Το ξυπνητήρι που χτυπά, ο συναγερμός του αυτοκινήτου, αλλά και μια κραυγή ή ο θόρυβος από ένα εργοτάξιο είναι αδύνατον να περάσουν απαρατήρητοι κυρίως επειδή μας προκαλούν δυσφορία. Τι συμβαίνει όμως στον εγκέφαλό μας όταν ακούμε αυτούς τους θορύβους και γιατί δεν τους ανεχόμαστε; Και, το σημαντικότερο, τι αποκαλύπτει η αντίδραση του εγκεφάλου στους δυσάρεστους θορύβους; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέλησε να απαντήσει μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της ίδιας πόλης.
Στο σχετικό πείραμα συμμετείχαν 27 υγιείς εθελοντές, 15 από τους οποίους ήταν γυναίκες. Οι ερευνητές τούς εξέθεσαν σε ήχους διαφορετικής έντασης και συχνότητας προκειμένου να καθορίσουν το εύρος των θορύβων που χαρακτήριζαν ως δυσάρεστους. Παρατηρήθηκε λοιπόν ότι οι συμμετέχοντες δεν ανέχονταν τους θορύβους συχνότητας 40-80 Hz.
Αυτοί ακριβώς οι δυσάρεστοι θόρυβοι συχνότητας 40-80 Hz κερδίζουν την προσοχή μας από απόσταση και, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ενδοκρανιακών εγκεφαλογραφημάτων των εθελοντών, οι συγκεκριμένοι θόρυβοι προκαλούν πολύ μεγαλύτερη αναστάτωση στα κέντρα του εγκεφάλου, ενεργοποιώντας περιοχές (όπως η αμυγδαλή και ο ιππόκαμπος) που δεν δραστηριοποιούνται με τους ήχους που ενεργοποιούν το συμβατικό εγκεφαλικό κύκλωμα της ακοής.
Με απλά λόγια τώρα, οι ερευνητές κατανοούν τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλο και δεν μπορεί να αγνοήσει αυτούς τους θορύβους.
«Κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει σε αυτές τις συχνότητες και υπάρχουν επίσης πολλές ασθένειες με άτυπες εγκεφαλικές εκδηλώσεις σε αυτές τις συχνότητες, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, ο αυτισμός και η σχιζοφρένεια», εξηγεί ο Luc Arnal, εκ των ερευνητών.
Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, οι ερευνητές σκοπεύουν να διενεργήσουν πιο λεπτομερή έρευνα για τον τρόπο που τα δίκτυα του εγκεφάλου αντιδρούν σε οξείς θορύβους, με την ελπίδα της πρώιμης διάγνωσης συγκεκριμένων νευρολογικών παθήσεων μέσω της καταγραφής της απόκρισης της εγκεφαλικής δραστηριότητας σε συγκεκριμένους, οξείς θορύβους.