Ένας από τους δείκτες κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις επιδεινώνεται σημαντικά καθώς οι γυναίκες προχωρούν στη φάση της εμμηνόπαυσης, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση της μεγαλύτερης και πιο μακρόχρονης μελέτης της υγείας των γυναικών κατά τη μέση ηλικία (SWAN), που δημοσιεύθηκε στο Arteriosclerosis, Thrombosis, and Vascular Biology.
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής επιστήμονες από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Pittsburgh, τα ευρήματα προστίθενται στα ολοένα και αυξανόμενα στοιχεία που αφενός δείχνουν ότι η εμμηνόπαυση – κατά μέσο όρο σημειώνεται λίγο μετά τα 50 – είναι μια κρίσιμη περίοδος για αλλαγές στην καρδιαγγειακή υγεία και αφετέρου αναδεικνύουν τη σημασία εστίασης γιατρών και γυναικών στην υγεία της καρδιάς κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση.
«Η μέση ηλικία δεν είναι απλά μια περίοδος όπου οι γυναίκες βιώνουν εξάψεις και άλλα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης. Είναι μια περίοδος όπου ο καρδιαγγειακός τους κίνδυνος αυξάνεται, καθώς παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές σε πολλά κλινικά μέσα μέτρησης της σωματικής υγείας», τονίζει η επικεφαλής συγγραφέας και αναπληρώτρια καθηγήτρια, Samar R. Elh Khoudary.
Για τη μελέτη, η επιστημονική ομάδα χρησιμοποίησε μια υποκατηγορία δεδομένων από την έρευνα SWAN, στην οποία περιλαμβάνονταν δύο εξετάσεις πρώιμων δεικτών καρδιαγγειακής υγείας κατά την πάροδο του χρόνου. Τελικά στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 339 γυναίκες.
Η εργασία αυτή επικεντρώθηκε στο πώς αλλάζει η αρτηριοσκλήρυνση κατά την εμμηνόπαυση, με τους ερευνητές να παρακολουθούν τις γυναίκες για έως και 12,5 χρόνια ή μέχρι να μπουν στην εμμηνόπαυση, διάστημα που τους επέτρεψε να καθορίσουν με βεβαιότητα το μέτρο της αρτηριοσκλήρυνσης κατά την μετάβαση στην εμμηνόπαυση.
Κατά μέσο όρο, αποδείχθηκε πως η αρτηριοσκλήρυνση αυξανόταν από περίπου 0,9% έως και ένα χρόνο πριν την τελευταία τους έμμηνο ρύση σε σχεδόν 7,5% μέσα σε ένα χρόνο πριν και μετά την τελευταία έμμηνο ρύση, ποσοστό που θεωρείται ραγδαίο. Τα ευρήματα παρέμειναν ίδια και μετά την προσαρμογή τους σε διάφορους παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την καρδιακή υγεία, όπως η περίμετρος μέσης, η αρτηριακή πίεση, τα λιπίδια, το κάπνισμα, τα επίπεδα σωματικής άσκησης και το στρες λόγω οικονομικών παραγόντων.
«Η μελέτη SWAN είναι μια μοναδική πηγή δεδομένων για τις αλλαγές στην υγεία των γυναικών σε διάφορες δεκαετίες και η ανάλυση αυτή δείχνει ότι η μετάβαση στην εμμηνόπαυση είναι μια πολύ σημαντική περίοδος για την καρδιακή υγεία. Παρόλο που, όπως σε κάθε μελέτη, έτσι και σε αυτή υπάρχουν περιορισμοί, είμαστε ακόμα σε θέση να δούμε ότι οι μεγάλες αλλαγές στον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας, Δρ. Saad Samargandy.
Η εργασία αυτή ακολουθεί πολλές άλλες που συνδέουν τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση με τη συσσώρευση καρδιακού λίπους, αλλαγές στη χοληστερόλη, φλεγμονή και ασβεστοποίηση της στεφανιαίας αρτηρίας, μεταξύ των άλλων παραγόντων κινδύνου για καρδιακές παθήσεις. Οι κλινικές δοκιμές κρίνονται απαραίτητες για την εξακρίβωση του αν οι παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, όπως οι διατροφικές αλλαγές, η σωματική άσκηση, η φαρμακευτική αγωγή ή ακόμα και ο αυξημένος έλεγχος, θα μπορούσαν να αποδειχθούν επωφελείς καθώς οι γυναίκες οδεύουν προς αυτή τη φάση της ζωής τους.