Θυμάμαι την πρώτη φορά που τα παιδιά μου, μου έθεσαν το πρώτο τους «γιατί». Χαρά ανείπωτη! Το βρήκα πανέξυπνο, «Αϊνστάιν είναι» σκέφτηκα, «Πώς σκέφτηκαν να ρωτήσουν κάτι τόσο έξυπνο». Ξάφνου, αυτό το ένα «γιατί» κλωνοποιήθηκε κι εγώ δεν ξέρω πόσες φορές («Γιατί βρέχει;», «Γιατί νυχτώνει;», «Γιατί ο μπαμπάς είναι άντρας;», «Γιατί είσαι κοντή;», «Γιατί ανάβουν τα φώτα;» «Γιατί δεν ανάβει ο ήλιος;») μετατρέποντας τα νεύρα μου σε… τσατάλια, την υπομονή μου σε τόση δα κουκιδίτσα και τις απαντήσεις μου σε ένα κοφτό και ακατάλληλο «γιατί έτσι»!
Μέγα λάθος επισημαίνουν οι ειδικοί, μεταξύ των οποίων και η διάσημη βρετανίδα ψυχολόγος Penelope Leach, συγγραφέας του εξαιρετικού βιβλίου «Τα πρώτα κρίσιμα χρόνια του παιδιού μας». Πριν λοιπόν σας πιάσει… κρίση στο επόμενο «γιατί», ακούστε την προσεκτικά.
Τα εκατοντάδες «γιατί» που ρωτάει κάθε μέρα ένα παιδί, συμπεριλαμβανομένων πολλών ερωτήσεων του στυλ «Γιατί να μην το κάνω αυτό;», αρκετών της κατηγορίας: «Γιατί έφυγε ο μπαμπάς;» και ορισμένων που δεν έχουν απάντηση όπως «Γιατί είναι Κυριακή;», μπορεί να είναι πολύ κουραστικά ή εξόχως συναρπαστικά (ή λίγο κι από τα δύο). Να θυμάστε ότι το παιδί ρωτάει επειδή θέλει να μάθει. Αποκομίζει κι άλλες γνώσεις και περαιτέρω αντίληψη και το κάνει με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο – χρησιμοποιώντας λέξεις. Τα «γιατί» είναι ολοφάνερο δείγμα ωρίμανσης. Αν ήταν νήπιο, ή θα επιχειρούσε να το μάθει στην πράξη ή δεν θα σκεφτόταν καν να ρωτήσει.
Ορισμένα «γιατί» δεν γίνεται να απαντηθούν, είτε διότι το παιδί, χωρίς να το καταλάβει φυσικά, ξεπερνάει τα όρια της ανθρώπινης γνώσης είτε διότι ξεπερνάει τα όρια της δικής μας γνώσης. Προσπαθήστε να μην καταφεύγετε στο «γιατί έτσι». Αν η ερώτηση έχει απάντηση, απαντήστε του σύντομα. Μην επιστρατεύσετε όμως όλες σας τις γνώσεις περνώντας στο επίπεδο της… διάλεξης. Αν πάλι η ερώτηση έχει απάντηση αλλά δεν τη γνωρίζετε, μη διστάσετε να το πείτε. Είναι ορθότατο να πείτε στο παιδί: «Ενδιαφέρουσα ερώτηση, αλλά δεν ξέρω να σου απαντήσω. Να ρωτήσουμε τον μπαμπά, να κοιτάξουμε στο διαδίκτυο, να το ψάξουμε σε ένα βιβλίο…». Χάρη στο διαδίκτυο μπορείτε να βρείτε τα πάντα και να μεταφέρετε τις πληροφορίες στο παιδί. Επιπλέον, στα τρία του χρόνια, ένα παιδί μπορεί να αποκτήσει την πρώτη του εγκυκλοπαίδεια, και ο σκοπός δεν είναι φυσικά να την διαβάσει, αλλά να σας βοηθήσει να αποκτήσετε πληροφορίες για οποιοδήποτε θέμα μπορεί να σας ρωτήσει. Για παράδειγμα, σας ρωτάει να μάθει «περισσότερα για τις σαύρες». Χωρίς βιβλίο, ίσως να μην μπορείτε να του προσφέρετε περισσότερα για τις σαύρες…
Ορισμένα «γιατί», ωστόσο, σας κάνουν να νιώθετε σαν να βρίσκεστε ως… Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων: – «Γιατί με λένε Μάξιμο;» – «Διότι όταν γεννήθηκες, μας άρεσε αυτό το όνομα και σε βγάλαμε έτσι». – «Γιατί;» – «Διότι μας φάνηκε ότι σου ταιριάζει» – «Γιατί;». Μπορεί τα «γιατί» να είναι απλώς μία τακτική προκειμένου να εξακολουθήσετε να ασχολείστε μαζί του και να συνεχιστεί ο διάλογος, ή μπορεί το παιδί να έχει πάψει να εννοεί κυριολεκτικά «γιατί» και πλέον να εννοεί «Πες μου κι άλλα!». Μπορείτε να το σταματήσετε λέγοντας: «Θέλεις να σου πω κι άλλα για τον καιρό που γεννήθηκες;».
Πολλές φορές πάλι ρωτάει «γιατί» αλλά δεν υπάρχει απάντηση διότι το «γιατί» δεν είναι η σωστή ερώτηση. Χρησιμοποιεί λανθασμένα τη λέξη, οπότε δεν βγαίνει νόημα: «Γιατί είναι ταύροι;». Προσπαθήστε να μην απορρίψετε την ερώτηση ασυζητητί, αλλά να σκεφτείτε τι μπορεί να εννοεί το παιδί. Θέλει να πει «Τι είναι οι ταύροι;», «Τι κάνουν οι ταύροι;», «Είναι επικίνδυνοι οι ταύροι;», «Τους φοβάσαι τους ταύρους και πρέπει να τους φοβάμαι κι εγώ;». Με μία γενική απάντηση όπως «Δεν ξέρω τι ακριβώς θέλεις να πεις, αλλά ας πούμε λίγα πράγματα για τους ταύρους… Ξέρεις τι είναι ο ταύρος; Είναι η αγελάδα-μπαμπάς», μπορεί να το βοηθήσετε να αρχίσει τη συζήτηση που επιδιώκει.