Τη διαφορά που έχουν τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ) με τις ασφαλιστικές εταιρίες, οι οποίες προσφέρουν ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, καταδεικνύει μελέτη του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων ΓΣΕΒΕΕ, με τίτλο «Τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης ως πυλώνας του ασφαλιστικού συστήματος».
Ειδικότερα, τα ΤΕΑ συστήνονται από επαγγελματικούς κλάδους και έχουν σκοπό την παροχή επαγγελματικής προστασίας, πέραν της παρεχόμενης από την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, για τους ασφαλιστικούς κινδύνους γήρατος, θανάτου, αναπηρίας, επαγγελματικού ατυχήματος, ασθένειας, διακοπής της εργασίας. Χορηγούν παροχές σε είδος ή σε χρήμα που καταβάλλονται περιοδικώς ή εφάπαξ. Πέρα από το προφανές, ότι, δηλαδή, υπάγονται σε πιο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς σε σχέση με τα ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα των εταιριών (σ.σ. η εισφορά μέλους Επαγγελματικού Ταμείου, το οποίο έχει συσταθεί με νόμο, εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα κατά ποσοστό 100%, ενώ η εφάπαξ παροχή δεν υπόκειται σε φόρο και απαλλάσσεται και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης), τα ΤΕΑ:
Είναι στη φύση τους προαιρετικά. Οι ασφαλισμένοι, δηλαδή, μπορούν να ζητήσουν την ένταξή τους στο Ταμείο εφόσον και μόνον το θελήσουν, ενώ το Ταμείο δεν μπορεί να την αρνηθεί. «Σε αντίθεση με τον τρίτο πυλώνα, όπου μία ασφαλιστική εταιρία δέχεται μεν, ασφαλισμένους με δική τους αίτηση (προαιρετική υπαγωγή), αλλά δύναται να αρνηθεί τελικώς την ένταξή τους βάσει δικών της κριτηρίων (έλεγχος των κινδύνων που απορρέουν από την ένταξη του εν λόγω ασφαλισμένου σε κάποιο πρόγραμμα). Μία τέτοια άρνηση ενδέχεται να αφορά συγκεκριμένες ασθένειες ή υποτροπές αυτών για παράδειγμα ή/και έντονες δραστηριότητες, όπως επικίνδυνα σπορ και άλλες», τονίζεται στη μελέτη.
Είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Για τον λόγο αυτό το βάρος μετατίθεται εν γένει στην κάλυψη των αναγκών των ασφαλισμένων και όχι στην παραγωγή κέρδους. Επίσης, σύμφωνα με τη μελέτη, λείπουν οι ανταγωνιστικές σχέσεις και η πιθανή χειραγώγηση των κεφαλαίων από τους μετόχους, όπως έχει παρατηρηθεί κάποιες φορές (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ιδιωτική ασφάλιση είναι εν γένει καταδικαστέα ή ότι αυτή είναι η νόρμα) διότι στην προκειμένη περίπτωση οι μέτοχοι είναι οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι του ΤΕΑ.
Έχουν έξοδα διοίκησης, παροχής πληροφοριών και προσωπικού, αναφορικά με τις απαραίτητες ως προς την εποπτεία τους ενέργειες (αναλογιστική μελέτη, έλεγχος ορκωτών λογιστών κ.ο.κ.). Δεν πωλούν προϊόντα και με τη λογική αυτή δεν είναι απαραίτητο να τα διαφημίζουν, να διατηρούν δίκτυα και υποκαταστήματα και να κάνουν άλλα έξοδα, τα οποία τελικώς μετακυλίονται στον τελικό καταναλωτή. «Βέβαια, εδώ βρίσκεται και ένα σημείο αδυναμίας των ΤΕΑ. Στον ασφαλιστικό χώρο λέγεται ότι η σύνταξη είναι ένα προϊόν και κάθε προϊόν πρέπει να διαφημίζεται. Συν τοις άλλοις, το προϊόν αυτό είναι ιδιαίτερα δύσκολο να πωληθεί, καθώς απαιτείται να το πληρώνει κάποιος για δεκαετίες πριν τελικώς το αποκτήσει. Υπό αυτή τη λογική τα ΤΕΑ για να αναπτυχθούν θα έπρεπε να προβάλουν το έργο τους με κάποιον τρόπο που μέχρι στιγμής είναι η οργάνωση συνεδρίων από τους αρμόδιους φορείς, η αρθρογράφηση σε σχετικά έντυπα και ιστοσελίδες, η δια στόματος μεταφορά, καθώς και μελέτες από τους ενδιαφερόμενους φορείς», καταλήγει η μελέτη.
Διαβάστε επίσης
Τέσσερα πράγματα που πρέπει να γνωρίζετε πριν κάνετε μια ασφάλιση υγείας
Προγράμματα υγείας για αλλοδαπούς: Τι προβλέπουν τα πακέτα των εταιριών