Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Newcastle αποκάλυψαν τον τρόπο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια εξέταση αίματος για να βοηθήσει στον εντοπισμό της καρδιαγγειακής γήρανσης και του κινδύνου καρδιακών παθήσεων.
Οι ειδικοί υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Κωνσταντίνου Στέλλου αναφέρουν ότι τα υψηλότερα επίπεδα β-αμυλοειδούς στο αίμα μπορεί να αποτελούν παράγοντα πρόβλεψης των καρδιαγγειακών παθήσεων.
Ευελπιστούν, μάλιστα, ότι η έρευνα αυτή κάποια στιγμή θα οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας απλής εξέτασης αίματος, που θα χρησιμοποιείται ως κλινικός βιοδείκτης για τον εντοπισμό ασθενών που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, έτσι ώστε να θεσμοθετηθούν προληπτικά μέτρα και να μειωθούν τα ποσοστά θανάτων.
Ο ρόλος-κλειδί του β-αμυλοειδούς
Μέχρι τώρα είχε γίνει γνωστό ότι το β-αμυλοειδές εμπλέκεται στην ανάπτυξη της νόσου Αλτσχάιμερ, ωστόσο τώρα οι επιστήμονες καταλήγουν ότι μπορεί να έχει και ρόλο-κλειδί στην αθηροσκλήρωση, την καρδιακή ανεπάρκεια και την εξέλιξη μιας καρδιακής πάθησης.
Η εργασία, που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American College of Cardiology, υποδεικνύει την ύπαρξη ενός δεσμού ανάμεσα στις δύο καταστάσεις, ο οποίος δεν έχει αναδειχθεί μέχρι τώρα και θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερη ιατρική φροντίδα των ασθενών.
Πιο συγκεκριμένα, τα ευρήματα δείχνουν ότι όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα β-αμυλοειδούς στο αίμα, τόσο υψηλότερος και ο κίνδυνος ανάπτυξης σοβαρών καρδιακών επιπλοκών.
«Είναι η πρώτη φορά που παρέχουμε στοιχεία για την εμπλοκή του β-αμυλοειδούς στα πρώιμα και μεταγενέστερα στάδια των καρδιαγγειακών μαθήσεων. Το εντυπωσιακό είναι ότι μπορέσαμε να επαληθεύσουμε αυτά τα απροσδόκητα, κλινικά σημαντικά ευρήματα σε ασθενείς από διάφορες χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Σε όλες τις περιπτώσεις παρατηρήσαμε ότι το β-αμυλοειδές αποτελεί βιοδείκτη της καρδιαγγειακής γήρανσης και της πρόγνωσης καρδιαγγειακών παθήσεων», σημειώνει ο Δρ. Στέλλος.
Παγκόσμιο πρόβλημα υγείας
Σε συνεργασία με επιστήμονες από όλο τον κόσμο, ο Δρ. Στέλλος ανέλυσε δείγματα αίματος περισσότερων από 6.600 ασθενών από διάφορες μελέτες κοόρτης σε εννέα χώρες και βρήκε ότι οι ασθενείς θα μπορούσαν να διαχωριστούν σε κατηγορίες υψηλού και χαμηλού κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις βάσει των επιπέδων του β-αμυλοειδούς στο αίμα τους.
Ίσως έτσι στο μέλλον μια απλή εξέταση αίματος να μπορεί να προστεθεί στην υπάρχουσα μέθοδο ελέγχου των ασθενών (βαθμολογία GRACE), η οποία αξιολογεί τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και καθοδηγεί το θεραπευτικό πρόγραμμα των ασθενών.
Στο πλαίσιο αυτό, οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Newcastle θα επικεντρωθούν σε κλινικές δοκιμές για να εδραιώσουν τη χρήση αυτής της εξέτασης αίματος στην πρόβλεψη του κινδύνου καρδιακής προσβολής ή/και θανάτου και να εξετάσουν τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους μείωσης του β-αμυλοειδούς στο αίμα.