Τα αποδεικτικά στοιχεία που συνδέουν την υπνική άπνοια με τη νόσο Αλτσχάιμερ βασίζονται σε μια σειρά από νευρολογικές εκτιμήσεις, εξετάσεις εγκεφάλου και αναλύσεις ύπνου που διεξήχθησαν μεταξύ 2016 και 2018. Όλα αυτά σε μία νέα έρευνα Γάλλων επιστημόνων, που επικεντρώθηκε σε 127 ηλικιωμένους ανθρώπους, των οποίων η μέση ηλικία ήταν 69 ετών. Κανένας από αυτούς δεν είχε δείξει κάποιο εξωτερικό σημάδι άνοιας ή προβλημάτων σκέψης κατά τη διάρκεια της μελέτης, ενώ κανένας από τους συμμετέχοντες στη μελέτη δεν είχε υποβληθεί σε θεραπεία για διαταραχή ύπνου.
Η ερευνητική ομάδα εξέτασε τις εικόνες του εγκεφάλου για να αναζητήσει σημάδια β-αμυλοειδούς πλάκας στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ. Μια ανώμαλη συσσώρευση αυτής της φυσικά απαντώμενης πρωτεΐνης είναι γνωστό ότι συνδέεται με τον κίνδυνο άνοιας. Οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου αναλύθηκαν επίσης για ενδείξεις νευρολογικής δραστηριότητας που συνδέονται με το Αλτσχάιμερ. Χρησιμοποιώντας φορητές συσκευές παρακολούθησης ύπνου στο σπίτι, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου τα τρία τέταρτα των συμμετεχόντων είχαν διακοπές αναπνοής καθώς κοιμούνταν. Από διακοπές λίγων δευτερολέπτων, μέχρι μεγαλύτερες άπνοιες που ξεπερνούσαν τα 10 δευτερόλεπτα.
Η έρευνα βρήκε ότι η ακατάστατη αναπνοή λόγω διαταραχής του ύπνου σχετίζεται με τις πρώιμες αλλαγές στη δομή και τη δραστηριότητα του εγκεφάλου που ενισχύουν τον κίνδυνο του Αλτσχάιμερ.
Τα συμπεράσματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν εύλογα και αναμενόμενα, καθώς ο ύπνος θεωρείται ως μια ευεργετικής περίοδος επιδιόρθωσης του εγκεφάλου. Όταν αυτό δεν συμβαίνει ομαλά, τότε ο ακατάστατος ύπνος θα μπορούσε να είναι επιζήμιος για τον εγκέφαλο.
Όπως επισήμανε και ο επικεφαλής της έρευνας, τα συμπεράσματα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη θεραπείας των διαταραχών του ύπνου στον ηλικιωμένο πληθυσμό, ακόμη και αν δεν υπάρχουν εμφανή σημάδια άνοιας ή νόσου Αλτσχάιμερ. Με δεδομένο πάντως ότι η αναπνευστική δυσλειτουργία στον ύπνο επηρεάζει περίπου το ένα τέταρτο των ενηλίκων και πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ηλικιωμένων άνω των 65, η αντιμετώπιση της άπνοιας και των διαταραχών ύπνου θα μπορούσε ακόμη και να μειώσει αποτελεσματικά τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο γεροντικής άνοιας.