Αν και ο αριθμός των μελετών που διερευνούν τη συσχέτιση μεταξύ της πολλαπλής σκλήρυνσης και των αλλεργιών είναι μεγάλος, οι ερευνητές δεν έχουν καταλήξει σε σαφή αποτελέσματα.

Πρόσφατα μια ερευνητική ομάδα από το Brigham and Women’s Hospital πραγματοποίησε νέα μελέτη – τα ευρήματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο Journal of Neurology, Neurosurgery & Psychiatry – που διερευνά τη συσχέτιση μεταξύ των αλλεργιών και αυτής της σοβαρής νόσου. Η ομάδα βρήκε νέα στοιχεία που συνδέουν τις τροφικές αλλεργίες και τα φαινόμενα υποτροπής που παρατηρούνται στην πολλαπλή σκλήρυνση.

«Ορισμένοι πάσχοντες από πολλαπλή σκλήρυνση με σημαντικές αλλεργίες παραπονιούνται συχνά ότι υποτροπιάζουν, συσχετίζοντας τις υποτροπές με τα αλλεργικά επεισόδια. Σκεφτήκαμε, λοιπόν, ότι ο μηχανισμός που σχετίζεται με τις αλλεργίες και την επίδρασή τους στην πολλαπλή σκλήρυνση θα έχει σχέση με τη δραστηριότητα της φλεγμονώδους νόσου», δήλωσε ο Tanuja Chitnis, MD, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και νευρολόγος στο Partner MS Center του Brigham.

Έτσι, ο Δρ. Chitnis και οι συνάδελφοί του ξεκίνησαν να διερευνήσουν τη σχέση μεταξύ της δραστηριότητας της πολλαπλής σκλήρυνσης και του ιστορικού αλλεργιών σε ένα υποσύνολο ασθενών που συμμετείχαν σε μια μεγάλη μελέτη γνωστή ως Ολοκληρωμένη Διαχρονική Έρευνα Σκλήρυνσης κατά Πλάκας (CLIMB) στο Brigham and Women’s Hospital. Συνολικά 1.349 συμμετέχοντες απάντησαν σε ένα ερωτηματολόγιο στο οποίο περιγράφονταν διατροφικές, περιβαλλοντικές και φαρμακευτικές αλλεργίες. Η δραστηριότητα της νόσου εκτιμήθηκε με την αξιολόγηση του  αριθμού των υποτροπών καθώς και των ενισχυόμενων με γαδολίνιο βλαβών στη μαγνητική τομογραφία.

Το ενδιαφέρον των επιστημόνων προκάλεσε το γεγονός ότι μόνο οι συμμετέχοντες με διατροφικές αλλεργίες έδειξαν ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό σωρευτικών επεισοδίων και αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης νέων ενισχυόμενων με γαδολίνιο βλαβών σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν ανέφεραν διατροφικές αλλεργίες. Αυτό το αποτέλεσμα παρέμεινε σημαντικό ακόμα και όταν προσαρμόστηκε σε πιθανούς τροποποιητικούς παράγοντες όπως το φύλο, η ηλικία κατά την έναρξη των συμπτωμάτων και η κατηγορία της νόσου. Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές επιδράσεις για τις ομάδες με περιβαλλοντικές ή φαρμακευτικές αλλεργίες μετά τις τροποποιημένες αναλύσεις.

Αυτή η συσχέτιση μεταξύ των διατροφικών αλλεργιών και της πολλαπλής σκλήρυνσης υπογραμμίζει το σημαντικό ρόλο που ενδεχομένως να παίζει στην ανοσία και τη φλεγμονή ένας άλλος πιθανός παράγοντας: το έντερο. «Είναι ενδιαφέρον ότι αυτή η σχέση βρέθηκε μόνο στις τροφικές αλλεργίες και όχι σε άλλους τύπους αλλεργιών, κάτι που θα μπορούσε να ήταν αναμενόμενο εάν επρόκειτο για ένα ζήτημα αμιγώς ανοσολογικής απόκρισης», δήλωσε ο Δρ. Chitnis και συνέχισε: «Η παρουσία διατροφικών αλλεργιών και μηχανισμών που σχετίζονται με αυτές μπορεί να αυξήσει τον ρυθμό υποτροπής και τη φλεγμονώδη δραστηριότητα σε ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας».

Προς το παρόν, ο Δρ. Chitnis και οι συνεργάτες του εργάζονται για να ανακαλύψουν περισσότερους μηχανισμούς ανοσολογικών δυσλειτουργιών στις αλλεργίες και να περιγράψουν τον τρόπο με τον οποίο τέτοιες δυσλειτουργίες έχουν αντίκτυπο στη φλεγμονώδη δραστηριότητα της πολλαπλής σκλήρυνσης.

Δεδομένου του σχετικού χαρακτήρα αυτής της μελέτης, οι ερευνητές τονίζουν την περιορισμένη κλινική ενσωμάτωση των ευρημάτων τους, με τον Δρ. Chitnis πάντως να είναι αισιόδοξος για τη δυνητική σημασία του έργου, τονίζοντας τον εξέχοντα ρόλο της αντιμετώπισης των τροφικών αλλεργιών στην περίθαλψη των ασθενών με πολλαπλή σκλήρυνση.

«Αυτή η έρευνα δημιουργεί ένα νέο τρόπο σκέψης για τους ανοσοποιητικούς μηχανισμούς στην πολλαπλή σκλήρυνση», καταλήγει ο Δρ. Chitnis.