Ακόμη και η ολιγόωρη έκθεση στα μικροσωματίδια της ατμοσφαιρικής ρύπανσης ενδέχεται να προκαλέσει μη θανατηφόρα καρδιακή προσβολή, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Environmental Health Perspectives.
Πρόκειται για την πρώτη επιδημιολογική διερεύνηση των επιπτώσεων της έκθεσης σε μικροσωματίδια UFP και της καρδιακής προσβολής, χρησιμοποιώντας τον αριθμό των μορίων, το μήκος και τη συγκέντρωσή τους ανά επιφάνεια σε ωριαία έκθεση. Σημειώνεται ότι πρόκειται για τα λεπτόκοκκα σωματίδια με διάμετρο κάτω 2,5μm που στις αστικές περιοχές εκλύονται κατά κύριο λόγο από τα καυσαέρια των οχημάτων.
«Η μελέτη αυτή επιβεβαιώνει αυτό που υποψιαζόμασταν εδώ και πολύ καιρό: ότι τα μικροσκοπικά σωματίδια της ατμοσφαιρικής ρύπανσης παίζουν ρόλο στις σοβαρές καρδιακές παθήσεις και ότι αυτό συμβαίνει ακόμα και μέσα στις πρώτες ώρες της έκθεσης», αναφέρει ο Δρ. Kai Chen, επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Yale και πρώτος συγγραφέας της μελέτης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κάθε φορά που ο αριθμός των μικροσωματιδίων αυξανόταν, ο κίνδυνος μη θανατηφόρου εμφράγματος έξι ώρες μετά την έκθεση αυξανόταν κατά 3,27%.
Τα μικροσωματίδια UFP αποτελούν κίνδυνο για την υγεία λόγω του μικρού τους μεγέθους, της μεγάλης επιφάνειας ανά μονάδα μάζας και της ικανότητάς τους να προσβάλλουν τα κύτταρα και να εισέρχονται στη ροή του αίματος.
Ο Δρ. Chen και οι συνεργάτες του, λοιπόν, θέλησαν να δουν αν η παροδική έκθεση στα UFP μπορεί να προκαλέσει καρδιακές προσβολές και αν εναλλακτικές μετρήσεις όπως το μήκος των μορίων και οι συγκεντρώσεις ανά επιφάνεια μπορούν να βελτιώσουν τα -ελλιπή μέχρι τώρα- ερευνητικά αποτελέσματα όσον αφορά στις επιπτώσεις των UFP στην υγεία.
Έτσι, εξέτασαν περισσότερους από 5.898 ασθενείς με μη θανατηφόρο καρδιακή προσβολή, συγκρίνοντας τα μεμονωμένα περιστατικά με τα δεδομένα ατμοσφαιρικής ρύπανσης UFP τη στιγμή της καρδιακής προσβολής και προσαρμόζοντας τα στοιχεία σε μια ποικιλία επιπρόσθετων παραγόντων, όπως η ημέρα της εβδομάδας, οι μακροχρόνιες τάσεις και η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση.
«Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προς την κατανόηση του κατάλληλου παράγοντα ένδειξης της έκθεσης στα UFP όσον αφορά στον προσδιορισμό των βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων στην υγεία. Κι αυτό γιατί οι επιπτώσεις του μήκους και της συγκέντρωσης των μορίων ανά επιφάνεια ήταν ισχυρότερες από εκείνες του αριθμού συγκέντρωσής τους και παρέμειναν έτσι ακόμα και μετά την προσαρμογή σε άλλους ρύπους της ατμόσφαιρας», εξηγεί ο Δρ. Chen και καταλήγει:
«Μελλοντική μελέτη θα εξετάσει τις ωριαίες εκθέσεις συνδυαστικά τόσο με την ατμοσφαιρική ρύπανση όσο και με την υπερβολική θερμοκρασία. Θα εντοπίσουμε επίσης τους ευάλωτους υπο-πληθυσμούς, όσον αφορά στις προϋπάρχουσες παθήσεις και την πρόσληψη φαρμακευτικής αγωγής».