Εάν αποφασίσετε να κάνετε ιδιωτική ασφάλεια υγείας η συμβουλή των έμπειρων διαμεσολαβητών είναι να μην καθυστερήσετε να προχωρήσετε τη διαδικασία, καθώς όσο πιο νωρίς την κάνετε και όσο πιο υγιής είστε, τόσο περισσότερα οφέλη θα εξασφαλίσετε από το πρόγραμμα υγείας.
Πρώτον, στις νεαρές ηλικίες τα ασφάλιστρα είναι σαφώς χαμηλότερα. Ενδεικτικά, για ένα πρόγραμμα νοσοκομειακής κάλυψης για ένα άτομο 30 ετών, τα ασφάλιστρα ανέρχονται σε 300€ τον χρόνο.
Δεύτερον όσο μεγαλώνετε κάνουν την… εμφάνισή τους τα γνωστά χρόνια νοσήματα (καρδιαγγειακά, σακχαρώδης διαβήτης κτλ.), τα οποία πέραν του ότι εκτοξεύουν το κόστος των ασφαλίστρων, μπορούν να «προκαλέσουν» ακόμα και απόρριψη της αίτησής σας για ασφάλιση.
Ιδίως στις ηλικίες άνω των 50 οι ασφαλιστικές εταιρίες ζητούν πρόσφατες διαγνωστικές εξετάσεις πριν την υπογραφή του συμβολαίου. Αν εντοπιστεί κάποια πάθηση, η συγκεκριμένη πάθηση εξαιρείται από τις καλύψεις. Στην περίπτωση που οι παθήσεις είναι περισσότερες, για παράδειγμα το άτομο έχει ιστορικό καρδιοπάθειας, διαβήτη και παχυσαρκία είναι πολύ πιθανόν η ασφαλιστική να απορρίψει το αίτημά του. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις γίνεται δεκτή η αίτηση με την προϋπόθεση ότι θα καταβληθεί επασφάλιστρο (αυξημένο ασφάλιστρο).
Όταν οι υποψήφιοι ασφαλισμένοι δυσανασχετούν από το υποχρεωτικό check up, οι ασφαλιστές τους εξηγούν ότι με αυτή τη διαδικασία αποφεύγονται οι παρανοήσεις. Γίνεται ξεκάθαρο τι ασφαλίζεται και τι εξαιρείται ώστε να μην προκύψουν ενστάσεις και δυσαρέσκειες όταν κάποια στιγμή στο μέλλον γίνει χρήση του συμβολαίου υγείας.
Οι ασφαλιστές γενικά συμβουλεύουν να μην αποκρύπτετε στοιχεία που αφορούν προϋπάρχουσες παθήσεις. Η δήλωση μιας πάθησης μπορεί να οδηγήσει σε πληρωμή επασφαλίστρου ή εξαίρεση καλύψεων σχετικά με αυτή, όμως είναι σίγουρα προτιμότερο να το ξέρετε αυτό από την αρχή, παρά να το ανακαλύψετε αργότερα και να μείνετε ακάλυπτοι σε ώρα ανάγκης.