Σε δραματική πτώση – και σε ευθεία αντίθεση με το αφήγημα της κυβέρνησης- βρίσκονται οι προσλήψεις και τα κονδύλια του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ).

Παρά τα όσα υποστηρίζει η ηγεσία του υπουργείου Υγείας περί της οικονομικής ευρωστίας του ΕΣΥ αλλά και περί της ενίσχυσής του με ανθρώπινο δυναμικό, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) παραθέτει στοιχεία που δείχνουν πολύ διαφορετική την εικόνα στο πεδίο της δημόσιας υγείας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Δημόσιας Διοίκησης, που επικαλείται η ΠΟΕΔΗΝ, το μόνιμο προσωπικό στο υπουργείο Υγείας τον Δεκέμβριο του 2014 ήταν 79.535 άτομα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2018, οι εργαζόμενοι στην υγεία ήταν 78.688.

Τους τελευταίους τέσσερις μήνες δε συνταξιοδοτήθηκαν άλλοι 1.000 υπάλληλοι (στοιχεία Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους). Συνεπώς, το μόνιμο προσωπικό στο υπουργείο Υγείας μειώθηκε κατά 1.845 άτομα.

Επιπλέον, και όπως υπογραμμίζει η ΠΟΕΔΗΝ, δεν έχει γίνει καμία προκήρυξη μόνιμου προσωπικού τα έτη 2017, 2018, 2019, παρόλο που έχουν αποχωρήσει με συνταξιοδότηση 3.000 εργαζόμενοι.

«Οι 1.100 θέσεις που προκηρύχτηκαν τώρα είναι προς αντικατάσταση του επικουρικού προσωπικού, που κάλυπτε πάγιες ανάγκες», λέει ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, κ. Μιχάλης Γιαννάκος.

Με βάση, δε, το ESYnet Πληροφοριακό Σύστημα του υπουργείου Υγείας το προσωπικό των νοσοκομείων σήμερα είναι κατά 6.000 εργαζόμενους μειωμένο σε σχέση με το έτος 2014.

Αλλά και τα στοιχεία για τη χρηματοδότηση είναι μελανά, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ. «Πού είδε το πλεόνασμα ο κ. Τσίπρας;» διερωτάται η Ομοσπονδία, και αναφέρει πως «τα νοσοκομεία με βάση τα στοιχεία που δημοσίευσε η ίδια η κυβέρνηση έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 531 εκατ. ευρώ».

Αλλά και ο προϋπολογισμός των νοσοκομείων είναι καθηλωμένος κάτω από τα επίπεδα του 2014. «Η κρατική χρηματοδότηση είναι 786 εκατ. ευρώ και λαμβάνουν από τον ΕΟΠΥΥ περί τα 737 εκατ. ευρώ. Το ίδιο ήταν το όριο δαπανών και τα έτη 2014, 2015. Μόνο που η ζήτηση τώρα αυξήθηκε κατά 30%. Οι δημόσιες δαπάνες υγείας είναι στο Τριτοκοσμικό επίπεδο του 5,2% του ΑΕΠ», αναφέρει η ΠΟΕΔΗΝ.