Το προβάδισμα της τεχνητής νοημοσύνης έναντι του ανθρώπου στη διάγνωση καρκίνου του μαστού, ανέδειξε έρευνα μια διεθνούς ομάδας ερευνητών, στην οποία συμμετείχαν επιστήμονες από την Google Health και το Imperial College του Λονδίνου. Οι ερευνητές σχεδίασαν έναν αλγόριθμο στον οποίο χρησιμοποίησαν ως δεδομένα τις ακτινογραφίες 29.000 ανώνυμων γυναικών, στων οποίων το ιστορικό δεν είχε πρόσβαση, όπως έχουν κανονικά οι ιατροί.
Συνοπτικά η τεχνητή νοημοσύνη:
-υπερκέρασε έξι ακτινολόγους στην ανάγνωση μαστογραφιών.
-είχε απόδοση ίση με δύο γιατρών που εργάζονται παράλληλα
-είναι ακούραστη και, κατά τους ειδικούς, θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στην ταχύτερη ανίχνευση των καρκίνων.
-αποδείχτηκε καλύτερη στον εντοπισμό καρκίνου συγκριτικά με έναν μεμονωμένο γιατρό
-σημείωσε μείωση κατά 1,2% σε ψευδώς θετικά αποτελέσματα, όταν δηλαδή μια μαστογραφία είναι εσφαλμένα διαγνωσμένη ως μη φυσιολογική.
-μείωσε κατά 2,7% τα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα.
Ο Δρ. Dominic King από την Google Health δήλωσε: «Η ομάδα μας είναι πραγματικά υπερήφανη για αυτά τα ευρήματα, τα οποία μαρτυρούν πως είμαστε στο σωστό δρόμο για την ανάπτυξη ενός εργαλείου, το οποίο θα βοηθήσει τους κλινικούς γιατρούς να εντοπίζουν τον καρκίνο του μαστού με μεγαλύτερη ακρίβεια».
Θα αντικατασταθούν οι άνθρωποι από αλγόριθμους;
Υπάρχει ο φόβος πως στο μέλλον η τεχνητή νοημοσύνη θα αντικαταστήσει τον άνθρωπο. Ωστόσο, οι ειδικοί αρνούνται αυτό το ενδεχόμενο αφού και τον αλγόριθμο της μελέτης η ανθρώπινη νοημοσύνη τον σχεδίασε.
Ακόμα και αν επικρατήσει η τεχνητή νοημοσύνη, θα υπάρχει τουλάχιστον ένας ακτινολόγος υπεύθυνος για τη διάγνωση.
Αυτό που θα μπορούσε να επιτύχει η τεχνητή νοημοσύνη, είναι να εξαλείψει σημαντικά την ανάγκη ελέγχου των μαστογραφιών από δύο γιατρούς, μειώνοντας τον όγκο εργασίας τους, λένε οι ερευνητές, επιτρέποντας την ενασχόληση με ακόμη σημαντικότερα πράγματα.
Επιπλέον, η διάγνωση επιταχύνεται αφού ο αλγόριθμος μπορεί να αναλύσει εικόνες σε δευτερόλεπτα.
Η Sara Hiom, διευθύντρια του ιδρύματος για την Έρευνα και Έγκαιρη Διάγνωση του Καρκίνου του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε: «Πρόκειται για μια πολλά υποσχόμενη πρώιμη έρευνα που υποδηλώνει ότι στο μέλλον μπορεί να υπάρξει πιο ακριβής και αποδοτικός έλεγχος, και συνακόλουθα λιγότερη αναμονή και ανησυχία για τους ασθενείς και καλύτερα αποτελέσματα».