Η μελέτη παρέχει νέα στοιχεία σχετικά με τον τρόπο θεραπείας ασθενών με κορωνοϊό, διαπιστώνοντας ότι οι νοσοκομειακοί ασθενείς με COVID-19 που έλαβαν αντιπηκτικά είχαν βελτιωμένα αποτελέσματα τόσο εντός όσο και εκτός της μονάδας εντατικής θεραπείας. Και αυτό γιατί ένας αριθμός ασθενών που νοσηλεύτηκαν με COVID-19 αναπτύσσουν υψηλά επίπεδα θρόμβων αίματος που απειλούν τη ζωή, οδηγώντας σε δυνητικά θανατηφόρα θρομβοεμβολικά συμβάντα.
«Αυτή η έρευνα καταδεικνύει ότι τα αντιπηκτικά που λαμβάνονται από το στόμα, υποδορίως ή ενδοφλεβίως μπορεί να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη φροντίδα των ασθενών με COVID-19 και αυτά μπορεί να αποτρέψουν πιθανά θανατηφόρα συμβάντα που σχετίζονται με τον κορωνοϊό, όπως καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο και πνευμονική εμβολή», αναφέρεται στη σχετική μελέτη.
Η θεραπεία με αντιπηκτικά συσχετίστηκε με βελτιωμένη επιβίωση στο νοσοκομείο μεταξύ των ασθενών με COVID-19 τόσο εντός όσο και εκτός της μονάδας εντατικής θεραπείας.
Η ομάδα ερευνητών του νοσοκομείου αξιολόγησε 2.773 επιβεβαιωμένα θετικά κρούσματα που εισήχθησαν στις πέντε κλινικές του Mount Sinai μεταξύ 14 Μαρτίου και 11 Απριλίου 2020. Από τους ασθενείς που δεν επέζησαν, αυτοί που πήραν αντιπηκτικά πέθαναν μετά από κατά μέσο όρο 21 ημέρες στο νοσοκομείο, ενώ εκείνοι που δεν πήραν αντιπηκτικά πέθαναν μετά από κατά μέσο όρο 14 ημέρες στο νοσοκομείο. Η επίδραση της αντιπηκτικής δράσης είχε πιο έντονη επίδραση στους ασθενείς που τους χορηγείτο οξυγόνο, καθώς από τους διασωληνωμένους ασθενείς που δεν επέζησαν, εκείνοι χωρίς αντιπηκτικά πέθαναν μετά από 9 ημέρες, ενώ εκείνοι που έλαβαν αντιπηκτικά πέθαναν μετά από 21 ημέρες.
Η χορήγηση αντιπηκτικών περιελάμβανε υψηλότερη δόση από αυτήν που συνήθως χορηγείται για την πρόληψη θρόμβων αίματος και που συνήθως χορηγείται σε εκείνους που έχουν ήδη θρόμβους ή υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι έχουν.