Κατά της χρήσης της προληπτικής χορήγησης της υδροξυχλωροκίνης έναντι της νόσου COVID-19 που προκαλεί ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 τάσσεται επιτροπή ειδικών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).

Σε σχετικό άρθρο που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό The BMJ σήμερα Τρίτη αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «το φάρμακο δεν αποτελεί πλέον ερευνητική προτεραιότητα και το ενδιαφέρον θα πρέπει να στραφεί σε άλλα πιο υποσχόμενα φάρμακα για την πρόληψη της COVID-19».

Ειδικότερα, η Επιτροπή Ανάπτυξης Κατευθυντήριων Οδηγιών (GDG) του ΠΟΥ, απαρτιζόμενη από διεθνείς προσωπικότητες του επιστημονικού χώρου, τάσσεται κατά της χρήσης του παλαιού αυτού αντιφλεγμονώδους φαρμάκου σε ότι αφορά στην προληπτική χορήγησή της σε άτομα που δεν νοσούν από COVID-19.

Η «ισχυρή» σύστασή τους βασίζεται σε υψηλής βεβαιότητας αποδεικτικά στοιχεία από έξι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές στις οποίες έλαβαν μέρος πάνω από 6.000 άτομα με και χωρίς γνωστό ιστορικό έκθεσης σε άτομο που είχε επιβεβαιωμένη λοίμωξη COVID-19.

Σύμφωνα με τα δεδομένα αυτά, η υδροξυχλωροκίνη δεν έχει καμιά αξιοσημείωτη επίδραση σε ό,τι αφορά στη θνησιμότητα και τη νοσηλεία, ενώ ενδιάμεσης βαρύτητας στοιχεία έδειξαν ότι το συγκεκριμένο αντιφλεγμονώδες δεν έχει αξιοσημείωτη επίπτωση στην εργαστηριακά επιβεβαιωμένη COVID-19 και πιθανόν αυξάνει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών.

Υπό το βάρος των παραπάνω στοιχείων, η επιτροπή του ΠΟΥ θεωρεί ότι το εν λόγω φάρμακο δεν είναι πια ερευνητική προτεραιότητα και ότι οι διαθέσιμοι πόροι πρέπει να στραφούν προς την αξιολόγηση άλλων πιο υποσχόμενων φαρμάκων για την πρόληψη της COVID-19.

Η κατευθυντήρια αυτή οδηγία αφορά όλους τους πολίτες που δεν έχουν νοσήσει από COVID-19, ανεξαρτήτως να έχουν εκτεθεί σε ασθενή με τη συγκεκριμένη λοίμωξη.

Η GDG κρίνει ότι σχεδόν όλοι οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να θεωρούν την υδροξυχλωροκίνη αξιόλογο φάρμακο, και αποφάσισαν επίσης ότι παράγοντες όπως πόροι, σκοπιμότητα, αποδοχή και δικαιοσύνη για χώρες και συστήματα υγειονομικής περίθαλψης είναι απίθανο να επηρεάσουν και να αλλάξουν τη νέα αυτή σύσταση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, η σημερινή κατευθυντήρια οδηγία είναι η πρώτη έκδοση μιας «ζωντανής» κατευθυντήριας γραμμής για τα φάρμακα για την πρόληψη της COVID-19, που αναπτύχθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας με τη μεθοδολογική υποστήριξη του Ιδρύματος MAGIC Evidence Ecosystem. Στόχος είναι να παρέχει αξιόπιστη καθοδήγηση για τη διαχείριση της πανδημίας και να βοηθά τους γιατρούς να λαμβάνουν καλύτερες αποφάσεις με τους ασθενείς τους.

Οι «ζωντανές» κατευθυντήριες οδηγίες είναι χρήσιμες σε ταχέως εξελισσόμενους ερευνητικούς τομείς όπως η COVID-19, επειδή επιτρέπουν στους ερευνητές να επικαιροποιούν στοιχεία που έχουν ήδη ελεγχθεί.

Νέες συστάσεις για άλλα φάρμακα που μπορούν να ληφθούν προληπτικά έναντι της COVID-19 θα προστεθούν σε αυτήν την κατευθυντήρια οδηγία καθώς γίνονται διαθέσιμα περισσότερα επιστημονικά δεδομένα.

Υπενθυμίζεται ότι, το ανθελονοσιακό φάρμακο υδροξυχλωροκίνη προκάλεσε παγκόσμια φρενίτιδα όταν τον περασμένο Μάρτιο ο Γάλλος καθηγητής Λοιμωξιολογίας, Ντιντιέ Ραούλ από το Μεσογειακό Πανεπιστημιακό Νοσοκομειακό Ινστιτούτο Μολυσματικών Νόσων της Μασσαλίας ανακοίνωσε ότι το σκεύασμα βελτιώνει πολύ την εξέλιξη της νόσου COVID-19. Μάλιστα, τότε ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ) στη χώρα μας αναγκάστηκε να εκδώσει οδηγία για τη χορήγηση της χλωροκίνης και της υδροξυχλωροκίνης μόνο με ιατρική συνταγή ώστε να αποτραπούν τυχόν ελλείψεις.

Η υδροξυχλωροκίνη ετέθη εν συνεχεία στο μικροσκόπιο διαφόρων ερευνητικών ομάδων με στόχο να βρεθεί η «θέση» του σκευάσματος στον θεραπευτικό αλγόριθμο της COVID-19.

Ο FDA μάλιστα στις 29 Μαρτίου ενέκρινε τη χορήγηση χλωροκίνης και υδροξυχλωροκίνης σε εφήβους και ενήλικες ασθενείς αφού στις 24 Μαρτίου ο Αμερικανός πρόεδρος είχε εξυμνήσει την αξία της θεραπείας αναφέροντας ότι χαρακτηριστικά: «Υπάρχουν πολλές πιθανότητες αυτό να μπορέσει να έχει τεράστιο αντίκτυπο. Θα ήταν μάννα εξ ουρανού, αν αυτό τα πήγαινε καλά».

Ο ΠΟΥ για πρώτη φορά τον Μάιο του 2020 αποφάσισε την εξαίρεση της υδροξυχλωροκίνης από την κλινική μελέτη SOLIDARITY, παρά τις πολυάριθμες κλινικές μελέτες που ήταν σε εξέλιξη ανά τον κόσμο για τη συμβολή της στη θεραπεία της COVID-19.

Αφορμή στάθηκε η δημοσίευση μελέτης στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet που συνέδεε το ανθελονοσιακό φάρμακο με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου και καρδιακών προβλημάτων σε όσους το έλαβαν, συγκριτικά με όσους δε το έλαβαν. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις 25 Μαρτίου 2020 η Κλινική Mayo των ΗΠΑ είχε εκδώσει οδηγίες σύμφωνα με τις οποίες έπρεπε να ελέγχονται για την καρδιακή τους λειτουργία όλοι οι ασθενείς τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της αγωγής με υδροξυχλωροκίνη ή χλωροκίνη.

Στις 12 Μαΐου είχε δημοσιευθεί άλλη έρευνα στο New England Journal of Medicine από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «η υδροξυχλωροκίνη δεν σχετίζεται με αυξημένο ή μειωμένο κίνδυνο διασωλήνωσης ή θανάτου των νοσηλευομένων ασθενών με COVID-19». Ενώ απογοητευτικά ήταν και τα αποτελέσματα δύο ακόμη μελετών, από την Κίνα και τη Γαλλία που δημοσιεύθηκαν στο British Medical Journal.

Επίσης, ομάδα Αμερικανών ειδικών, υπό την αιγίδα των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας (ΝΙΗ), στις 22 Απριλίου 2020 είχε συμβουλεύσει επισήμως τους γιατρούς να μην χορηγούν στους ασθενείς με COVID-19 υδροξυχλωροκίνη σε συνδυασμό με αζιθρομυκίνη, λόγω του κινδύνου εμφάνισης καρδιολογικών προβλημάτων. «Εξαιρουμένου του περιβάλλοντος κλινικών δοκιμών, η επιτροπή (…) συνιστά να μην χρησιμοποιούνται τα ακόλουθα φάρμακα για τη θεραπεία της COVID-19: ο συνδυασμός υδροξυχλωροκίνης με αζιθρομυκίνη, λόγω πιθανής τοξικότητας», ανέφεραν χαρακτηριστικά.