Το τέλος (και αυτής) της σχολικής χρονιάς σηματοδοτεί κι επισήμως το πέρασμα των παιδιών στην πιο ανέμελη, χαρούμενη και ξένοιαστη περίοδο του έτους, το καλοκαίρι, τις διακοπές, τις κατασκηνώσεις. Για τους γονείς, βεβαίως, το τελευταίο κουδούνι δίνει το έναυσμα μάλλον για έναν μικρό «αγώνα δρόμου» ώστε να προετοιμάσουν το καλοκαιρινό πρόγραμμα των παιδιών αλλά και την επόμενη σχολική περίοδο.
Η επίσκεψη στον παιδίατρο καταλαμβάνει βασική θέση μέσα στο πρόγραμμα αυτό. Κι αυτό διότι ο παιδίατρος πρέπει να ελέγξει την ανάπτυξη των παιδιών, την υγεία τους, την εμβολιαστική τους κατάσταση, να υποδείξει, εάν χρειαστεί, περαιτέρω διερεύνηση. Άλλωστε όλες οι σχολικές μονάδες είτε για την εγγραφή των παιδιών είτε και αργότερα με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς ζητούν τα σχετικά έγγραφα (Ατομικό Δελτίο Υγείας Μαθητή) υπογεγραμμένα από παιδιάτρους.
Ο παιδίατρος είναι επίσης εκείνος που θα ελέγξει κατά πόσο έχουν θωρακιστεί τα παιδιά με τον εμβολιασμό, ο οποίος αποτελεί το πιο δυνατό όπλο στη μάχη κατά μεταδοτικών νοσημάτων.
Η μηνιγγίτιδα -ιδίως η τύπου Β, η οποία εμφανίζεται κατά κύριο λόγο στην Ελλάδα- περιλαμβάνεται ακόμη στα νοσήματα-απειλές για τα παιδιά και ο εμβολιασμός τους με το εμβόλιο του μηνιγγιτιδόκοκκου Β μετατρέπεται σε μία αδιαπέραστη ασπίδα για τους παιδικούς οργανισμούς.
Τα τέσσερα κρούσματα της νόσου που καταγράφηκαν τους χειμερινούς μήνες και τα τρία κρούσματα που είναι ο απολογισμός της άνοιξης είναι μία δραματική υπενθύμιση για τους επιστήμονες αλλά και για τους γονείς, τι σημαίνει ακόμη και σήμερα η εμφάνιση της μηνιγγίτιδας και πώς μπορεί να απειλήσει από τη μία στιγμή στην άλλη την υγεία και ακόμη και τη ζωή των παιδιών, πώς μπορεί να οδηγήσει σε δύσκολη νοσηλεία, αλλά και πώς όλο το βαρύ φορτίο που συνεπάγεται η νόσος εκλείπει με μία μόνο κίνηση: με την επίσκεψη στον παιδίατρο και τον εμβολιασμό έναντι της νόσου.
Τα περιστατικά βακτηριακής μηνιγγίτιδας τείνουν να καταγράφουν σημαντική αύξηση κατά τους χειμερινούς μήνες, ενώ σταθερή είναι η κυκλοφορία της νόσου και τους εαρινούς και θερινούς μήνες. Μάλιστα, το καλοκαίρι η νόσος ενδέχεται να «καραδοκεί» σε κατασκηνώσεις, καμπ, αθλητικούς χώρους και γενικώς όπου συγκεντρώνονται και συγχρωτίζονται πολλά παιδιά.
Ο επικρατέστερος τύπους της νόσου που προσβάλλει βρέφη, νήπια και εφήβους και ευθύνεται για τα περισσότερα κρούσματα στη χώρα μας είναι η μηνιγγίτιδα τύπου Β. Την τελευταία δεκαετία ποσοστό τουλάχιστον 70% των κρουσμάτων που δηλώνονται οφείλονται σε μηνιγγιτιδόκοκκο Β. Παλαιότερα, επικρατούσε ο τύπος μηνιγγιτιδοκόκκου C, ωστόσο μετά την εφαρμογή καθολικού εμβολιασμού κατά του τύπου αυτού από το έτος 2005, εμφανίζεται πλέον πολύ σπάνια.
Η μηνιγγίτιδα δεν κάνει διακρίσεις. Οποιοσδήποτε είναι πιθανόν να προσβληθεί από μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο, ωστόσο περισσότερο ευπαθείς ομάδες αποτελούν τα βρέφη και τα νήπια (ηλικίας κάτω των 4 ετών), τα οποία εμφανίζουν και τις βαρύτερες επιπλοκές της νόσου. Ακολουθούν σε συχνότητα οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες, λόγω συγχρωτισμού και στενών κοινωνικών επαφών. Η μηνιγγίτιδα Β μεταδίδεται με τις πιο απλές καθημερινές συνήθειες όπως το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα. «Υπεύθυνα» για τη μετάδοση είναι τα σταγονίδια του αναπνευστικού (βήχας, φτάρνισμα) ή οι αναπνευστικές εκκρίσεις (φιλί, ποτήρι κ.ο.κ.).
Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος είναι ιδιαιτέρως σοβαρή. Μπορεί να εξελιχθεί ταχέως, σε μία ή δύο ημέρες, αλλά και μέσα σε λίγες ώρες. Στα αρχικά στάδια της νόσου, όμως, τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της απλής γρίπης: υψηλός πυρετός, πονοκέφαλος, αυχενική δυσκαμψία, εμετός, φωτοφοβία, αιμορραγικό εξάνθημα. Για αυτό οι επιστήμονες καλούν τους γονείς στην περίπτωση που διαπιστώσουν ύποπτα συμπτώματα ή έχουν την παραμικρή αμφιβολία για τα συμπτώματα της νόσου να ζητούν άμεσα ιατρική συμβουλή.
Η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιασμού των παιδιών για τη νόσο της μηνιγγίτιδας Β πρέπει να είναι η προτεραιότητα κάθε γονέα ανεξάρτητα από την εποχή, αφού επισκεφθεί και συμβουλευτεί τον παιδίατρο. Μάλιστα, οι ειδικοί σημειώνουν πως ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας είναι εξίσου σημαντικός, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά από την επικίνδυνη νόσο της μηνιγγίτιδας Β.
Το εμβόλιο ενδείκνυται από την ηλικία των 2 μηνών και άνω. Όταν ξεκινά ο εμβολιασμός σε ηλικία 2 μηνών απαιτούνται συνολικά τέσσερις δόσεις εμβολίου, στα παιδιά από 3 μηνών έως 2 χρονών απαιτούνται τρεις δόσεις και στα παιδιά από 2 χρονών και άνω δύο δόσεις.
Το εμβόλιο συστήνεται (και αποζημιώνεται) από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών σε βρέφη και παιδιά έως 18 ετών που ανήκουν σε ομάδες αυξημένου κινδύνου (πάσχουν από διαταραχές της άμυνας, όπως ανατομική ή λειτουργική ασπληνία ή άλλες διαταραχές του ανοσοποιητικού), καθώς και στα πλαίσιο ελέγχου επιδημικής έξαρσης.