Αν και οι μηχανισμοί που ελέγχουν την αρτηριακή πίεση του αίματος είναι ακόμα υπό επιστημονική διερεύνηση, Ιάπωνες ερευνητές ανακοίνωσαν ότι μεταξύ των εμπλεκόμενων παραγόντων στην ρύθμιση της συμπεριφοράς των αιμοφόρων αγγείων περιλαμβάνεται ο υποδοχέας απελίνης (APJ), ο οποίος έχει ήδη φανεί ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην ελαστικότητά τους.
Σε άρθρο που δημοσιεύουν στο Journal of Biochemistry οι ειδικοί από το Πανεπιστήμιο Tsukuba αναλύουν την δραστηριότητα του APJ, ενός υποδοχέα επιφανείας που εκφράζεται στον καρδιαγγειακό ιστό, όπως τα αιμοφόρα αγγεία και την καρδιά, και διαπιστώνουν ότι σχετίζεται άμεσα με την υπέρταση μέσω των επιδράσεων που έχει στα κύτταρα των αγγειακών μαλακών μυών.
Αν και παλαιότερα πειράματα σε ζώα είχαν δείξει ότι ο APJ μπορεί να σχετίζεται με την υπόταση, τα πειράματα δεν είχαν βασιστεί σε κύτταρα αγγειακών μαλακών μυών, που είναι και τα πρωτεύοντα κύτταρα έκφρασης του συγκεκριμένου υποδοχέα.
Στην ιαπωνική μελέτη οι επιστήμονες εξώθησαν στον υποδοχέα APJ να υπερεκφραστεί σε κύτταρα αγγειακών μαλακών μυών, σε επίπεδα ανώτερα του φυσιολογικού. Αυτό τους επέτρεψε να καταγράψουν στοχευμένα τις επιπτώσεις του υποδοχέα στα εν λόγω κύτταρα των τρωκτικών.
Τα πειραματόζωα με υπερέκφραση του APJ στα κύτταρα αγγειακών μαλακών μυών είχαν παροδική και έντονη αύξηση της αρτηριακής πίεσης λόγω της ενεργοποίησης του υποδοχεά δια της ενέσιμης χορήγησης απελίνης.
Επίσης οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η ενεργοποίηση του APJ λόγω της παρουσίας νοραδρεναλίνης ή φαινυλεπινεφρίνης, γνωστοί διαμεσολαβητές αγγειοσυστολής, συντελούσε σε περαιτέρω αγγειοσυστολή. Αυτό δείχνει συνεργατική επίδραση με τον α1Α-αδρενεργικό υποχοδέα.
Επιπλέον, οι ερευνητές απέδειξαν ότι ο APJ και ο α1Α-αδρενεργικός υποδοχέας αλληλεπιδρούν φυσικά εντός κυττάρων σε εργαστηριακές συνθήκες, πράγμα που υποδηλώνει ότι αυτή η άμεση αλληλεπίδραση μπορεί να είναι υπεύθυνη για την αγγειοσυστολή που παρατηρήθηκε στα ποντίκια.
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα της ιαπωνικής μελέτης μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των μηχανισμών που ελέγχουν την αρτηριακή πίεση του αίματος και στηρίζουν την ανάπτυξη θεραπειών για καταστάσεις όπως η αγγειακή στένωση και ο αγγειόσπασμος.