Ο καρκίνος του παχέος εντέρου μπορεί να «αποφύγει» την ανοσοθεραπεία απενεργοποιώντας μόρια – κλειδιά στην επιφάνεια των κυττάρων σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal for Immunotherapy of Cancer .
Οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Έρευνας του Καρκίνου (ICR) στο Λονδίνο και το Ίδρυμα Royal Marsden NHS αναπτύσσοντας μικροσκοπικούς όγκους μαζί με ανοσοκύτταρα στο εργαστήριο κατάφεραν να εκτιμήσουν τους λόγους που η ανοσοθεραπεία ενδέχεται να μη λειτουργεί σε όλες τις περιπτώσεις.
Τελικά οι επιστήμονες εντόπισαν πιθανούς τρόπους συνδυασμού της ανοσοθεραπείας με στοχευμένα φάρμακα με σκοπό να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα της χορηγούμενης θεραπείας.
Όπως αποκαλύπτει η έρευνα τα καρκινικά κύτταρα επιτυγχάνουν να γίνουν λιγότερο ορατά στο ανοσοποιητικό απενεργοποιώντας ένα σημαντικό μόριο στην επιφάνεια των κυττάρων το οποίο υπό άλλες συνθήκες αναγνωρίζεται από την ανοσοθεραπεία.
Οι επιστήμονες πιστεύουν πως τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη δημιουργία μεθόδων που θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα του μονοκλωνικού αντισώματος cibisatamab.
Εξετάζοντας δείγματα καρκινικών κυττάρων από ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου είχαν τη δυνατότητα να εντοπίσουν ποιοι ασθενείς ήταν πιο πιθανό να ανταποκριθούν στην ανοσοθεραπεία. Αυτό έγινε με αξιολόγηση των μοριακών αλλαγών σε μικροσκοπικούς όγκους που αναπτύχθηκαν στο εργαστηριακά.
Η ανοσοθεραπεία εξελίσσεται σε ένα συναρπαστικό νέο τρόπο θεραπείας του καρκίνου για μία ομάδα ασθενών αλλά προς το παρόν, δεν υπάρχει κανένας τρόπος να γνωρίζουν οι επιστήμονες από πριν ποιοι εκ των ασθενών θα ωφεληθούν και ποιοι όχι από τη θεραπεία.
Χρησιμοποιώντας τους μικρούς όγκους οι ερευνητές ανακάλυψαν ποια από τα υπάρχοντα φάρμακα θα μπορούσαν πιθανά να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με την ανοσοθεραπεία για να είναι ακόμα πιο αποτελεσματικά.
Η νέα ανοσοθεραπεία που δίνει ελπίδες και το «κόλπο» των καρκινικών κυττάρων
Μία νέα υποσχόμενη ανοσοθεραπεία χρησιμοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα για την καταπολέμηση των καρκινικών κυττάρων.
Από τη μία πλευρά προσδένεται σε ένα μόριο που ονομάζεται καρκινοεμβρυϊκό αντίγονο (CEA) το οποίο εντοπίζεται στην επιφάνεια αρκετών τύπων καρκινικών κυττάρου και είναι κοινό στον καρκίνο του παχέος εντέρου. Η άλλη πλευρά ενεργοποιεί τα Τ λεμφοκύτταρα του ανοσοποιητικού που μπορούν να επιτεθούν στον όγκο.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αρκετοί εκ των εργαστηριακών καρκίνων του εντέρου ήταν εφικτό να «αποφύγουν» τη θεραπεία καθώς μπορούσαν να «αλλάζουν τις θέσεις τους» αντιστρέφοντας τα επίπεδα του μορίου του καρκινοεμβρυϊκού αντιγόνου.
Λαμβάνοντας δείγματα μέσω βιοψίας από οχτώ ασθενείς με καρκίνο του εντέρου οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν μία καινοτόμα, νέα τεχνική για να αναπτύξουν μικρές ρέπλικες των καρκινικών κυττάρων στο εργαστήριο.
Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε πως υπήρχαν τρεις ομάδες κυττάρων, εκείνα με υψηλά επίπεδα CEA στην επιφάνεια των περισσότερων καρκινικών κυττάρων εκείνα με χαμηλά επίπεδα, και εκείνα με μέτρια επίπεδα.
Η θεραπεία με cibisatamab μείωσε την ανάπτυξη των όγκων κατά 96% στα καρκινικά κύτταρα με υψηλά επίπεδα CEA, αλλά μόλις 20% στα χαμηλά επίπεδα και 53% στα μέτρια.
«Η μελέτη μας κατέδειξε πως ορισμένοι καρκίνοι του εντέρου έχουν τη δυνατότητα να κρύβονται ακόμα και από τις πιο νέες μεθόδους ανοσοθεραπείας, αλλάζοντας τις θέσεις τους και εναλλάσσοντας τα επίπεδα ενός κομβικού μορίου που βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων καθιστώντας έτσι δυσκολότερη την αναγνώρισή τους», δήλωσε ο Δρ. Marco Gerlinger, επικεφαλής της μελέτης.
«Χρησιμοποιήσαμε μία νέα τεχνική ανάπτυξης εργαστηριακών μίνι αντιγράφων όγκων που αναπτύχθηκαν με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να ελεγχθεί αν οι ασθενείς θα ανταποκριθούν στην ανοσοθεραπεία. Επιπλέον κατέστη εφικτό να ανακαλύψουμε έναν υφιστάμενο αναστολέα ο οποίος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να αντιστρέψει τη διαδικασία. Ελπίζουμε ότι αυτό θα μπορούσε στο μέλλον να βοηθήσει έτσι ώστε οι ανοσοθεραπείες να λειτουργούν σε περισσότερους ασθενείς καθιστώντας ορατά τα καρκινικά κύτταρα στα ανοσοκύτταρα», κατέληξε.