Η κατανάλωση μικρής ποσότητας καφεΐνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση του κινδύνου διαβήτη κύησης, σύμφωνα με τα ευρήματα ερευνητών από την Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστημίου της Pennsylvania που δημοσιεύθηκαν στο JAMA Network Open.
«Παρόλο που δεν καταφέραμε να μελετήσουμε τον συσχετισμό της κατανάλωσης πάνω από το συνιστώμενο όριο, τώρα ξέρουμε ότι η χαμηλή προς μέτρια κατανάλωση καφεΐνης δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο διαβήτη κύησης, προεκλαμψίας ή υπέρτασης για τις μέλλουσες μητέρες», αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επίκουρη καθηγήτρια επιδημιολογίας, Δρ. Stefanie Hinkle.
Το Αμερικανικό Κολέγιο Μαιευτήρων – Γυναικολόγων (ACOG) συστήνει τον περιορισμό της κατανάλωσης καφεΐνης από τις εγκυμονούσες σε λιγότερο από 200 mg ημερησίως (περίπου δύο κούπες). Οι συστάσεις αυτές βασίζονται σε μελέτες που υποδεικνύουν πιθανούς συσχετισμούς των υψηλότερων επιπέδων καφεΐνης με την αποβολή στην εγκυμοσύνη και την εμβυϊκή ανάπτυξη. Ωστόσο, τα δεδομένα παραμένουν περιορισμένα σχετικά με τη σύνδεση ανάμεσα στην καφεΐνη και τα αποτελέσματα υγείας της μητέρας.
Για να κατανοήσουν καλύτερα αυτόν τον συσχετισμό, λοιπόν, οι ερευνητές μελέτησαν προοπτικά δεδομένα από 2.529 εγκυμονούσες που συμμετείχαν σε εθνική μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 12 κλινικές των ΗΠΑ μεταξύ 2009-2013.
Κατά την εγγραφή τους στη μελέτη και σε κάθε επόμενη επίσκεψη στον γιατρό, οι γυναίκες ανέφεραν την εβδομαδιαία πρόσληψη καφέ, τσαγιού, αναψυκτικών και ενεργειακών ποτών που περιείχαν καφεΐνη. Οι συγκεντρώσεις καφεΐνης μετρήθηκαν, επίσης, στο πλάσμα των συμμετεχουσών στη 10η και 13η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Στη συνέχεια, οι ερευνητές αντιστοίχισαν την κατανάλωση καφεΐνης με βασικά αποτελέσματα υγείας, όπως η κλινική διάγνωση του διαβήτη κύησης, της υπέρτασης κύησης και της προεκλαμψίας.
Η ερευνητική ομάδα βρήκε ότι η κατανάλωση καφεϊνούχων ροφημάτων στη 10η και 13η εβδομάδα της κύησης δεν σχετιζόταν με τον κίνδυνο διαβήτη κύησης. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου της εγκυμοσύνης, αντίθετα, η κατανάλωση έως και 100 mg καφεΐνης ημερησίως σχετίστηκε με 47% μείωση στον κίνδυνο διαβήτη. Τέλος, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην αρτηριακή πίεση, την προεκλαμψία ή την υπέρταση ανάμεσα στις γυναίκες που κατανάλωναν καφεΐνη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης με εκείνες που δεν κατανάλωναν.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι τα ευρήματα βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις μελέτες που έχουν βρει ότι η καφεΐνη σχετίζεται με βελτιωμένο ενεργειακό ισοζύγιο και μειωμένη λιπώδη μάζα. Αναφέρουν, επίσης, ότι δεν μπορούν να αποκλείσουν το γεγονός αυτά τα ευρήματα να οφείλονται σε άλλα συστατικά του καφέ και του τσαγιού όπως τα φυτοχημικά, τα οποία μπορεί να επηρεάζουν τη φλεγμονή και την αντίσταση στην ινσουλίνη, οδηγώντας σε χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη κύησης.
Ωστόσο, προηγούμενες μελέτες της ίδιας επιστημονικής ομάδας έχουν δείξει ότι η κατανάλωση καφεΐνης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ακόμα και σε ποσότητες μικρότερες των 200 mg ημερησίως, σχετίζονταν με χαμηλότερες ανθρωπομετρικές μετρήσεις των νεογνών.
«Δε συμβουλεύουμε τις γυναίκες που δεν καταναλώνουν καφεΐνη να αρχίσουν να το κάνουν για να μειώσουν τον κίνδυνο διαβήτη κύησης. Όμως, τα ευρήματά μας μπορεί να παρέχουν κάποια βεβαιότητα στις γυναίκες που ήδη καταναλώνουν χαμηλές έως μέτριες ποσότητες καφεΐνης, ότι σε αυτά τα επίπεδα δεν υπάρχει πιθανότητα αύξησης των κινδύνων για την υγείας τους», σχολιάζει καταληκτικά η Δρ. Hinkle.
Διαβάστε επίσης
Καφές: Ποιες μέρες είναι προτιμότερο να πίνουμε ντεκαφεϊνέ
Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών: Παράγοντας κινδύνου για δυο προβλήματα κύησης
Κορωνοϊός στην Εγκυμοσύνη: Πώς επηρεάζει την άμυνα του εμβρύου