Ερευνητές στο κρατικό πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο έχουν βρει έναν νέο τρόπο να αξιοποιήσουν τα τρόφιμα ως φάρμακο, ο οποίος έχει σημαντικές επιδράσεις στο μικροβίωμα του εντέρου, ενώ εξισορροπεί τη μικροβιακή ποικιλομορφία ενισχύοντας την ανάπτυξη ευεργετικών βακτηρίων.
Τα τρόφιμα που τρώμε συνήθως επηρεάζουν το εντερικό μικροβίωμα. Η νέα έρευνα για την οποία συζητάμε δείχνει ότι το κάνουν αυτό προκαλώντας την παραγωγή βακτηριοφάγων ιών (ή απλώς φάγων) που μολύνουν και αναπαράγονται μέσα στα βακτηρίδια. Οι ενώσεις σε αυτά τα τρόφιμα έχουν ένα αντιμικροβιακό αποτέλεσμα που προκαλεί την αναπαραγωγή αυτών των βακτηριοφάγων.
Οι ερευνητές ξεκίνησαν εντοπίζοντας ποιες τροφές ήταν αντιμικροβιακές, και στη συνέχεια τις ανέλυσαν πριν τις καταγράψουν σε μία λίστα. Όταν εξέτασαν τις καμπύλες ανάπτυξης των βακτηριδίων, παρατήρησαν ότι τα βακτήρια πολλαπλασιάζονται με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, εάν οι φάγοι ενεργοποιηθούν, τότε η βακτηριακή ανάπτυξη σταματά και οι αριθμοί τους μειώνονται σημαντικά ώσπου να εξαντληθούν.
Τα τρόφιμα που ελέγχθηκαν για τις αντιμικροβιακές ιδιότητες και τις επιδράσεις στο μικροβίωμα περιλαμβάνουν το μέλι, τη γλυκόριζα, τη στέβια, την ασπαρτάμη, βότανα όπως ρίγανη, μπαχαρικά όπως η κανέλα και το γαρίφαλο. Υπό δοκιμή επίσης πέρασαν την οδοντόκρεμα, καθώς είναι γνωστό ότι περιέχει αντιμικροβιακές ενώσεις. Από αυτά, το μέλι, η στέβια, η ασπαρτάμη, το έλαιο neem και ένα είδος μούρων (Bearberries ή αρκουδοστάφυλα), που φαίνεται να είχαν το μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ενεργοποίηση της παραγωγής φάγων.
«Το μικροβίωμα αποτελείται από εκατοντάδες διαφορετικά βακτήρια και τους φάγους που φιλοξενούνται εκεί», αναφέρει ο Lance Boling, μοριακός βιολόγος και εκ των ιθυνόντων της έρευνας. «Θα μπορούσαμε πραγματικά να αντιμετωπίσουμε κάποιες παθογόνες καταστάσεις προσαρμόζοντας τα τρόφιμα που καταναλώνουμε, που θα επηρεάσουν με τη σειρά τους τη μικροβιακή ποικιλομορφία η οποία με τη σειρά της θα επηρεάσει θετικά την υγεία και αρνητικά τις ασθένειες».
Σημειωτέον, το μικροβίωμα του εντέρου μας μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές ικανότητες, το μεταβολισμό, τη πρόσληψη ή την απώλεια βάρους, τις διαθέσεις μας, ακόμη και να προκαλέσει κατάθλιψη. Μπορεί επίσης να προκαλέσει φλεγμονή που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καρκίνο, διαβήτη, νόσο του Crohn και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Με προσεκτική ανάλυση και σχεδιασμό, λοιπόν, τα τρόφιμα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως φάρμακα για τη διόρθωση των ανισορροπιών.
«Αυτό δείχνει ότι θα μπορούσαμε να επεξεργαστούμε το ανθρώπινο εντερικό μικροβίωμα με κοινές διαιτητικές ενώσεις – ουσίες», δηλώνει ο Forest Rohwer, ένας εκ των ερευνητών. «Η ικανότητα να σκοτώνουν συγκεκριμένα βακτήρια, χωρίς να επηρεάζουν άλλα, καθιστά αυτές τις ουσίες πολύ ενδιαφέρουσες».
Ασφαλώς, το να επηρεάσεις θετικά και συγκεκριμένα το μικροβίωμα έναντι συγκεριμένων ασθενειών δεν είναι και το πιο απλό πράγμα.
Ενώ άλλες μελέτες έχουν επικεντρωθεί στην αύξηση της αφθονίας των θεραπευτικών φάγων, η εν λόγω έρευνα προχωράει περαιτέρω στην διερεύνηση του αποτελέσματος 117 τροφίμων, χημικών προσθέτων και φυτικών εκχυλισμάτων στην ανάπτυξη και την παραγωγή φάγων. Αυτή η διαδικασία είναι κατά κάποιον τρόπο μια προσπάθεια καλλωπισμού και φροντίδας του εντέρου, όπως θα φρόντιζε κάποιος έναν κήπο, βγάζοντας τα ζιζάνια ή βάζοντας οργανισμούς που μπορούν να προστατεύσουν τους καρπούς από ασθένειες, όπως περίπου γίνεται στις βιολογικές καλλιέργειες.
Ενώ η σημασία των φάγων και το γεγονός ότι είναι η πιο παραγωγική βιολογική οντότητα στη βιόσφαιρα είναι καλά εδραιωμένη, ελάχιστα είναι γνωστά για τον μηχανισμό βάσει του οποίου βακτήρια παράγουν φάγους και τους απελευθερώσουν στο περιβάλλον.
Στο άμεσο μέλλον οι ερευνητές θα εξετάσουν ενδελεχώς τα τρόφιμα που έχουν βρεθεί να είναι επαγωγείς των φάγων και θα μελετηθούν περαιτέρω για να διασαφηνιστούν οι μοριακοί μηχανισμοί τους. Και αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση.