Οι γυναίκες που παίρνουν για μεγάλες χρονικές περιόδους αντιβιοτικά, είναι πιο πιθανό να πάθουν έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο, σύμφωνα με νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα που δημοσιεύθηκε στο European Heart Journal.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι κυρίως οι γυναίκες άνω των 60 ετών, αλλά και εκείνες της μέσης ηλικίας 40-59 ετών, που έπαιρναν αντιβιοτικά για πάνω από δύο μήνες, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο καρδιακής νόσου και εμφράγματος. Το εύρημα αυτό όμως δεν επιβεβαιώθηκε για τις γυναίκες 20 έως 39 ετών.
Συγκεκριμένα, οι μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες (άνω των 60 ετών) έχουν 32% μεγαλύτερη πιθανότητα να πάθουν έμφραγμα, αν παίρνουν αντιβιοτικά για περισσότερους από δύο μήνες. Ο αντίστοιχος κίνδυνος για τις γυναίκες μέσης ηλικίας (40-59 ετών) είναι αυξημένος κατά 28%. Στο σύνολο του πληθυσμού, ενώ τρεις στις 1.000 γυναίκες θα εμφανίσουν καρδιαγγειακή νόσο, ο αριθμός τους διπλασιάζεται (έξι στις 1.000), αν παίρνουν αντιβιοτικά για πάνω από δύο μήνες.
Στην έρευνα της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας, έλαβαν μέρος 36.429 γυναίκες και χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από το 2004 έως το 2012. Οι συμμετέχουσες συμπλήρωναν κάθε δύο χρόνια ένα ερωτηματολόγιο για τη χρήση αντιβιοτικών σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής τους.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει πως υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της αλλαγής στο μικροβιακό περιβάλλον του εντέρου και της φλεγμονής, και της στένωσης των αρτηριών που μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Επομένως, εφόσον η χρήση αντιβιοτικών είναι ο πιο κρίσιμος παράγοντας για την αλλαγή της ισορροπίας των μικροοργανισμών στο έντερο, οι ερευνητές αποφάσισαν να θέσουν επί τάπητος το ζήτημα της σχέσης των αντιβιοτικών με το έμφραγμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο.
«Τα αντιβιοτικά μεταβάλλουν την ισορροπία του μικροπεριβάλλοντος στο έντερο, καταστρέφοντας τα “καλά” προβιοτικά βακτήρια και αυξάνοντας τον επιπολασμό των ιών, των βακτηρίων ή άλλων μικροοργανισμών που μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες», ανέφερε ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Λι Κι, διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου Παχυσαρκίας του Πανεπιστημίου Τουλέιν στη Νέα Ορλεάνη και αναπληρωτής καθηγητής διατροφής στο Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ στη Βοστόνη.
Οι ερευνητές τόνισαν πάντως ότι δεν πρέπει να παραβλέπεται η πιθανότητα οι γυναίκες που εμφανίζουν εν τέλει καρδιαγγειακά νοσήματα, να έχουν χρειαστεί γενικά στη ζωή τους πιο πολλά αντιβιοτικά. Ενδέχεται επομένως η συσχέτιση αντιβιοτικών και καρδιαγγειακής νόσου να αφορά τη συνολική συσσώρευση των αντιβιοτικών και όχι το χρόνο της χρήσης τους.
Ο καθηγητής Κι δήλωσε ότι «η μελέτη δεν μπορεί να αποδείξει ότι τα αντιβιοτικά προκαλούν καρδιακή νόσο και εγκεφαλικό επεισόδιο, μόνο ότι υπάρχει μια συσχέτιση μεταξύ τους. Είναι πιθανό ότι οι γυναίκες που ανέφεραν μεγαλύτερη χρήση αντιβιοτικών, έχουν έρθει συχνότερα αντιμέτωπες με ασθένειες που απαιτούν αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση τους, οπότε ενδέχεται να είναι η συσσώρευση ο καθοριστικός παράγοντας».
Συμπερασματικά, σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αντιβιοτικά πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία. Λαμβάνοντας υπόψη τις δυνητικά σωρευτικές ανεπιθύμητες επιπτώσεις, όσο λιγότερο τα χρησιμοποιούμε, τόσο το καλύτερο.