H «απαλλαγή» είναι η λέξη – κλειδί για τη μείωση της υψηλών ασφαλίστρων που επιβαρύνουν τον ασφαλισμένο.
Στην ουσία σημαίνει ότι μειωμένη κάλυψη και υποχρέωση του ασφαλισμένου να συμβάλλει στα έξοδα νοσηλείας του ιδιωτικού θεραπευτηρίου, πληρώνοντας από την τσέπη του τα πρώτα 1.000-2.000 ευρώ.
Ο ασφαλιστικός πράκτορας για παράδειγμα προτείνει στον ασφαλισμένο ετών 30, ένα πρόγραμμα με κάλυψη κατά 80% καθώς στη νεαρή ηλικία δεν εμφανίζονται συχνά ασθένειες. Η μειωμένη κάλυψη από την ιδιωτική ασφαλιστική εταιρία σημαίνει ότι ο ασφαλισμένος, θα βάλει το χέρι στην τσέπη, πληρώνοντας για παράδειγμα 1.000-2.000 ευρώ. Ωστόσο η «απαλλαγή» κατά 1.000 ευρώ θα οδηγήσει σε μείωση των ετήσιων ασφαλίστρων στα 700 ευρώ, ενώ την ίδια ώρα ο ασφαλισμένος θα διεκδικήσει και τη συμμετοχή του ΕΟΠΥΥ στα έξοδα, που μπορεί να περιορίσουν η σε κάποιες περιπτώσεις και να εξουδετερώσουν το κόστος της απαλλαγής.
Ο ασφαλισμένος φαίνεται ικανοποιημένος από το deal καθώς σκέφτεται:
α) πέτυχα μείωση των ασφαλίστρων από τα 1200 στα 700 ευρώ, ποσό που οφείλω να πληρώσω ακόμα και αν δε χρειαστώ καθόλου τις υπηρεσίες της ασφαλιστικής,
β) αν πάθω κάτι αναπάντεχο έχω τη δυνατότητα να δώσω 1.000 ευρώ από τις αποταμιεύσεις μου. Παραπάνω, όμως, δεν έχω και εδώ χρειάζομαι τη συμβολή της ασφαλιστικής εταιρίας.
Ποιες διαδικασίες λοιπόν εκτυλίσσονται στο λογιστήριο του ιδιωτικού θεραπευτηρίου μετά το εξιτήριο του ασθενούς;
Για παράδειγμα το κόστος 15 ημερών νοσηλείας ανέρχεται σε 20.000 ευρώ. Η «απαλλαγή» ανέρχεται σε 1.000 ευρώ. Ο ασφαλισμένος καλείται να καταθέσει προκαταβολή 4.000 ευρώ. Στη συνέχεια πηγαίνει στο λογιστήριο της ασφαλιστικής εταιρίας και λαμβάνει επιταγή τρίμηνης διάρκειας αξίας 19.000 ευρώ.
Ωστόσο, όπως βλέπει στο αναλυτικό ενημερωτικό σημείωμα ο ΕΟΠΥΥ έχει πληρώσει συμβολή 1.000 ευρώ οπότε ο ασφαλισμένος δε βάζει καθόλου το χέρι στην τσέπη.