Ο λόγος, που η ασφαλιστική εταιρία θέλει να ξέρει την επίμαχη πληροφορία, είναι γιατί σε περίπτωση μόνιμης μερικής ανικανότητας – λόγω ατυχήματος ή ασθένειας – οι αποζημιώσεις κοστολογούνται με βάση το «καλό» χέρι.
Πιο αναλυτικά, ως μόνιμη μερική ανικανότητα νοείται αυτή, που έχει ως συνέπεια την αδυναμία του ασφαλισμένου να εργαστεί ισοβίως και μερικώς για όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αυτό έχει ως συνέπεια, τόσο ο ίδιος, όσο και τα αγαπημένα του πρόσωπα, να βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική θέση, τη στιγμή, μάλιστα, που οι υποχρεώσεις, όπως τα πάγια έξοδα ενός νοικοκυριού ή τα έκτακτα (φοίτηση των παιδιών), συνεχίζουν να «τρέχουν».
Σε αντίθεση με την μόνιμη ολική ανικανότητα (ολική απώλεια της όρασης και των δύο οφθαλμών ή της λειτουργίας των δύο βραχιόνων ή των δύο χεριών ή των δύο ποδιών ή ενός βραχίονα και μιας κνήμης ή ενός βραχίονα και ενός ποδιού και ανίατη τραυματική ή μετατραυματική πάθηση του εγκεφάλου, που καθιστά τον συμβαλλόμενο ισόβια ανίκανο για κάθε εργασία), όπου η εταιρία είθισται να καταβάλει ολόκληρο το ασφαλιστικό ποσό, που προβλέπεται γι’ αυτή, η ασφαλιστική αποζημίωση για την μόνιμη μερική ανικανότητα συνίσταται σε ποσοστό επί του ποσού της ολικής και καθορίζεται προβλέποντας υψηλότερη αποζημίωση για το δεξί χέρι και μικρότερη για το αριστερό.
Σε περίπτωση, λοιπόν, που ο συμβαλλόμενος είναι αριστερόχειρας, τα ποσοστά ανικανότητας για το αριστερό ή το δεξί χέρι εφαρμόζονται αντίστροφα.
Προσοχή: Όπως εξηγούν στο ygeiamou.gr στελέχη της ασφαλιστικής αγοράς, οι ασφαλισμένοι πρέπει οπωσδήποτε να προσκομίζουν τα στοιχεία, που ζητούν κατά περίπτωση οι εταιρίες, προκειμένου, για παράδειγμα, να εξακριβώσουν τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες έγινε το ατύχημα και τις συνέπειές του. Σε διαφορετική περίπτωση, η εταιρία απαλλάσσεται από την υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση.