Μια διεθνής ομάδα ερευνητών βρίσκεται στο στάδιο ολοκλήρωσης ενός τεστ που θα μπορεί σε διάστημα δύο ωρών να διαγνώσει σοβαρές παθήσεις όπως πνευμονία, φυματίωση, σηψαιμία, μηνιγγίτιδα, φλεγμονώδεις και άλλες παθήσεις του ανοσοποιητικού συστήματος.
Αυτή τη στιγμή, για τη διάγνωση τέτοιων σοβαρών παθήσεων είναι αναγκαία η διεξαγωγή μιας σειράς εξετάσεων, σημαντικά χρονοβόρων και πιθανώς αναποτελεσματικών, κάτι που συνεπάγεται μεγάλη καθυστέρηση μέχρι να αποφασιστεί η κατάλληλη θεραπεία.
Σύμφωνα με την έρευνα που διεξάγεται υπό την καθοδήγηση των ερευνητών του Imperial College του Λονδίνου, η διάγνωση μπορεί να πραγματοποιηθεί γρήγορα και με ακρίβεια από το πρώτο δείγμα αίματος που λαμβάνεται στο νοσοκομείο ή το κέντρο υγείας από τον ασθενή, ταυτοποιώντας το πρότυπο των γονιδίων που ενεργοποιούνται στο αίμα του.
Οι ερευνητές θα δημιουργήσουν μια «βιβλιοθήκη γονιδιακών υπογραφών», όπου οι υπογραφές όλων των κοινών μολυσματικών και φλεγμονωδών ασθενειών θα αποθηκεύονται και θα δημοσιοποιούνται.
Πώς θα λειτουργήσει το τεστ
Η ερευνητική ομάδα θα περάσει τα επόμενα δύο χρόνια δημιουργώντας μια βιβλιοθήκη των γονιδιακών υπογραφών, η οποία θα καλύπτει όλες τις συνήθεις παθήσεις. Παράλληλα, θα σχεδιάσει πρωτότυπες συσκευές που θα εντοπίζουν γρήγορα και με ακρίβεια την έκφραση γονιδίων σε δείγμα αίματος – συγκεκριμένα, με τη μέτρηση του αριθμού μορίων RNA που παράγει κάθε γονίδιο.
Η παραπάνω διαδικασία θα ενσωματωθεί σε μια πλατφόρμα ταχείας εξέτασης που θα μπορεί να μετρήσει τον μικρό αριθμό γονιδίων που απαιτούνται για τη διάγνωση των πιο κοινών λοιμωδών και φλεγμονωδών ασθενειών. Τελικώς, θα συγκρίνουν πειραματικά τη νέα διαγνωστική προσέγγιση με με τις τρέχουσες διαγνωστικές εξετάσεις.
Η φιλοδοξία των επιστημόνων είναι να δημιουργηθεί ένα ταχύτατο τεστ που θα κάνει την σωστή διάγνωση βασισμένο στη γονιδιακή υπογραφή του πρώτου δείγματος αίματος που λαμβάνεται όταν ένας ασθενής εισάγεται στο νοσοκομείο και θα δίνει αποτελέσματα σε 1-2 ώρες. Μελλοντικά οι επιστήμονες εκτιμούν ότι όλες οι διαγνώσεις θα γίνονται βάσει των μοριακών υπογραφών.
Σύμφωνα με τον Michael Levin, καθηγητή στο Imperial College, οι βιβλιοθήκες γονιδιακών υπογραφών θα μπορούν να εξασφαλίσουν την έγκαιρη διάγνωση, συνεπώς και την κατάλληλη θεραπεία για σοβαρές παθήσεις.