Πόσο καθοριστικός παράγοντας θα αποδειχθεί το κρύο στη μετάδοση του νέου κορωνοϊού; Η Δρ Sarah Pitt, Λέκτορας στο τμήμα Πρακτικής Μικροβιολογίας και Βιοϊατρικής Επιστήμης και μέλος του Ινστιτούτου Βιοϊατρικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Μπράιτον, ανέλυσε σε άρθρο της στο Conversation όλα τα διαθέσιμα στοιχεία έως σήμερα και τι πρέπει να αναμένουμε με την επερχόμενη πτώση της θερμοκρασίας.
Ο χειμώνας συνοδεύεται από την προσδοκώμενη αύξηση κρουσμάτων γρίπης και κοινού κρυολογήματος τα οποία, όπως εξηγεί η Δρ Pitt, προκύπτουν από τις συνθήκες που δημιουργεί το ίδιο το ψύχος: οι άνθρωποι θα προτιμήσουν τη θαλπωρή του σπιτιού και των κλειστών χώρων καθώς και τα μέσα μαζικής μεταφοράς για να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες μετακινήσεις αντί του περπατήματος ή του ποδηλάτου που θα τους εκθέσει στο κρύο. Πέρα από την ανταλλαγή αεροσταγονιδίων με τον βήχα και το φτέρνισμα ή ακόμα και με την αναπνοή ή την ομιλία, αυξάνουν τον κίνδυνο μετάδοσης παθογόνων μικροβίων, ο εγκλεισμός στο σπίτι συνεπάγεται και την ελλιπή παραγωγή βιταμίνης D με συνέπεια την εξασθένιση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι σχετικές μελέτες συνηγορούν πως η χαμηλή θερμοκρασία του εξωτερικού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με τη μειωμένη υγρασία στους εσωτερικούς χώρους ευνοούν τα περιστατικά γρίπης και κρυολογήματος. Οι ιοί που τα προκαλούν μεταδίδονται ευκολότερα στις κρύες και ξηρές ατμόσφαιρες. Επομένως, τι ισχύει για τον νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2 που προσιδιάζει σε μέγεθος και δομή με τους προαναφερθέντες ιούς;
Σύμφωνα με τα έως τώρα επιστημονικά ευρήματα από τους εργαστηριακούς ελέγχους, οι κορωνοϊοί αλλά και οι παρόμοιοι ιοί δεν επιζούν εύκολα σε υψηλές θερμοκρασίες και υγρασία, εντούτοις η θερμοκρασία δωματίου φαίνεται να επιτρέπει την επιβίωσή τους έως και για κάποιες ημέρες. Σε θερμοκρασίες ψύχους (4℃) και χαμηλά επίπεδα υγρασίας, μπορούν να αντέξουν μέχρι και έναν ολόκληρο μήνα.
Περιστατικά μεγάλης διασποράς του νέου κορωνοϊού όπως έχουν καταγραφεί σε εργοστάσια κρέατος όπου επικρατούν οι ιδανικές για τη μετάδοση συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, επιβεβαιώνουν τα επιστημονικά δεδομένα. Εντούτοις, μια σειρά άλλων παραγόντων όπως οι μηδενικές αποστάσεις μεταξύ των υπαλλήλων ή οι δυνατές ομιλίες προκειμένου να ακουστούν στο θορυβώδες περιβάλλον των μηχανών, συντέλεσαν σημαντικά στην αυξημένη μετάδοση του ιού.
Στην ίδια κατεύθυνση, τα παραδείγματα άλλων κορωνοϊών που εξελίχθηκαν σε επιδημίες (SARS-CoV και MERS-CoV) έδειξαν να μην συμφωνούν με τον κανόνα των ευνοϊκών ατμοσφαιρικών συνθηκών για τη μετάδοσή τους: το σοβαρό οξύς αναπνευστικό σύνδρομο του SARS-CoV στην Κίνα το 2003 έφτασε στην κορύφωσή του εν μέσω εαρινής περιόδου, σύμφωνα με σχετική μελέτη, ενώ η επιδημία του οξέος αναπνευστικού συνδρόμου της Μέσης Ανατολής από τον MERS-CoV σχετίστηκε περισσότερο με τη βιολογία των καμηλών που μετέδιδαν τον ιό στον άνθρωπο παρά με τις καιρικές συνθήκες.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι περιπτώσεις της Νοτίου Αφρικής και της Ζηλανδίας, αμφότερες στο Νότιο ημισφαίριο και όμως με σημαντικά διαφορετικά νούμερα αναφορικά με τον νέο κορωνοϊό: η πρώτη σημείωσε 700.000 κρούσματα με το αποκορύφωμα να σημειώνεται τον Ιούλιο, ενώ η χώρα της Ωκεανίας μόλις 2.000. Η γεωγραφία, το ποιοτικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και οι εκστρατείες δημόσιας υγείας της Νέας Ζηλανδίας αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες για την επιτυχημένη διαχείριση της επιδημίας.
Καθώς φαίνεται, καταλήγει η Δρ Pitt, πρέπει να είμαστε καλά προετοιμασμένοι για τον συνδυασμό χειμώνα-κορωνοϊού, κυρίως γιατί ο τελευταίος μας έχει συνηθίσει σε ανατροπές και εκπλήξεις. Πρέπει τα βασικά μέτρα προφύλαξης και υγιεινής να τηρούνται απαρέγκλιτα, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής απόστασης και της χρήσης μάσκας.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός και Γρίπη: Τι κίνδυνο διατρέχουν οι ασθενείς με συννοσηρότητα
Έρευνα σοκ: Η εποχική γρίπη αύξησε κατά 2,5 φορές τη μετάδοση του κορωνοϊού