Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να εξαλειφθεί ως πρόβλημα δημόσιας υγείας στις περισσότερες χώρες του πλανήτη μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα με ταχεία και γενικευμένη εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών υγείας, όπως δείχνει αυστραλιανό προγνωστικό μοντέλο που δημοσιεύεται στο The Lancet Oncology.
Το στατιστικό μοντέλο προβλέπει επίσης ότι αν δεν εφαρμοστεί καθολικός εμβολιασμός κατά του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV), παγκοσμίως, πάνω από 44 εκατομμύρια γυναίκες θα διαγνωστούν με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας τα επόμενα 50 χρόνια. Μάλιστα το ένα τρίτο αυτών των κρουσμάτων και περίπου 15 εκατομμύρια θάνατοι θα συμβούν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι ο συνδυασμός καθολικού εμβολιασμού κατά του ιού HPV και προληπτικών διαγνωστικών εξετάσεων σε όλες τις χώρες από το 2020 και έπειτα μπορεί να συμβάλλει στην πρόληψη 13,4 εκατομμυρίων νέων περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας έως το 2069, ενώ ο μέσος ρυθμός των νέων περιπτώσεων μπορεί να πέσει σε λιγότερες από τέσσερις ανά 100.000 γυναίκες μέχρι το 2100.
Ένα δεύτερο σενάριο βάσει των ιδίων στατιστικών δεδομένων προβλέπει ότι ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να εξαλειφθεί σε χώρες με υψηλό και πολύ υψηλό βιοτικό επίπεδο μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, αλλά και πάλι η συχνότητα της νόσου θα παραμένει υψηλή στις χώρες με μεσαίου (4,4 περιπτώσεις ανά 100.000) και χαμηλού βιοτικού επιπέδου (14 περιπτώσεις ανά 100.000).
Χωρίς, όμως, την ενίσχυση των υπαρχόντων προληπτικών προγραμμάτων, το προγνωστικό μοντέλο δείχνει ότι 44,4 εκατομμύρια περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας θα διαγνωστούν τα επόμενα 50 χρόνια, ανεβάζοντας τον αριθμό των κρουσμάτων από 600.000 το 2020 στο 1,3 εκατομμύριο το 2069 (λόγω πληθυσμιακής αύξησης και γήρανσης).
Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Μάιο του 2018 ο Γενικός Διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), Δρ. Tedros Adhanom Ghebreyesus, είχε απευθύνει κάλεσμα για συντονισμένη δράση για την εξάλειψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Και η παρούσα μελέτη έρχεται να ενισχύσει αυτή την προσπάθεια θέτοντας τις βάσεις για να συζητηθούν οι στόχοι στο πλαίσιο των πολιτικών του ΠΟΥ. Το 2020 στην Παγκόσμια Διάσκεψη για την Υγεία θα συζητηθεί το προσχέδιο για την εξάλειψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας για την περίοδο 2020-2030.
«Παρά το τεράστιο μέγεθος του προβλήματος, τα ευρήματα μας δείχνουν ότι η εξάλειψη σε παγκόσμιο επίπεδο είναι εφικτή και μάλιστα με ‘εργαλεία’ ήδη υπάρχοντα, αρκεί να εφαρμόσουμε καθολικό εμβολιασμό κατά του HPV και προληπτικό διαγνωστικό έλεγχο μήτρας. Το κάλεσμα για δράση του ΠΟΥ είναι μια τεράστια ευκαιρία να επενδύσουμε περισσότερο σε αποδεδειγμένα αποτελεσματικές πρακτικές υγείας ειδικά στις φτωχότερες χώρες. Η αποτυχία εφαρμογής τέτοιων παρεμβάσεων θα μας οδηγήσει σε εκατομμύρια πρόωρους θανάτους που μπορούν να αποφευχθούν», εξηγεί η καθηγήτρια Karen Canfell από το Συμβούλιο για τον Καρκίνο της Νέας Νότιας Ουαλίας, στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας και επικεφαλής της μελέτης.
Υπενθυμίζει δε ότι πάνω από τα δύο τρίτα των περιπτώσεων της νόσου που μπορούν να προληφθούν αφορούν σε χώρες με χαμηλό και μεσαίο βιοτικό επίπεδο, όπως η Ινδία, η Νιγηρία και το Μαλάουι, όπου επί του παρόντος η πρόσβαση σε εμβολιασμό για τον HPV και διαγνωστικές εξετάσεις είναι περιορισμένη.
Οι ερευνητές ανέλυσαν υψηλής ποιότητας δεδομένα από μητρώα του Διεθνούς Γραφείου για την Έρευνα του Καρκίνου για να προβλέψουν τις μελλοντικές τάσεις του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας σε περίπτωση που δεν ληφθούν τα αναγκαία μέτρα αναχαίτισης του. Στη συνέχεια χρησιμοποίησαν ένα δυναμικό μοντέλο υπολογισμού της επίπτωσης της αύξησης του εμβολιασμού κατά του HPV και του ελέγχου για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας σε 181 χώρες, για την περίοδο 2020-2100.
Το προγνωστικό μοντέλο έδωσε έμφαση στην εφαρμογή του εμβολιασμού και του διαγνωστικού ελέγχου σε χαμηλού και μεσαίου επιπέδου χώρες, εν αντιθέσει με άλλα συστήματα πρόγνωσης που έχουν βασιστεί σε όλες τις πρόσφατες βελτιώσεις σε προηγμένες χώρες.
Οι ερευνητές προέβλεψαν έτσι την κοντινότερη ημερομηνία που τα ποσοστά του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας θα πέσουν ώστε να επιτευχθεί η εξάλειψή του, με πιθανό όριο εξάλειψης τις λιγότερες από τέσσερις περιπτώσεις ανά 100.000 άτομα. Το 2012 το ποσοστό, παγκοσμίως, ήταν 12 ανά 100.000.
Η ανάλυση έδειξε ότι η ταχεία αύξηση του εμβολιασμού, ώστε να επιτευχθεί 80-100% κάλυψη παγκοσμίως έως το 2020 μπορεί να προλάβει 6,7-7,7 εκατομμύρια περιπτώσεις, με πάνω από τις μισές να μπορούν να αποτραπούν μετά το 2060.
Επιπροσθέτως, με ευρεία εφαρμογή του διαγνωστικού ελέγχου έως το 2020, θα μπορούσαν να προληφθούν επιπλέον 5,7-5,8 εκατομμύρια περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας τα επόμενα 50 χρόνια.
Όλα τα παραπάνω συνδυαστικά μπορούν να συντελέσουν σε εξάλειψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας ως πρόβλημα δημόσιας υγείας, με πτώση του ποσοστού συχνότητας σε κάτω από τέσσερις περιπτώσεις ανά 100.000 γυναίκες έως το 2055-59 στις χώρες με πολύ υψηλό εισόδημα (όπως οι ΗΠΑ, η Φινλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Καναδάς), έως το 2065-69 με υψηλό εισόδημα (όπως το Μεξικό, η Βραζιλία και η Κίνα), έως το 2070-79 σε χώρες ενδιάμεσου επιπέδου (περιλαμβανομένης της Ινδίας, του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων) και έως το 2090-2100 σε φτωχές χώρες (όπως η Αιθιοπία, η Παπούα Νέα Γουϊνέα και η Αϊτή).
Ωστόσο, το όριο των λιγότερων από τεσσάρων περιπτώσεων ανά 100.000 γυναίκες δεν μπορεί να επιτευχθεί μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα σε μεμονωμένες χώρες της Αφρικής, όπως η Κένυα, η Τανζανία και η Ουγκάντα, ακόμα και με καθολικό εμβολιασμό κατά του HPV και διπλασιασμό του διαγνωστικού ελέγχου έως το 2020.
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας είναι o ο τέταρτος σε συχνότητα γυναικολογικός καρκίνος, με περίπου 570.000 νέες περιπτώσεις παγκοσμίως το 2018, με το 85% να αφορά σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές του κόσμου. Ο ιός HPV με περισσότερους από 150 στελέχη θεωρείται ως βασικός ένοχος για την πλειοψηφία των κρουσμάτων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.
Αν και υπάρχουν αποτελεσματικές διαγνωστικές εξετάσεις και θεραπείες για τις προ-καρκινικές αλλοιώσεις, καθώς και το εμβόλιο κατά του HPV με αποτελεσματικότητα 84-90%, παρατηρούνται μεγάλες αποκλείσεις μεταξύ των χωρών ως προς τις προληπτικές πρακτικές: το 2018 το ποσοστό διαγνωστικού ελέγχου ήταν 19% στις φτωχές χώρες και 63% στις χώρες με υψηλό εισόδημα.