H Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Ε.Ε.) χορήγησε άδεια κυκλοφορίας υπό όρους για το entrectinib, ένα αντικαρκινικό φάρμακο νεότερης γενιάς, που αναμένεται να συμβάλλει στην εξέλιξη της αντικαρκινικής θεραπείας, καθώς επιτρέπει την αντιμετώπιση ορισμένων οδηγών μεταλλάξεων του καρκίνου, ανεξάρτητα από το σημείο όπου βρίσκεται ο όγκος στον οργανισμό.
Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη ένδειξη του entrectinib, ως μονοθεραπεία, αφορά στη θεραπεία ενήλικων και παιδιατρικών ασθενών ηλικίας 12 ετών και άνω με συμπαγείς όγκους, που εκφράζουν μία σύντηξη γονιδίων της τυροσινικής κινάσης του νευροτροφικού υποδοχέα (NTRK). Οι ασθενείς θα πρέπει να έχουν νόσο τοπικά προχωρημένη, μεταστατική ή όπου η χειρουργική εκτομή είναι πιθανό να οδηγήσει σε σοβαρή νοσηρότητα, να μην έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με NTRK αναστολέα και να μην υπάρχουν ικανοποιητικές θεραπευτικές επιλογές.
Η δεύτερη ένδειξη, επίσης ως μονοθεραπεία, αφορά στη θεραπεία ενηλίκων ασθενών με ROS1-θετικό, προχωρημένο μη-μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΜΚΠ), οι οποίοι δεν έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με αναστολείς του ROS1.
Το entrectinib ανήκει στη νέα κατηγορία αντικαρκινικών φαρμάκων ανεξαρτήτως ιστολογικού τύπου και έχει επιτύχει σταθερές ανταποκρίσεις σε πολλούς τύπους όγκων.
Η έγκριση του entrectinib αναδεικνύει τη σημασία του συνδυασμού του γονιδιωματικού προφίλ με την ιατρική ακριβείας, προκειμένου οι ασθενείς με σπάνιους και δύσκολα αντιμετωπίσιμους καρκίνους να έχουν μια εξατομικευμένη επιλογή θεραπείας. Ιδιαίτερα, μάλιστα, για τους ασθενείς με συντήξεις γονιδίων NTRK και ROS1, αποτελεί μια νέα αποτελεσματική θεραπεία, ακόμα και όταν ο καρκίνος τους έχει εξαπλωθεί στον εγκέφαλο.
Οι συντήξεις γονιδίων NTRK έχουν εντοπιστεί σε ένα ευρύ φάσμα συμπαγών όγκων και έχουν συχνότητα έως και στο 90% ορισμένων σπάνιων τύπων καρκίνου και σε λιγότερο από το 1% των υπόλοιπων συνηθέστερων όγκων, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του πνεύμονα και του ορθοκολικού καρκίνου. Οι συντήξεις γονιδίων ROS1 αντιστοιχούν στο 1-2% του ΜΜΚΠ, του συνηθέστερου τύπου καρκίνου του πνεύμονα που αντιστοιχεί στο 85% του συνόλου των διαγνώσεων. Ο έλεγχος βιοδεικτών για αυτές τις συντήξεις θεωρείται ως ο αποτελεσματικότερος τρόπος εντοπισμού των ατόμων που είναι καταλληλότερα για θεραπεία με το entrectinib.
Η απόφαση της Ε.Ε. βασίστηκε στα αποτελέσματα μιας συγκεντρωτικής υποομάδας ασθενών που περιλαμβάνει δεδομένα από 86 άτομα με μη-εγχειρήσιμους ή μεταστατικούς συμπαγείς όγκους, θετικούς στη σύντηξη γονιδίων NTRK (13 τύποι καρκίνου) και 161 άτομα με ROS1-θετικό ΜΜΚΠ, οι οποίοι εντάχθηκαν στις μελέτες φάσης II STARTRK-2, φάσης I STARTRK-1 και φάσης I ALKA-372-001, καθώς και σε δεδομένα από τη μελέτη φάσης I/II STARTRK-NG σε παιδιατρικούς ασθενείς. Αυτές οι μελέτες αποδεικνύουν ότι το entrectinib έχει σταθερές ανταποκρίσεις σε αρκετούς συμπαγείς όγκους θετικούς για σύντηξη γονιδίων NTRK.
Η ασφάλεια αξιολογήθηκε από τη συνολική ανάλυση 504 ατόμων σε αυτές τις τέσσερις μελέτες. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (≥20%) με το entrectinib ήταν η κόπωση, η δυσκοιλιότητα, η αλλοιωμένη αίσθηση της γεύσης (δυσγευσία), το οίδημα, η ζάλη, η διάρροια, η ναυτία, οι διαταραχές του νευρικού συστήματος (δυσαισθησία), η δύσπνοια, η αναιμία, το αυξημένο βάρος, η αυξημένη κρεατινίνη αίματος, ο πόνος, οι γνωσιακές διαταραχές, ο έμετος, ο βήχας και ο πυρετός (πυρεξία).