Οι παθήσεις του θυρεοειδούς κάνουν συχνότερα την εμφάνισή τους από ότι στο παρελθόν σε όλες τις ηλικίες ακόμα και σε παιδιά και εγκυμονούσες. Πώς αντιμετωπίζει όμως ένα ασφαλιστήριο υγείας την θυρεοειδοπάθεια ή την αφαίρεση του θυρεοειδή αδένα, μια χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβάλλονται πλέον πολλοί ασθενείς;
Ο ασφαλιστής πριν από τη σύναψη του ασφαλιστηρίου υγείας ρωτά τον υποψήφιο αν έχει κάνει πρόσφατα αιματολογικές εξετάσεις και συγκεκριμένα αν σε αυτές αποτυπώνονται τα επίπεδα των ορμονών Τ3, Τ4 και TSH που δείχνουν αν υπάρχει υπερθυρεοειδισμός και υποθυρεοειδισμός η άλλες παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα.
Αν εμφανίζεται κάποιο πρόβλημα ο ασφαλιστής θα ζητήσει και πρόσφατο υπέρηχο θυρεοειδή για να διαπιστώσει την κατάσταση της πάθησης. Οι εξετάσεις θα πρέπει να είναι πρόσφατες (να έχουν πραγματοποιηθεί εντός 12 μηνών). Αν ο υποψήφιος για ασφάλιση έχει κάνει επέμβαση αφαίρεσης του θυροειδούς αδένα θα του ζητηθεί το αποτέλεσμα της βιοψίας για να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει κακοήθεια.
Στη συνέχεια ο ασφαλιστής αποστέλλει την αίτηση για ασφάλιση μαζί με τα ιατρικά δικαιολογητικά που έχει ήδη προσκομίσει ο πελάτης, με σκοπό να επιταχυνθεί από την εταιρία η εκτίμηση του ασφαλιστικού κινδύνου. Σε ορισμένες περιπτώσεις το Τμήμα Εκτίμησης Κινδύνου μπορεί να ζητήσει και περαιτέρω δικαιολογητικά που θα προκύψουν από τον έλεγχο της νέας αίτησης, παλαιότερων ατομικών ασφαλιστηρίων καθώς και του ιστορικού αποζημιώσεων του πελάτη.
Τις περισσότερες φορές, δυστυχώς, οι παθήσεις του θυρεοειδούς εξαιρούνται από την ασφαλιστική κάλυψη των νοσοκομειακών προγραμμάτων υγείας. Καλύπτεται μόνο η περίπτωση του υποθυρεοειδισμού που ρυθμίζεται επιτυχώς με αγωγή. Αντίθετα στις εξαιρέσεις περιλαμβάνονται η βρογχοκήλη, η θυρεοειδίτιδα και η οζώδης βρογχοκήλη. Παρόλα αυτά ορισμένες εταιρίες δέχονται να καλύψουν αυτές τις παθήσεις επιβαρύνοντας όμως με επασφάλιστρο το συνολικό κόστος του συμβολαίου.