η θεραπεία της γρίπης και της λύσσας με εμβόλια τύπου mRNA υπήρξε γενικώς ασφαλής, χωρίς εκτεταμένα δείγματα δυσανεξίας μεταξύ των ασθενών. Ωστόσο, παρατηρήθηκαν μέτριες και σοβαρές (σε ορισμένες, σπάνιες περιπτώσεις) αντιδράσεις από τον οργανισμό των ληπτών. Η ανησυχία εστιάζεται σε συνέπειες που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης και δοκιμών, όπως οι τοπικές και χρόνιες φλεγμονές. Ορισμένα από τα εμβόλια που βασίζονται στην πλατφόρμα mRNA ενδέχεται να συνδέονται με διαταραχές στην παραγωγή ιντερφερόνης, επίδραση η οποία συσχετίζεται όχι μόνο με τις φλεγμονές, αλλά και με αυτοάνοσες παθήσεις. Συνεπώς, θα πρέπει προ της χορήγησης να ταυτοποιούνται άτομα με αυξημένη ευπάθεια στα αυτοάνοσα».

Ο δρ Βάισμαν και οι συνεργάτες του επισήμαιναν στην ίδια έκθεση ότι «έχουμε λάβει γνώση άλλων ερευνών mRNA, στις οποίες αναφέρθηκαν διαταραχές στην πήξη του αίματος και σχηματισμός παθολογικών θρομβώσεων». Ωστόσο, η απέραντη ποικιλομορφία του ανθρώπινου είδους αποκλείει μία εκ των προτέρων πρόγνωση απόλυτης ακρίβειας για τις πιθανές παρενέργειες ενός τόσο νέου σκευάσματος. Ακόμη και τα συμπτώματα που έχουν ήδη καταγραφεί ενδέχεται να οφείλονται σε συνδυασμό ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, προϋπάρχουσας παθολογίας κ.λπ. και να μην αφορούν καθόλου τη γενική συμπεριφορά των εμβολίων mRNA.

Το πρώτο εμβόλιο έγινε στην 90χρονη Μάργκαρετ Κίναν, λίγες ημέρες πριν από τα γενέθλιά της. Η ηλικιωμένη κυρία, που χειροκροτήθηκε από το νοσηλευτικό προσωπικό κατά την έξοδό της, έλαβε την πρώτη από τις 800.000 δόσεις του εμβολίου της Pfizer/BioNTech που θα γίνουν σε γιατρούς, νοσηλευτικό προσωπικό, ευπαθείς ομάδες και ηλικιωμένους στη Μεγάλη Βρετανία

Τι είναι το mRNA

Στον αντίποδα της ανησυχίας γύρω από τις ενδεχόμενες παρενέργειες των εμβολίων τύπου mRNA προτάσσονται οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις της Pfizer και των άλλων παραγωγών οι οποίες δεν επικαλούνται μόνο το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό εκδήλωσης αρνητικών συνεπειών, αλλά και τη δομή και τη φιλοσοφία, αλλιώς την ουσία του mRNA. Πολύ σχηματικά, η ειδοποιός διαφορά του συγκεκριμένου τύπου εμβολίων από εκείνα της προηγούμενης γενιάς -τα κοινά ή συμβατικά- έγκειται στο ότι το mRNA ενεργοποιεί την ανοσοποιητική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού μεταφέροντας εντολές (εξ ου και η ονομασία του «αγγελιοφόρο RNA»). Μεταβιβάζει τον κατάλληλο γενετικό κώδικα ώστε να δημιουργηθεί μια φυσική μηχανή παραγωγής αντιδότων στον εκάστοτε ιό. Ενα εμβόλιο τύπου mRNA δεν «μολύνει» τον άνθρωπο με στελέχη του βλαβερού ιού προκειμένου να τον οχυρώσει με την ανάπτυξη ανοσίας – ό,τι δηλαδή επιχειρούν να επιτύχουν τα παλαιότερα εμβόλια, μιμούμενα τη συμπεριφορά των ιών. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι αυτή η ριζικά διαφορετική επέμβαση του mRNA επιβαρύνει ελάχιστα τον ανθρώπινο οργανισμό. Και καθώς για την παρασκευή τους δεν απαιτούνται δυσπρόσιτα οργανικά συστατικά, τα εμβόλια τύπου mRNA είναι αναλογικά πιο εύκολο να ετοιμαστούν σε συνθήκες χημικού εργαστηρίου και σε μεγάλες ποσότητες. Το στοιχείο αυτό, προφανώς, έχει άμεσο αντίκτυπο στην ταχύτητα μαζικής παραγωγής, αλλά και στον περιορισμό κόστους του τελικού προϊόντος.

Εμβαθύνοντας λίγο περισσότερο στη σύσταση των νέων εμβολίων και όσο επιτρέπει η έλλειψη εξειδικευμένης επιστημονικής γνώσης, η πρωταρχική αιτία που οργανισμοί όπως η Pfizer, η BioNTech, η Moderna κ.ά. επέλεξαν την οδό του mRNA είναι ο ίδιος ο κορωνοϊός. Ενας μικροοργανισμός του οποίου το γονιδίωμα (η γενετική ταυτότητα, ο προγραμματισμός και, πιο αφηρημένα, η αποστολή του στον έμβιο κόσμο) δεν είναι εγγεγραμμένη σε DNA. Αυτό ισχύει για τον άνθρωπο. Ο SARS-CoV-2 είναι ένας ιός τύπου RNA. Το RNA (ριβοζονουκλεϊκό οξύ) είναι μια απλούστερη μορφή γενετικού υλικού με μονό έλικα ή μονόκλωνα κύτταρα – αν θέλει κάποιος να υπεισέλθει στις τεχνικές λεπτομέρειες. Το DNA (δεοξυριβονουκλεϊκό οξύ) έχει διπλό έλικα και απείρως πολλαπλάσιες δυνατότητες διαχείρισης των τρισεκατομμυρίων μικροσωματιδίων από τα οποία συντίθεται ένα ανθρώπινο ον. Εν προκειμένω, οι επιστήμονες που έχουν προηγουμένως ξεκλειδώσει τα μυστικά του κορωνοϊού αναθέτουν σε ένα εμβόλιο mRNA καθήκοντα «πράκτορα». Το mRNA εισάγεται στον άνθρωπο και μεταφέρει τον κώδικα δημιουργίας ενός συγκεκριμένου αντισώματος, αυτού ακριβώς που χρειάζεται για να αναχαιτίσει την εισβολή του κακόβουλου μικροβίου. Το αντιγόνο, ως μια καινούρια πρωτεΐνη, ενσωματώνεται στα κύτταρα και αναγνωρίζεται από τον οργανισμό ως φίλια δύναμη, ως σύμμαχος. Η αντίδραση αυτή είναι κρίσιμη, καθώς το βασικό πρόβλημα των ερευνητών κατά το πρώτο διάστημα ενασχόλησής τους με το mRNA ήταν ότι το ανθρώπινο σύστημα το απέβαλε, καθώς το αντιλαμβανόταν εσφαλμένα ως εχθρικό στοιχείο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξηγείται, αν και υπεραπλουστευτικά, η αρχική δυσπιστία την οποία επέδειξε η πλειονότητα της επιστημονικής κοινότητας προς τις προοπτικές θεραπειών βάσει mRNA.

Πανάκεια;

Πριν από 15 χρόνια η Κάταλιν Κάρικο, Ουγγαρέζα βιοχημικός που εργαζόταν επίσης στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια με τον δρα Βάισμαν, ύστερα από πολυετείς, επίμονες, αλλά ανεπιτυχείς έρευνες κατάφερε να παρακάμψει την «παρεξήγηση» κατά την αναγνώριση του mRNA και την απόρριψή του από τον οργανισμό σε πρώτη φάση των πειραματόζωων, ακολούθως τον ανθρώπινο. Η Κάρικο, η οποία είχε βιώσει την περιφρόνηση από μεγάλη μερίδα συναδέλφων της, την αμφισβήτηση ακόμη και της επιστημονικής της επάρκειας, εν τέλει δικαιώθηκε πανηγυρικά.

Σήμερα είναι αντιπρόεδρος στην BioNTech και η συμβολή της στη δημιουργία του εμβολίου για τον κορωνοϊό ήταν πολύτιμη. Πριν από τον COVID-19, όμως, η Κάρικο είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στο πώς η τεχνολογία του mRNA θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία πολύ σοβαρών παθήσεων όπως ο καρκίνος, σε διάφορες μορφές του όπως η λευχαιμία, το πολύμορφο γλοιοβλάστωμα (κακοήθεις εγκεφαλικοί όγκοι), το μελάνωμα κ.λπ. Μέσα από αυτό το πεδίο έρευνας και σε μεγάλο βαθμό λόγω της ταύτισης ενδιαφερόντων τους με τη δρα Κάρικο, ο Ουγκούρ Σαχίν και η Εζλέμ Τουρέτσι, το ζεύγος των τουρκικής καταγωγής γιατρών, ίδρυσαν την BioNTech. Και παρότι μέχρι στιγμής δεν είναι σε θέση να ανακοινώσουν κάποια θεαματική πρόοδο στην αντιμετώπιση του καρκίνου, τα αστρονομικά κέρδη που αναμένεται να εισρεύσουν στο ταμείο της BioNTech θα ενισχύσουν τα μέγιστα την έρευνα και εξέλιξη των σχετικών φαρμάκων νέας τεχνολογίας. Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στοιχείο προς την επίτευξη του στόχου θεωρείται η επιτυχία των θεραπειών τύπου mRNA που δοκιμάζουν οι Moderna και AstraZeneca σε διαβητικούς καρδιοπαθείς. Η χορήγηση κάποιων πειραματικών σκευασμάτων τεχνολογίας mRNA προκάλεσε την ευεργετική ενίσχυση της κυκλοφορίας του αίματος, έναν παράγοντα κρίσιμο για την αποφυγή καρδιακού επεισοδίου.

Ωστόσο, όπως συμβαίνει με κάθε επιστημονική καινοτομία, κάθε επιτυχία που αναμεταδίδεται κατά κύματα ενθουσιασμού σε όλο τον κόσμο συνοδεύεται από μια αυτόματη διάσταση απόψεων. Από τον κανόνα δεν εξαιρούνται τα εμβόλια, τα φάρμακα κ.λπ. τύπου mRNA. Ο αντίλογος σε όσους τα αντιμετωπίζουν σαν, έστω και εν δυνάμει, υπερόπλο απέναντι σε κάθε είδους υγειονομική απειλή, συνίσταται στην παρατήρηση ότι, εν αντιθέσει, π.χ., με τον καρκίνο, ο κορωνοϊός είναι ένας σχετικά εύκολος στόχος για το mRNA. Παρά τα 71 εκατομμύρια κρούσματα και το 1,6 εκατομμύρια νεκρούς που μετρά ο πλανήτης τον τελευταίο χρόνο.