Μια δραστική ουσία που δρα σε συγκεκριμένους εγκεφαλικούς υποδοχείς μπορεί να διευκολύνει προσωρινά τα προβλήματα οπτικής επεξεργασίας που βιώνουν ορισμένοι ενήλικες με αυτισμό, σύμφωνα με μικρή βρετανική μελέτη που δημοσιεύεται στο Science Translational Medicine.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι αν και είναι νωρίς να πουν με βεβαιότητα ότι η αρμπακλοφαίνη μπορεί να είναι επωφελής στα άτομα με αυτισμό, εκτιμούν ότι τα προκαταρκτικά στοιχεία τους δείχνουν ελπιδοφόρα.
Ο αυτισμός, ως γνωστόν, είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή που επηρεάζει ποικιλοτρόπως τις επικοινωνιακές και κοινωνικές δεξιότητες του ατόμου σε όλο το ηλικιακό εύρος.
Τα άτομα με διαταραχή φάσματος του αυτισμού είναι συχνά υπερευαίσθητα σε ορισμένα ερεθίσματα ενώ υπο-ανταποκρίνονται σε άλλα. Μπορεί να δυσκολεύονται να ανεχθούν έντονα φώτα φθορισμού ή την αίσθηση ορισμένων υφασμάτων ή να δυσκολεύονται να διακρίνουν τη συνομιλία από τον θόρυβο του περιβάλλοντος, για παράδειγμα.
Σύμφωνα με μια ευρέως αποδεκτή θεωρία ο αυτισμός περιλαμβάνει μια ανισορροπία στα εγκεφαλικά σήματα – συμπεριλαμβανομένων των κυκλωμάτων που διέπουν την αισθητηριακή επεξεργασία.
Έρευνα των τελευταίων ετών έχει προτείνει τον νευροδιαβιβαστή GABA ένα εκ των βασικών αιτιολογικών παραγόντων. Οι νευροδιαβιβαστές είναι χημικές ουσίες που αναμεταδίδουν μηνύματα μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων και ο GABA είναι ένας ανασταλτικός νευροδιαβιβαστής – που σημαίνει ότι βοηθά στην κλήση αυτών των σημάτων.
Η αρμπακλοφαίνη είναι ένα πειραματικό φάρμακο που δρα ενεργοποιώντας συγκεκριμένους υποδοχείς για τον GABA στις κυτταρικές επιφάνειες.
Και στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου παρατήρησαν ότι μια μόνο υψηλή δόση του φαρμάκου διέκοπτε την οπτική επεξεργασία σε άτομα χωρίς αυτισμό αλλά τη βελτίωσε σε άτομα με τη διαταραχή.
«Τα γονίδια του GABA είναι συνήθως τροποποιημένα στα άτομα με αυτισμό, ενώ βιοψίες εγκεφαλικών ιστών από ασθενείς έχουν τεκμηριώσεις τις διαφορές αυτές. Εμείς στο πλαίσιο της μελέτης μας αποδείξαμε σε ζώντα εγκεφαλικό ιστό ότι η ρύθμιση του GABA σε ότι αφορά στην οπτική επεξεργασία είναι διαφορετική σε άτομα με και χωρίς αυτισμό», σημειώνει η καθηγήτρια Μεταγραφικής Νευροεπιστήμης του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου, Δρ Grainne McAlonan.
Στη μελέτη έλαβαν μέρος 19 ενήλικες με διαταραχή φάσματος του αυτισμού και 25 χωρίς, που στο πλαίσιο τριών ιατρικών επισκέψεων τους χορηγήθηκαν είτε χαμηλή ή υψηλή δόση αρμπακλοφαίνης ή εικονικό φάρμακο.
Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε εξειδικευμένες εγκεφαλικές απεικονίσεις που επέτρεψαν τη μέτρηση των συγκεντρώσεων GABA στον εγκέφαλο, ακολουθούμενη από ένα τεστ της οπτικής επεξεργασίας τους που περιλάμβανε τη διάκριση οπτικών ενδείξεων στο προσκήνιο από εκείνα στο παρασκήνιο.
Συνολικά, τα άτομα με αυτισμό είχαν μεγαλύτερη δυσκολία όταν τους χορηγήθηκε το εικονικό φάρμακο. Με την υψηλή δόση αρμπακλοφαίνης, ωστόσο, η οπτική επεξεργασία γενικά βελτιώθηκε – ενώ επιδεινώθηκε μεταξύ των συμμετεχόντων χωρίς αυτισμό.
Ο νευροδιαβιβαστής GABA πιστεύεται επίσης ότι εμπλέκεται στην επεξεργασία άλλων αισθητηριακών πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένου του ήχου και της αφής. Αλλά δεν είναι σαφές εάν αυτό η αρμπακλοφαίνη μπορεί να είναι χρήσιμη για προβλήματα με αυτά τα ερεθίσματα.
Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι εάν η ανακούφιση των αισθητηριακών δυσκολιών μπορεί να βελτιώσει ορισμένες από τις συνήθεις συμπεριφορές που εκδηλώνουν τα άτομα με αυτισμό.
Η αισθητηριακή υπερφόρτωση είναι εξουθενωτική και μπορεί να κάνει τα άτομα με αυτισμό να «’κλειδώσουν’ σωματικά και συναισθηματικά», λέει η ερευνήτρια. Και συμπεριφορές όπως η απομάκρυνση από την αφή ή η χρήση επαναλαμβανόμενων ήχων και κινήσεων, είναι τρόποι αντιμετώπισης αυτών των αισθητηριακών ζητημάτων.
Διαβάστε επίσης
Αυτισμός: Η εξέταση που πρέπει να κάνουν τα παιδιά
Φάσμα Αυτισμού: Γιατί περισσότερα παιδιά διαγιγνώσκονται με την διαταραχή
Αυτισμός: Ο παράγοντας που οδηγεί σε βελτίωση της κοινωνικότητας