Η μελέτη βασίστηκε σε ένα δείγμα 46.000 ανθρώπων από όλον τον κόσμο (από 237 χώρες) και είναι η πρώτη δημοσιευμένη που προήλθε από το project BBC Loneliness Experiment. Δημοσιεύεται, δε, στο περιοδικό Personality and Individual Differences, υπό τον τίτλο: «Μοναξιά σε όλο τον κόσμο: Ηλικία, φύλο και πολιτισμικές διαφορές στη μοναξιά».
Οι ηλικίες των συμμετεχόντων κυμαίνονταν από 16 ως 99 και τα αποτελέσματα δείχνουν μια σταθερή μείωση της μοναξιάς καθώς οι άνθρωποι γερνούν, σε αντίθεση με το κλισέ που θέλει μόνο τους ηλικιωμένους να αντιμετωπίζουν ζητήματα μοναχικότητας, αποξένωσης και μοναξιάς. Με βάση τα ευρήματα, ένας νεαρός άνδρας που ζει σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί ο ατομικισμός και το προσωπικό συμφέρον (τυπικά χαρακτηριστικά μιας δυτικής κοινωνίας δηλαδή όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο), είναι πιο πιθανό να αναφέρει ότι νιώθει μοναξιά, σε σχέση με μια ηλικιωμένη γυναίκα σε μια κολεκτιβιστικής κοινωνία (όπως η Κίνα ή η Βραζιλία).
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από τα πανεπιστήμια του Έξετερ, του Μάντσεστερ και του Μπρουνέλ και διαπίστωσε ότι στην πραγματικότητα, οι νεότεροι άνθρωποι αναφέρουν μεγαλύτερα συναισθήματα μοναξιάς. Αν και είναι αλήθεια ότι οι νεότεροι άνθρωποι είναι σε θέση να χρησιμοποιούν την ψηφιακή τεχνολογία για να τροφοδοτούν τις κοινωνικές σχέσεις, είναι επίσης αλήθεια ότι όταν αυτό γίνεται ως αντικατάσταση και όχι ως επέκταση αυτών των εικονικών σχέσεων, δεν μετριάζει τη μοναξιά.
Ένα άλλο εύρημα της έρευνας είναι ότι οι άνδρες αναφέρουν μεγαλύτερη μοναξιά από τις γυναίκες, παρότι οι περισσότεροι θεωρούν στίγμα το να δηλώσουν ότι πλήττονται από τη μοναξιά.
Όσον αφορά την καταγωγή κάποιου και τη χώρα που διαμένει, φαίνεται ότι οι πολιτιστικές διαφορές και η τοπική κουλτούρα επηρεάζει τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και νοηματοδοτεί διαφορετικά τη μοναξιά. Για παράδειγμα, στις δυτικές κοινωνίες η αυτονομία, ο ατομικισμός και η ανεξαρτησία θεωρούνται απαραίτητες αρετές, κάτι που δεν συμβαίνει σε χώρες με χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο, όπου οι περισσότεροι είναι ίσοι οικονομικά.