Εδώ και χρόνια οι επιστήμονες πιστεύουν ότι η επιδημία της παχυσαρκίας σχετίζεται τουλάχιστον εν μέρει με την αφθονία των επεξεργασμένων τροφίμων στην καθημερινή διατροφή των ανθρώπων. Τώρα, νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Cell Metabolism επιβεβαιώνει ως αληθή αυτήν ακριβώς τη σύνδεση.

Σε μια αυστηρά ελεγχόμενη εργαστηριακή μελέτη, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνθρωποι που πέρασαν δύο εβδομάδες ακολουθώντας μια διατροφή με εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα κατανάλωσαν πολλές περισσότερες θερμίδες, αυξάνοντας έτσι το βάρος τους, σε σχέση με όταν ακολουθούσαν μια διατροφή πλούσια σε φυσικά, μη επεξεργασμένα τρόφιμα.

Και η εξήγηση για αυτό δεν περιορίζεται μόνο στα προφανή, ότι δηλαδή τα επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν περισσότερα σάκχαρα και λίπη, καθώς και οι δύο δίαιτες σχεδιάστηκαν για να προσφέρουν τον ίδιο αριθμό θερμίδων ημερησίως και παρόμοιες ποσότητες συνολικών σακχάρων, λιπών, υδατανθράκων και ινών.

Οι 20 συμμετέχοντες στη μελέτη πέρασαν ένα μήνα στο εργαστήριο, ακολουθώντας την κάθε διατροφή για δύο συνολικά εβδομάδες και μπορούσαν να τρώνε όσο από προσφερόμενο φαγητό ήθελαν.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των δύο εβδομάδων με τα επεξεργασμένα τρόφιμα, οι εθελοντές κατέληξαν να τρώνε περισσότερο – περίπου 500 επιπλέον θερμίδες την ημέρα, κατά μέσο όρο. Επίσης πάχυναν κατά περίπου δύο κιλά, ενώ αδυνάτισαν περίπου το ίδιο κατά τη διάρκεια των δύο εβδομάδων της ελάχιστα επεξεργασμένης διατροφής.

«Εξεπλάγην όταν είδα ότι τα επεξεργασμένα τρόφιμα είχαν τόσο μεγάλες επιπτώσεις, ακριβώς επειδή είχαμε αντιστοιχήσει τις θερμίδες και τα άλλα συστατικά στις δύο δίαιτες» εξήγησε ο επικεφαλής ερευνητής Kevin Hall, του Εθνικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ για τον Διαβήτη, τις Πεπτικές και τις Νεφρικές Νόσους.

Πώς εξηγείται λοιπόν η κατανάλωση περισσότερων θερμίδων;
Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες κάνουν μόνο εικασίες. Μια θεωρία σχετίζεται με τον τρόπο που έτρωγαν οι άνθρωποι: όταν ακολουθούσαν τη διατροφή με τα επεξεργασμένα τρόφιμα, έτρωγαν πιο γρήγορα, καθιστώντας λιγότερο το χρόνο που είχε ο οργανισμός για να δώσει σήμα στον εγκέφαλο ότι χόρτασε και άρα να σταματήσει να τρώει.

Μια δεύτερη θεωρία έχει να κάνει με τα ροφήματα με τα πρόσθετα που κατανάλωναν οι συμμετέχοντες. «Και δεδομένου ότι τα υγρά μπορεί να μην είναι τόσο ικανοποιητικά όσο τα στερεά τρόφιμα, είναι κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει τη συνολική πρόσληψη θερμίδων των ανθρώπων», δήλωσε ο Δρ. Hall.

Από την πλευρά της, η Whitney Linsenmeyer, διαιτολόγος και εκπρόσωπος της Ακαδημίας Διατροφής και Διαιτολογίας, ανέδειξε τα πρόσθετα σάκχαρα που περιείχαν τα επεξεργασμένα τρόφιμα ως πιθανή εξήγηση των ευρημάτων της έρευνας.

Ο Δρ. Hall, πάντως, τόνισε ότι υπάρχουν πολλές δημοφιλείς δίαιτες απώλειας βάρους που δαιμονοποιούν συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά ή τρόφιμα, «υπάρχει όμως κι ένα που είναι κοινό: τα επεξεργασμένα τρόφιμα», είπε και συνέχισε σημειώνοντας ότι η μελέτη αυτή δεν αποδεικνύει ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι μπορεί να χάνουν βάρος στις δίαιτες.

Καταλήγοντας, η Δρ. Linsenmeyer σημείωσε ότι η υγιεινή διατροφή δεν αφορά μόνο στα θρεπτικά συστατικά, αλλά και στην κατανάλωση τροφίμων που μαγειρεύουμε και όχι τροφίμων που αγοράζουμε έτοιμα και μαγειρεμένα. «Καταλαβαίνω ότι μπορεί οι άνθρωποι μπορεί να μην έχουν χρόνο, χρήματα ή δεξιότητες για να μαγειρέψουν κάτι, είναι σημαντικό, όμως, σταδιακά να αφαιρούμε τα επεξεργασμένα τρόφιμα από την καθημερινότητά μας».