Με βάση τις συστάσεις διεθνών οργανισμών, η συνολική ημερήσια πρόσληψη λίπους στη διατροφή δεν θα πρέπει να ξεπερνάει το 30-35% των συνολικών θερμίδων που καταναλώνουμε καθημερινά. Η ποσότητα που πρέπει να προσλαμβάνουμε ημερησίως εξαρτάται από το είδος του λίπους.
Οι επιστήμονες προτείνουν, για να ωφελείται η υγεία μας τα μέγιστα, το μεγαλύτερο ποσοστό να προέρχεται από μονοακόρεστα («καλό» λίπος), καθώς ενσωματωμένα σε μια ισορροπημένη διατροφή όχι μόνο δεν προκαλούν προβλήματα, αλλά προστατεύουν κιόλας από την εμφάνιση ποικίλων ασθενειών, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο σακχαρώδης διαβήτης, και αυτό γιατί ελαττώνουν ελαφρά τα ολικά επίπεδα χοληστερόλης, ενώ αυξάνουν ελαφρώς τα επίπεδα της «καλής» χοληστερόλης.
Η ημερήσια πρόσληψή τους πρέπει να προσεγγίζει περίπου το 15% των συνολικών θερμίδων ημερησίως. Αυτό μεταφράζεται στο ότι, εάν καθημερινά ο οργανισμός χρειάζεται 2.000 θερμίδες, οι 300 θα προέρχονται από μονοακόρεστο λίπος, δηλαδή 33 γρ. την ημέρα. Μια από τις σημαντικότερες πηγές μονοακόρεστων είναι το ελαιόλαδο. Ενώ μικρότερες ποσότητες περιέχονται στα σπορέλαια (καλαμποκέλαιο, ηλιέλαιο, σογιέλαιο κ.λπ.), στο αβοκάντο, στο σουσάμι, στο ταχίνι, στα αμύγδαλα, στα αράπικα φιστίκια και στα καρύδια. Το ελαιόλαδο, αν και προωθεί την υγεία και την ευεξία, δεν θα πρέπει να καταναλώνεται αλόγιστα αλλά με μέτρο, εξαιτίας του αυξημένου θερμιδικού του περιεχομένου (1 κουταλιά της σούπας περιέχει 135 θερμίδες). Καθημερινά, συστήνεται στο πλαίσιο της ισορροπημένης διατροφής η κατανάλωση 2-3 κουταλιών της σούπας ελαιόλαδο (μία στη μερίδα του φαγητού και μία σε κάθε σαλάτα).
Το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο αποτελεί τρόφιμο-κλειδί για την ανθρώπινη υγεία και ευεξία, καθώς η υψηλή περιεκτικότητά του σε ακόρεστα λιπαρά οξέα και η χαμηλή σε κορεσμένα και πολυακόρεστα, σε συνδυασμό με την υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη Ε και άλλες αντιοξειδωτικές ουσίες το καθιστούν εξαιρετικό φάρμακο για την αντιμετώπιση αλλά και την πρόληψη πολλών νόσων.