Νέα αυστραλιανή έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Archives of Disease in Childhood, προσπαθεί να διερευνήσει κατά πόσο τα παιδιά με σοβαρές και επίμονες δυσκολίες ύπνου  διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να τεθούν με διάγνωση ψυχιατρικής διαταραχής στην ηλικία των δέκα ετών καθώς και κατά πόσο αυξάνεται η συμπτωματολογία νοητικών δυσκολιών υγείας στην ηλικία των τεσσάρων και των δέκα ετών στα παιδιά με δυσκολίες ύπνου συγκριτικά με όσα κοιμούνται ομαλά και αδιατάρακτα.

Υπολογίζεται ότι περίπου ένα στα πέντε μωρά έως 12 μηνών έχουν δυσκολίες ύπνου, συχνά ξυπνώντας μέσα στη νύχτα ή αδυνατώντας να αποκοιμηθούν χωρίς βοήθεια από τους γονείς τους. Οι επιστήμονες εισηγούνται την παρακολούθηση της ψυχικής υγείας των μικρών παιδιών που δυσκολεύονταν να κοιμηθούν κατά το πρώτο έτος της ζωής τους.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Δρ Fallon Cook του Ερευνητικού Ινστιτούτου Παίδων Μέρντοχ,  μελέτησαν 1.460 μητέρες και τα παιδιά τους από την ηλικία των τριών μηνών έως των δέκα ετών. Από αυτά, το 19,4% των παιδιών είχαν μόνιμα και σοβαρά προβλήματα ύπνου, το 56% μέτρια και πιο περιστασιακά προβλήματα, ενώ μόνο το 25% κοιμούνταν κανονικά.

Διαπιστώθηκε ότι, σε σχέση με τα παιδιά που έκαναν φυσιολογικό ύπνο, όσα εμφάνιζαν μόνιμα και σοβαρά προβλήματα ύπνου είχαν σχεδόν τριπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν συναισθηματικές δυσκολίες στην ηλικία των τεσσάρων ετών και υπερδιπλάσια πιθανότητα να διαγνωσθούν με συναισθηματική διαταραχή στην ηλικία των δέκα ετών.

Αυτά τα παιδιά εμφάνιζαν, μεταξύ άλλων, άγχος αποχωρισμού από τους γονείς τους, κοινωνική φοβία (αγχώδη κοινωνική διαταραχή), αγοραφοβία, ψυχαναγκαστική διαταραχή, ειδικές φοβίες (π.χ. υψοφοβία), διαταραχή πανικού, μετατραυματικό στρες, γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, κατάθλιψη ή διπολική διαταραχή.

«Οι επίμονες διαταραχές ύπνου κατά τη βρεφική ηλικία μπορεί να αποτελούν πρώιμο δείκτη αυξημένου κινδύνου το παιδί να εκδηλώσει αργότερα δυσκολίες ψυχικής υγείας, ιδίως προβλήματα άγχους. Γι’ αυτό, αυτά τα παιδιά θα πρέπει να παρακολουθούνται για τυχόν προβλήματα ψυχικής υγείας στην παιδική ηλικία τους», ανέφεραν οι ερευνητές.