Μια νέα μελέτη για τη σχέση του κοινού κρυολογήματος και της λοίμωξης Covid-19 δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «Cell Host and Microbe», υποστηρίζοντας ότι το ιστορικό νόσησης από κοινό κρυολόγημα εμποδίζει την ανοσολογική απόκριση έναντι του κορωνοϊού, που προκαλεί τη λοίμωξη Covid-19.
Υπενθυμίζεται ότι, λίγες ημέρες νωρίτερα, είχε δει το φως της δημοσιότητας βρετανική μελέτη, που έκανε λόγο για πιθανή προστατευτική δράση του κοινού κρυολογήματος έναντι της νόσου Covid-19. Δηλαδή, κάποιος που έχει αντισώματα έναντι των ιών του κοινου κρυολογήματος, απολαμβάνει κάποιους είδους προστασία από την Covid-19, υποστήριζαν οι ερευνητές του Κολεγίου Imperial του Λονδίνου.
Τώρα, επιστημονική ομάδα του αμερικανικού Ερευνητικού Νοσοκομείου Παίδων St.Jude, με επικεφαλής την Δρ. Μορίν Μακ Γκαρτζιλ από το Τμήμα Ανοσολογίας, υποστηρίζει ότι το ιστορικό λοίμωξης από κορωνοϊούς που προκαλούν κοινό κρυολόγημα εμποδίζει την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2. Με την ερευνήτρια να σημειώνει ότι η μελέτη «υποστηρίζει την αξία του εμβολιασμού έναντι της Covid-19, καθώς το εμβόλιο φαίνεται να παρακάμπτει την αρνητική πτυχή του ιστορικού ανοσίας σε κορωνοϊούς που προκαλούν κοινό κρυολόγημα».
Παρόμοιοι ιοί, διαφορετικά αντισώματα
Οι ιοί που προκαλούν την Covid-19 και το κοινό κρυολόγημα ανήκουν στην ίδια μεγάλη οικογένεια κορωνοϊών. Υπολογίζεται ότι, οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο έχουν μολυνθεί και από τους τέσσερις κορωνοϊούς του κοινού κρυολογήματος, συμπεριλαμβανομένων δύο κορωνοϊών με χαρακτηριστικά και δομές με έντονες ομοιότητες με τον SARS-CoV-2.
«Πριν από τη μελέτη μας υπήρχαν αντικρουόμενες αναφορές για το πώς η προϋπάρχουσα ανοσία στους κορωνοϊούς του κοινού κρυολογήματος επηρεάζει την επιρρέπεια ενός ανθρώπου στη μόλυνση από τον SARS-CoV-2» εξηγεί η Δρ Μακ Γκαρτζιλ. Για να λάβουν υπόψη τις διαφορές στα επίπεδα αντισωμάτων στους κορωνοϊούς του κοινού κρυολογήματος, οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα αντισωμάτων στο ίδιο άτομο πριν και μετά τη μόλυνση και τον εμβολιασμό έναντι του κορωνοϊού SARS-CoV-2.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ιοί ήταν αρκετά παρόμοιοι, ώστε η λοίμωξη από τον SARS-CoV-2 να αυξήσει τα επίπεδα των αντισωμάτων έναντι των κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος, αλλά αυτά τα αντισώματα δεν εξουδετέρωσαν ή μπλόκαραν τη μόλυνση από τον SARS-CoV-2.
Επίσης, τα υψηλά επίπεδα προϋπαρχόντων αντισωμάτων έναντι των κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος συσχετίστηκαν με υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2, αλλά μετά τη μόλυνση, ένδειξη μεγαλύτερης σοβαρότητας της νόσου Covid-19.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ακόμα ότι τα επίπεδα των προϋπαρχόντων αντισωμάτων έναντι των κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος διέφεραν δραματικά από άτομο σε άτομο. Το ίδιο ίσχυε μετά τη μόλυνση ή τον εμβολιασμό έναντι του SARS-CoV-2.
Τα υψηλότερα αρχικά επίπεδα αντισωμάτων έναντι του βήτα-κορωνοϊού ή η μεγαλύτερη αύξηση αυτών των αντισωμάτων μετά από μόλυνση από SARS-CoV-2, σχετίστηκαν με αυξημένα αντισώματα κατά του SARS-CoV-2. Τα αυξημένα αντισώματα κατά του κορωνοϊού συνδέθηκαν με πιο σοβαρή νόσο.
Οι ερευνητές δεν βρήκαν παρόμοια συσχέτιση μεταξύ των αρχικών αντισωμάτων έναντι του κοινού κρυολογήματος και των αντισωμάτων στον SARS-CoV-2 μετά τον εμβολιασμό κατά του Covid-19. Αυτό υποδηλώνει ότι τα εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν μια ανοσολογική απόκριση αρκετά ισχυρή ώστε να παρακάμψει την όποια επίδραση (θετική ή αρνητική) έχει το ιστορικό νόσησης από κοινό κρυολόγημα.
Η αμερικανική μελέτη, όπως και η παρόμοια βρετανική, επιχειρεί να επαληθεύσει το θεώρημα του Τόμας Φράνσις για το «“προπατορικό” αντιγονικό αμάρτημα», δηλαδή τι μπορεί να συμβεί όταν ένα συγγενικό, αλλά όχι ταυτόσημο μικρόβιο, προσβάλλει τον άνθρωπο.
Ως γνωστόν, μετά από μία μόλυνση το ανοσοποιητικό σύστημα «θυμάται» το μικρόβιο που αντιμετώπισε και όταν το ξανασυναντήσει είναι έτοιμο να το αντιμετωπίσει πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά. Πάνω σε αυτό τον μηχανισμό λειτουργούν τα εμβόλια, δημιουργώντας «μνήμη» στο ανοσοποιητικό, ώστε, όταν ο οργανισμός μολυνθεί, να μπορεί να αντιμετωπίσει τον παθογόνο μικροοργανισμό.
Το φαινόμενο του αντιγονικού “προπατορικού” αμαρτήματος έχει μελετηθεί για αρκετά χρόνια στη γρίπη. Ερευνητές είχαν δείξει ότι προηγούμενη έκθεση σε συγκεκριμένα στελέχη ιού γρίπης είχε ως αποτέλεσμα την διασταυρούμενη προστασία μέσω ανοσολογικής μνήμης έναντι των πανδημικών στελεχών του 2009 (H1N1). Ωστόσο, έχει περιγραφεί και η αρνητική αλληλεπίδραση σε διαφορετικές συνθήκες όπου μία παλαιότερη λοίμωξη με άλλους τύπους ιού της γρίπης οδήγησε σε εξασθενημένη ανοσολογική απάντηση.
Το ερώτημα, λοιπόν, σε σχέση με τον κορωνοϊό SARS-CoV-2 είναι κατ’ αρχήν αν οι παλαιότερες μολύνσεις με τους κορωνοϊούς που κυκλοφορούν ευρέως -όπως του κοινού κρυολογήματος- δημιουργούν συνθήκες αντιγονικού “προπατορικού” αμαρτήματος. Κατά δεύτερον, αν ανακαλείται η μνήμη των ιών του απλού κρυολογήματος μετά από μόλυνση με SARS-CoV-2, τότε λειτουργεί προστατευτικά ή αρνητικά;
Δυστυχώς, δεν υπάρχει μια απάντηση, καθώς κάποιες μελέτες δείχνουν ότι το ιστορικό λοίμωξης από κορωνοϊούς του απλού κρυολογήματος βοηθάει στην καλύτερη έκβαση της λοίμωξης λόγω παραγωγής αντισωμάτων που έχουν διασταυρούμενη αντίδραση με τον SARS-CoV-2.
Επίσης, άλλη μελέτη έδειξε ότι η λοίμωξη με SARS-CoV-2 οδήγησε στην αύξηση των αντισωμάτων που είναι ειδικά για άλλους κορωνοϊούς, χωρίς αυτά τα αντισώματα να έχουν σημαντική εξουδετερωτική δράση για τον SARS-CoV-2.
Αυτές θα μπορούσαν να είναι ενδείξεις για αρνητική αλληλεπίδραση, ωστόσο υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι άνθρωποι που είχαν ενδείξεις πρόσφατης λοίμωξης με άλλους κορωνοϊούς, ανάρρωσαν ταχύτερα από τον SARS-CoV-2.
Ειδήσεις σήμερα:
Θεμιστοκλέους: Καμιά παράταση στην επιβολή του πρόστιμου στους άνω των 60