Η λοίμωξη Covid-19 μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό, ωστόσο εκφράζονται ελπίδες πως οι ασθενείς μπορούν να αναρρώσουν μέσα σε μικρότερο χρονικό διάστημα και να αποκατασταθεί η λειτουργία των πνευμόνων, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα σχετικής έρευνας.
Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα ερευνών που παρουσιάστηκαν στο Διεθνές Συνέδριο Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας περιγράφουν πώς η σοβαρή μόλυνση με κορωνοϊό, η οποία προκαλέι τη λοίμωξη Covid-19, μπορεί να αφήσει χρόνιες ζημιές στη λειτουργία των πνευμόνων και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και ψυχολογικά τραύματα.
«Τα κακά νέα είναι ότι οι ασθενείς εμφανίζουν πνευμονικές δυσλειτουργίες αρκετές εβδομάδες μετά το εξιτήριο. Τα καλά νέα είναι ότι οι δυσλειτουργίες αυτές δείχνουν να υποχωρούν συν τω χρόνω, πράγμα που υποδεικνύει ότι οι πνεύμονες διαθέτουν έναν μηχανισμό αποκατάστασής τους» αναφέρει η δρ Σαμπίνα Σάχανιτς της Πανεπιστημιακής Κλινικής του Ίνσμπρουκ και μέλος της ομάδας που έκανε τη μια από τις δυο έρευνες.
Η έρευνα της Σάχανιτς άντλησε στοιχεία από 86 ασθενείς που νόσησαν σοβαρά από Covid-19 το διάστημα Απριλίου – Ιουνίου, Η κατάσταση των ασθενών αξιολογήθηκε για διάστημα έξι εβδομάδων μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείο και επαναξιολογήθηκε εκ νέου στις 12 εβδομάδες (τρεις μήνες). Νέα αξιολόγηση θα γίνει στις 24 εβδομάδες (έξι μήνες). Στην αξιολόγηση των έξι εβδομάδων, διαπιστώθηκε πως το 65,9% των ασθενών, παρουσίαζε επίμονα συμπτώματα της Covid-19, με τη δυσκολία στην αναπνοή και τον βήχα να είναι τα συνηθέστερα. «Σχεδόν το 50% του πληθυσμού της έρευνας, παρουσίασε επίμονη δυσκολία στην αναπνοή έξι εβδομάδες μετά το εξιτήριο, η οποία βελτιώθηκε ελαφρώς στην επαναξιολόγηση. Ακόμη, οι αξονικές τομογραφίες έδειξαν πως το 88% των συμμετεχόντων παρουσίαζε ακόμα παθολογικά προβλήματα στην πρώτη επίσκεψη, ποσοστό που έπεσε στο 56% στη δεύτερη επίσκεψη» ανέφερε η Σάχανιτς.
Στις επανεξετάσεις στον ενάμιση μήνα τα ηχοκαρδιογραφήματα έδειξαν ότι 48 από τους ασθενείς του κορωνοϊού (ποσοστό 58,5%) εμφάνιζαν μια δυσλειτουργία στην αριστερή καρδιακή κοιλία στη φάση της διαστολής, ενώ οι βιολογικοί δείκτες της καρδιακής βλάβης, των θρόμβων αίματος και μιας φλεγμονής ήταν όλοι σημαντικά ανεβασμένοι.
«Οι ασθενείς με βαριά συμπτώματα Covid-19 που κατάφεραν να επιβιώσουν, είχαν επίμονη πνευμονική ανεπάρκεια εβδομάδες μετά την ανάρρωση. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, παρατηρείται μέτρια βελτίωση. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί μια δομημένη παρακολούθηση των επιζώντων» συνέχισε η Σάχανιτς.
Αυτά τα προκαταρκτικά αποτελέσματα δεν έχουν δημοσιευτεί ακόμα σε σχετικό ιατρικό περιοδικό και συνοδεύονται από περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένου ότι το δείγμα των ασθενών ήταν μικρό και πολλοί από τους συμμετέχοντες στη μελέτη έχουν ιστορικό καπνίσματος.
Σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα για τους ασθενείς που ανέρρωσαν
Η άλλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο Διεθνές Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας διαπίστωσε ότι μεταξύ 19 ασθενών που νόσησαν σοβαρά με Covid-19, η πνευμονική αποκατάσταση σε πρώιμο στάδιο της διαδικασίας ανάνηψης, συσχετίστηκε με βελτιώσεις στην ικανότητα των πνευμόνων, την ισορροπία, τη μυϊκή αντοχή, την κόπωση και ορισμένους παράγοντες κατάθλιψης και άγχους.
Οι ασθενείς που «πέρασαν λιγότερο χρόνο στο κρεβάτι» κατά τη διάρκεια παραμονής σε ΜΕΘ και σε μονάδα πνευμονικής αποκατάστασης, ανέκαμψαν ταχύτερα, ανέφεραν ερευνητές, με έδρα τη Γαλλία.
Ωστόσο, οι ικανότητες στο βάδισμα δεν φαίνεται να επιστρέφουν πλήρως στα αρχικά επίπεδα, κάτι που υποδηλώνει ότι θα μπορούσε να χρειαστεί περισσότερη αποκατάσταση και δεν φαίνεται να υπάρχει βελτίωση στα συμπτώματα της διαταραχής μετατραυματικού στρες από την Covid-19, σύμφωνα με αυτά τα πρώιμα ευρήματα.
«Σε ψυχολογικό επίπεδο, ορισμένοι ασθενείς είχαν επίσης σοβαρή διαταραχή μετατραυματικού στρες μετά από τη διασωλήνωση, αλλά δεν βελτιώθηκαν μετά την αποκατάσταση», δήλωσε η Γιάρα Αλ Σικανιέ, διδακτορική φοιτήτρια στην κλινική πνευμονικής αποκατάστασης Dieulefit Santé, η οποία συμμετείχε η έρευνα.
Ένας ασθενής «ενοχλήθηκε από τις αναμνήσεις και τις αναδρομές στο παρελθόν. Είχε εφιάλτες και γρήγορους καρδιακούς παλμούς όποτε σκεφτόταν τη διασωλήνωση και νοσηλευόταν λόγω Covid-19», συνέχισε η Σικανιέ.
«Η παρουσίαση της Σάχανιτς είναι σημαντική, διότι είναι μια από τις πρώτες, ολοκληρωμένες προοπτικές παρακολούθησης αυτών των ασθενών και δείχνει τη σοβαρή, μακροπρόθεσμη επίδραση της Covid-19 στους πνεύμονες και την καρδιά. Είναι απογοητευτικό να ακούμε ότι περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς της μελέτης έδειξαν βλάβη στους πνεύμονες και τις καρδιές τους 12 εβδομάδες μετά την έξοδο από το νοσοκομείο και ότι σχεδόν το 40% εξακολουθούσαν να υποφέρουν από συμπτώματα όπως δύσπνοια», δήλωσε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Τιερί Τρούστερς, σχολιάζοντας τα ευρήματα των ερευνών.
Σε καραντίνα 3 αστυνομικοί του «Ελ. Βενιζέλος» – Ήρθαν σε επαφή με αλλοδαπό θετικό στον κορωνοϊό