Νέα έρευνα που παρουσιάστηκε στην Ετήσια Συνάντηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Μελέτη του Σακχαρώδους Διαβήτη (EASD) στη Βαρκελώνη δείχνει πως η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών και ο μεγαλύτερης διάρκειας εμμηνορροϊκός κύκλος σχετίζονται με υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, ενώ η καθυστερημένη εφηβεία και καθυστερημένη εμμηνόπαυση σχετίζονται με χαμηλότερο κίνδυνο.
Η μελέτη που πραγματοποίησε ο Δρ. Sopio Tatulashvili, δείχνει ότι η γενικότερη μακροχρόνια έκθεση σε ορμόνες του φύλου θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο σακχαρώδους διαβήτη και ότι οι γυναίκες με υψηλότερο κίνδυνο σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 λαμβάνοντας αντισυλληπτικά χάπια ενδέχεται να χρειάζονται εξατομικευμένη παρακολούθηση.
Οι εξετάσεις για την παρακολούθηση του σακχάρου θα μπορούσαν να μειώσουν τον κίνδυνο περαιτέρω επιπλοκών. Για αυτό το λόγο είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι παράγοντες κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Στόχος της μελέτης είναι να καθορίσει τη σχέση μεταξύ διαφόρων ορμονικών παραγόντων και του κινδύνου ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.
Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 83.799 γυναίκες από τη Γαλλία που παρακολουθήθηκαν από το 1992 μέχρι το 2014. Υπολογιστικά μοντέλα προσάρμοσαν τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και χρησιμοποιήθηκαν για να υπολογιστεί ο κίνδυνος και η στατιστική συνάφεια μεταξύ διαφόρων ορμονικών παραγόντων κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Οι παράγοντες κινδύνου περιλάμβαναν τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), το κάπνισμα, την ηλικία, τη σωματική δραστηριότητα, το κοινωνικοοικονομικό στάτους, το επίπεδο μόρφωσης, το οικογενειακό ιστορικό για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και την αρτηριακή πίεση.
Οι συγγραφείς παρατήρησαν ότι η μεγαλύτερη ηλικία έναρξης της εφηβείας μείωνε τον κίνδυνο κατά 12% και η μεγαλύτερη ηλικία εμμηνόπαυσης μείωνε τον κίνδυνο κατά 30%. Ο θηλασμός (όσες είχαν θηλάσει έναντι όσων δεν είχαν θηλάσει ποτέ) σχετιζόταν επίσης με μειωμένο κίνδυνο κατά 10%.
Επιπλέον, ένας αυξημένος συνολικός αριθμός έμμηνων κύκλων σχετιζόταν με 25% μειωμένο κίνδυνο ενώ η έκθεση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε ορμόνες του φύλου (δηλαδή ο χρόνος μεταξύ της εφηβείας και της εμμηνόπαυσης) σχετιζόταν με 34% μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.
Στην αντίπερα όχθη, η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών (τουλάχιστον μία φορά στη ζωή μιας γυναίκας) σχετιζόταν με 33% αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, ενώ η μεγαλύτερη χρονική διάρκεια μεταξύ των έμμηνων ρύσεων (διάρκεια έμμηνου κύκλου) σχετιζόταν με 23% αυξημένο κίνδυνο.
Οι συγγραφείς αναφέρουν: «Φαίνεται πως η μεγαλύτερη διάρκεια έκθεσης σε ορμόνες του φύλου θα μπορούσε να αποτελέσει αρωγό για μειωμένο κίνδυνο σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2, ανεξάρτητα από ήδη γνωστούς και εδραιωμένους παράγοντες κινδύνου. Ο κίνδυνος που προκαλείται από αντισυλληπτικά χάπια θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω συμβουλευτική προς τις νεαρές γυναίκες που κινδυνεύουν να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 όπως εκείνες με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, εκείνες που είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες ή εκείνες που έχουν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών».