Τα συμβόλαια υγείας δίνουν δύο επιλογές στον ενδιαφερόμενο:

1) να καλυφθούν τα έξοδα νοσηλείας του κατά 100%, αποζημίωση που οδηγεί σε αυξημένο ασφάλιστρο

2) να πληρώσει από την τσέπη του ένα ποσό ένα ποσοστό συμμετοχής στα έξοδα, τη λεγόμενη «απαλλαγή», το οποίο θα αφαιρεθεί από τη συνολική αποζημίωση που θα καταβάλλει η ασφαλιστική εταιρία.

Το θέμα αυτό εξαρτάται από το προφίλ του ενδιαφερόμενου.

Για παράδειγμα αν ο ενδιαφερόμενος, έχει κάποιο ομαδικό συμβόλαιο από την εταιρία στην οποία εργάζεται, ένα ατομικό συμβόλαιο με υψηλές απαλλαγές, μπορεί να τον καλύπτει απόλυτα, εξοικονομώντας παράλληλα χρήματα από το μειωμένο κόστος της ατομικής ασφάλισης.

Αν πάλι ένας ενδιαφερόμενος, έχει την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί σε μια απαλλαγή μεγάλη ή μικρότερη, τότε θα ανταμειφθεί με ένα αρκετά μειωμένο κόστος ασφάλισης.

Έτσι, για παράδειγμα αν ο ασφαλισμένος συμφωνήσει η απαλλαγή να ανέλθει σε 1.500 ευρώ, τότε το ετήσιο ασφάλιστρό του θα μειωθεί στα 800 ευρώ. Έτσι θα διαπιστώσει ότι θα αποσβέσει το ποσό που δαπάνησε για την απαλλαγή σε 2,5 χρόνια.

Αν συμφωνήσει μικρότερη απαλλαγή ύψους 500 ευρώ, το ετήσιο ασφάλιστρό του θα ανέλθει σε 1.100 ευρώ.

Αν πάλι συμφωνήσει να μην πληρώσει ούτε ένα ευρώ και η ασφαλιστική εταιρία να καταβάλλει το 100% της αποζημίωσης, τότε το ετήσιο ασφάλιστρο θα ανέλθει σε 1.300 ευρώ.

Οι ασφαλιστές επισημαίνουν ότι η απαλλαγή δεν είναι ευχάριστη, συνήθως κακοφαίνεται στους πελάτες αλλά συνεκτιμώντας την ωφέλεια που θα έχουν σε βάθος χρόνου, θα πρέπει να συμφωνήσουν στην καταβολή ενός ποσού, ανάλογα με τις δυνατότητές τους.