Σύνδρομο, δηλαδή μια εγκαθιδρυμένη συμπεριφορά που επαναλαμβάνεται στην καθημερινότητα. Το εν λόγω («άδειασε όλο το πιάτο σου») όλοι το έχουμε ενισχύσει με κάποιον τρόπο και για αυτό υπάρχει ενός είδους συνυπευθυνότητα στη διαιώνισή του, ενδεχομένως και στην παχυσαρκία.
Η σπατάλη του φαγητού και οι ενοχές που περιστρέφονται γύρω από αυτό το θέμα, ο υποσιτισμός στις χώρες του τρίτου κόσμου, τα κατοχικά σύνδρομα -τα οποία σημειωτέον αφορούν όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και τις άλλες χώρες που έχουν πληγεί από τους Παγκόσμιους Πολέμους, έχουν επιδράσει στην ψυχολογία των ανθρώπων και παρότι η συμβουλή «άδειασε όλο το πιάτο σου, μπορεί να ακούγεται πολύ προσωπική, το θέμα όμως αφορά κάθε άνθρωπο, καθώς η πρακτική αυτή μπορεί να οδηγεί σε υπερκατανάλωση τροφής, παραπάνω θερμίδες και φυσικά παχυσαρκία.
Η συζήτηση για το θέμα αυτό έχει ανοίξει στις ΗΠΑ και οι επιστήμονες μελετούν τόσο τις ρίζες του προβλήματος όσο και τις ψυχολογικά χαρακτηριστικά αυτής της συμπεριφοράς. Σε μία τέτοια έρευνα, η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε επίσης ότι οι άνθρωποι συχνά επιλέγουν να πιστεύουν το απίστευτο: ότι για παράδειγμα αυτό το τελευταίο κομμάτι πίτσα είναι πραγματικά καλό για αυτούς τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά, καθότι ολοκληρώνει την απόλαυση. Βιολογικά, η συμπεριφορά αυτή αντιστοιχεί σε ένα ένστικτο επιβίωσης, μια επιταγή που δίδεται ως εντολή από τον εγκέφαλό μας. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει με κάθε είδους τρόφιμο. Κανείς για παράδειγμα δεν πιέζεται να φάει το τελευταίο άνθος του βραστού μπρόκολου ή την τελευταία μπουκιά από την πράσινη σαλάτα. Συνήθως θα το αφήσει στην άκρη και αυτό είναι όλο. Αντιθέτως, το ζήτημα αναδύεται πάντοτε με τα γλυκά και το λεγόμενο junk food. Εκεί οι αντιστάσεις μας υποχωρούν άρδην και ανταλλάζουμε την απόλαυση με τη σκέψη «τι να μου κάνει ένα κομμάτι περισσότερο».
Μία άλλη φιλοσοφία
Προκειμένου να υπερκεράσουμε όλα αυτά τα ζητήματα, οι επιστήμονες μας προτείνουν να τρώμε καταρχάς πιο αργά. Το slow food έχει το πλεονέκτημα ότι καταλαβαίνεις καλύτερα τι τρως, αλλά και δίνει χρόνο στο στομάχι να δώσει σήμα στον εγκέφαλο ότι χόρτασε – γέμισε. Κάτι που δεν συμβαίνει τρώγοντας λες και έχει προηγηθεί λιμοκτονία, σαν να κοντεύουμε να πεθάνουμε από την πείνα δηλαδή. Επίσης, έτσι καταλαβαίνεις καλύτερα τις γεύσεις, τις υφές κ.λπ.
Μία άλλη τακτική που προτείνουν οι επιστήμονες είναι το να μην φουλάρουμε το πιάτο εντελώς, να αφήνουμε ένα περιθώριο στο πιάτο. Μία άλλη, βέβαια, είναι να μετράμε επακριβώς τις θερμίδες, κάτι όμως που δεν είναι το πιο βολικό για να συμβαίνει κάθε μέρα. Και το κυριότερο και πιο σημαντικό, να δούμε ξανά τη σχέση μας με το φαγητό και να επαναπροσδιορίσουμε και το πώς αλλά και το πόσο τρώμε, αλλά και γιατί κάποιες φορές συμπεριφερόμαστε σαν να έχουμε να φάμε εδώ και μέρες…