Η διακοπή του καπνίσματος μειώνει ήδη από τα πρώτα χρόνια τον κίνδυνο εκδήλωσης απειλητικών για τη ζωή των καπνιστών ασθενειών, ωστόσο οι πρώην καπνιστές κινδυνεύουν περισσότερο από καρδιαγγειακές ασθένειες ακόμα και 25 χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American Medical Association.
Μέχρι τώρα ήταν διαδεδομένη η αντίληψη ότι σταματώντας το κάπνισμα μειώνεται δραστικά ο κίνδυνος καρδιαγγειακών ασθενειών, εμφραγμάτων και πολλών μορφών καρκίνου και ότι το προσδόκιμο ζωής των πρώην καπνιστών επανέρχεται πλήρως και εξισώνεται με αυτό ενός ανθρώπου που δεν καπνίζει, μετά από 10-15 χρόνια.
Ωστόσο, η νέα μελέτη υποστηρίζει ότι ο κίνδυνος καρδιαγγειακών παθήσεων μπορεί να διατηρηθεί ακόμη και 25 χρόνια μετά το τελευταίο τσιγάρο.
Διαπιστώνει επίσης ότι ο ημερήσιος αριθμός τσιγάρων που καπνίζει κανείς επηρεάζει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση των κινδύνων.
Οι γιατροί θεωρούν ότι από τα πρώτα χρόνια της διακοπής του καπνίσματος το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται σημαντικά, ένα χρόνο μετά ο κίνδυνος για έμφραγμα ελαττώνεται στο μισό και ο κίνδυνος για εγκεφαλικό επεισόδιο πέφτει στο επίπεδο των μη-καπνιστών.
Αλλά στη μελέτη στην οποία ρωτήθηκαν 8.000 άτομα για το αν ο κίνδυνος των καρδιαγγειακών ασθενειών μειωνόταν από τα πρώτα χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος, 2.300 άτομα που κάπνιζαν πολύ και τους αφορούσε η συγκεκριμένη συνθήκη επιβεβαίωσαν ότι χρειάζεται από 5-10 χρόνια έως και 25 χρόνια για να εξαλειφθεί ο κίνδυνος που προκαλεί το τσιγάρο.
«Δεν υπάρχει χρονικό διάστημα μετά το οποίο το κάπνισμα παύει να αποτελεί κίνδυνο. Στην πραγματικότητα, ο καρκίνος του πνεύμονα δεν επηρεάζεται μόνο από τον αριθμό των τσιγάρων που καπνίζει κανείς καθημερινά αλλά και από το πόσα χρόνια είναι καπνιστής. Ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος μείωσης του κινδύνου είναι η διακοπή του καπνίσματος», τονίζει η υπηρεσία Tabac Info.