Τις ευεργετικές δυνατότητες του πράσινου τσαγιού αποκαλύπτει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Nutritional Biochemistry.
Όπως έχει φανεί από τη νέα μελέτη το πράσινο τσάι περιορίζει την παχυσαρκία αλλά και έναν αριθμό φλεγμονωδών βιοδεικτών. «Αυτή η μελέτη παρουσιάζει στοιχεία ότι το πράσινο τσάι οδηγεί σε αύξηση των καλών βακτηρίων του εντέρου και σε μία σειρά πλεονεκτημάτων τα οποία μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο παχυσαρκίας», αναφέρει ο Richard Bruno, επικεφαλής της μελέτης και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο.
«Οι αρνητικές μεταβολές του εντερικού μικροβιώματος είχαν συσχετιστεί σε προηγούμενες μελέτες με την παχυσαρκία, και το πράσινο τσάι φαίνεται να δρα ευεργετικά στο μικροβίωμα προωθώντας τον πολλαπλασιασμό των καλών βακτηρίων. Η ερευνητική ομάδα θέλησε να εξετάσει αν υπήρχαν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το πράσινο τσάι προστατεύει από την παχυσαρκία, τη φλεγμονή και άλλους παράγοντες που σχετίζονται με την κακή μεταβολική υγεία» πρόσθεσε ο Δρ. Bruno.
«Τα αποτελέσματα των μελετών που εξετάζουν την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας δείχνουν ότι αυτή επιτυγχάνεται χάρη σε ένα συνδυασμό παραγόντων. Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το πράσινο τσάι δρα στην απώλεια βάρους, ωστόσο αρκετές άλλες έρευνες έδειξαν ότι δεν είχε κανένα αποτέλεσμα και ότι η απώλεια βάρους εξαρτάται και από έναν αριθμό άλλων παραγόντων της καθημερινότητας. Στόχος μας είναι να ξεδιαλύνουμε πώς το πράσινο τσάι προστατεύει από την αύξηση του βάρους».
Το πράσινο τσάι έχει πλούσια ιστορία στις χώρες της Ασίας ενώ όλο και περισσότεροι άνθρωποι του δυτικού κόσμου φαίνεται να το προτιμούν. Οι κατεχίνες, οι αντιφλεγμονώδεις πολυφαινόλες που εντοπίζονται στο πράσινο τσάι σχετίζονται με αντικαρκινική δραστηριότητα και μικρότερο κίνδυνο καρδιακών και ηπατικών παθήσεων.
Ο Δρ. Bruno και οι συνεργάτες του θεωρούσαν ότι το πράσινο τσάι ενδέχεται να προφυλάσσει από την παχυσαρκία και να προστατεύει από τη φλεγμονή στο έντερο βασιζόμενοι σε προηγούμενες μελέτες. Για αυτό το λόγο πραγματοποίησαν ένα πείραμα το οποίο εξέταζε τις επιδράσεις του πράσινου τσαγιού στα αρσενικά ποντίκια είτε τρέφονταν με κανονική διατροφή είτε με διατροφή υψηλή σε λιπαρά, σχεδιασμένη για να προκαλέσει παχυσαρκία. Στο φαγητό και των δύο ομάδων προστέθηκε και πράσινο τσάι.
Οι ερευνητές μέτρησαν το βάρος του σώματος και του λιπώδους ιστού των πειραματοζώων, την αντίσταση στην ινσουλίνη καθώς και άλλους παράγοντες που περιλάμβαναν,
- Την διαπερατότητα του εντέρου
- Την ενδοτοξινική δράση
- Τις φλεγμονές στον λιπώδη ιστό και το έντερο
- Τη σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος
Τα ποντίκια στα οποία χορηγήθηκε η υψηλή σε λιπαρά δίαιτα με το πράσινο τσάι είχαν περίπου 20% λιγότερο βάρος και χαμηλότερη αντίσταση στην ινσουλίνη συγκριτικά με τα ποντίκια που η διατροφή τους δεν περιλάμβανε τσάι. Αυτά τα ποντίκια είχαν επίσης λιγότερες φλεγμονές στον λιπώδη ιστό και το έντερο, μικρότερη ενδοτοξινική δράση και λιγότερα περιστατικά διαπερατού εντέρου.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι το πράσινο τσάι φαίνεται να οδηγεί σε πιο υγιές εντερικό μικροβίωμα των πειραματόζωων που τρέφονταν με πολά λιπαρά. Τα ποντίκια στα οποία χορηγήθηκαν τροφές κανονικές ή με χαμηλά λιπαρά το πράσινο τσάι περιόρισε επίσης την αύξηση βάρους, καθώς και την ενδοτοξινική δραστηριότητα και την διαπερατότητα του εντέρου.
«Η πρόσληψη πράσινου τσαγιού στο πείραμα ισοδυναμεί με δέκα φλυτζάνια πράσινο τσάι την ημέρα για ένα άτομο. Μπορεί να φαίνεται υπερβολική ποσότητα αλλά δεν είναι τόσο ασυνήθιστο σε κάποια μέρη του κόσμου», δήλωσε ο Δρ. Bruno. Πάντως ο ίδιος εξήγησε ότι είναι ακόμη νωρίς για να επεκτείνουν τα ευρήματα από τα πειραματόζωα στους ανθρώπους. Μέχρι τότε «πίνοντας λίγο τσάι μαζί με το φαγητό, όπως έγινε και στο πείραμα με τα ποντίκια, ίσως είναι καλύτερο», κατέληξε ο Bruno.