Θα έχετε παρατηρήσει ότι όταν κάποιος σταματά να καπνίζει περιορίζει επίσης και την ποσότητα του αλκοόλ που πίνει.
Μια νέα αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nicotine & Tobacco Research έρχεται να επιβεβαιώσει ακριβώς αυτό.
Εστιάζοντας οι ερευνητές σε μια ομάδα 22 ατόμων που κάπνιζαν καθημερινά και οι οποίοι είχαν αναζητήσει ιατρική βοήθεια για την αντιμετώπιση του αλκοολισμού, παρατήρησαν ότι η μείωση της καταναλισκόμενης ποσότητας αλκοόλ συντελούσε και σε καλύτερες πιθανότητες διακοπής του καπνίσματος.
Συγκεκριμένα, καθώς οι άντρες μείωναν το ρυθμό κατανάλωσης του αλκοόλ από 29 ποτά την εβδομάδα κατά μέσο όρο στα επτά, τόσο μειωνόταν και το ποσοστό των μεταβολιτών της νικοτίνης.
Οι γυναίκες δεν παρουσίασαν παρόμοια μείωση των μεταβολιτών της νικοτίνης, ωστόσο οι ερευνητές βρήκαν ότι οι γυναίκες δεν είχαν μειώσει σε τόσο μεγάλο βαθμό την κατανάλωση αλκοόλ κατά την περίοδο της μελέτης.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι με υψηλότερο ποσοστό μεταβολιτών για τη νικοτίνη είναι πιθανό να καπνίζουν περισσότερο και ότι είναι δυσκολότερο γι’ αυτούς να διακόψουν το κάπνισμα.
«Η μείωση του ρυθμού μεταβολισμού της νικοτίνης μέσω της μείωσης της κατανάλωσης αλκοόλ μπορεί να προσφέρει μια επιπλέον βοήθεια, όταν κάποιος προσπαθεί να διακόψει το κάπνισμα», εξηγεί η Sarah Dermody, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Όρεγκον και επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας.
«Χρειάζεται πολλή αποφασιστικότητα για να διακόψει κάποιος το κάπνισμα και, συχνά, πολλές προσπάθειες», συνεχίζει η Δρ. Dermody. «Η έρευνα αυτή υποδεικνύει ότι η κατανάλωση αλκοόλ αλλάζει τον μεταβολισμό της νικοτίνης και ότι το καθημερινό κάπνισμα και η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ είναι προτιμότερο να αντιμετωπίζονται μαζί», συμπληρώνει.
Τόσο το αλκοόλ όσο και το τσιγάρο είναι ευρέως διαδεδομένες συνήθειες, με έναν στους πέντε ενήλικες να ενδίδουν και στα δύο. Ειδικά το κάπνισμα θεωρείται δεδομένο για τους ανθρώπους που καταναλώνουν πολύ αλκοόλ. Εν ολίγοι, το αλκοόλ αποτελεί έναν εδραιωμένο παράγοντα κινδύνου για το κάπνισμα και το κάπνισμα αποτελεί εδραιωμένο παράγοντα κινδύνου για το αλκοόλ.