Τα παιδιά σχολικής ηλικίας που αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα συμπεριφοράς είναι πιθανό να παρουσιάζουν διαφορές στο εντερικό τους μικροβίωμα σε σύγκριση με τους συνομιλήκους τους που έχουν καλή συμπεριφορά, υποστηρίζει νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο mBio.
Στη μελέτη αυτή συμμετείχαν 50 παιδιά 5-7 ετών, με τους επιστήμονες να αναλύουν δείγματα κοπράνων για να εντοπίσουν τους διάφορους τύπους βακτηρίων στο έντερό τους.
«Θέλαμε να δούμε αν υπάρχουν πτυχές του εντερικού μικροβιώματος που να εξηγούν τις διαφορές στη συμπεριφορά των παιδιών. Διαπιστώσαμε, για παράδειγμα, ότι τα παιδιά που προέρχονταν από οικογένειες με ισχυρότερους δεσμούς φροντίδας είχαν διαφορές στο μικροβίωμα από όσα δεν είχαν μια ομαλή οικογενειακή σχέση», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Oregon, Thomas Sharpton.
Η μελέτη ανέδειξε, επίσης, το γεγονός ότι οι γονείς μπορεί να έχουν ρόλο-κλειδί στην ανάπτυξη των συγκεκριμένων αυτών βακτηρίων στο έντερο του παιδιού, ο οποίος ξεπερνά τον τύπο διατροφής που προσφέρουν οι γονείς στα παιδιά τους.
Αν, μάλιστα, τα ευρήματα αυτά επιβεβαιωθούν σε μεγαλύτερες μελέτες, είναι πιθανό οι επιστήμονες να μπορέσουν να βρουν ένα τρόπο να χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες του μικροβιώματος για να προβλέπουν την ανάπτυξη της συμπεριφοράς ενός παιδιού. Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές μπορεί να οδηγήσουν σε πιο έγκαιρες -και ενδεχομένως πιο επιτυχείς- παρεμβάσεις.
Σημειώνεται, πάντως, ότι η παρούσα έρευνα δεν παρέχει σχέση αιτίου-αιτιατού, γι’αυτό και οι ερευνητές δεν υποστηρίζουν ότι το μικροβίωμα προκαλεί την εκάστοτε συμπεριφορά. «Ίσως η συμπεριφορά να είναι εκείνη που προκαλεί τις αλλαγές στο μικροβίωμα», αναφέρουν χαρακτηριστικά.