Μεγάλη πρόοδο στη μάχη κατά του χρόνιου πόνου που προκαλεί το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (IBS) στο 11% του παγκόσμιου πληθυσμού που πλήττεται από την πάθηση κάνουν οι επιστήμονες, με τον εντοπισμό υποδοχέων του νευρικού συστήματος που την προκαλούν, δημιουργώντας έτσι ελπίδες για τη ανάπτυξη αποτελεσματικών θεραπευτικών επιλογών.

Σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο JCI Insight, οι ερευνητές από το Ινστιτούτο SAHMRI του Πανεπιστημίου Flinders της Αυστραλίας ανακάλυψαν ότι οι υποδοχείς που προκαλούν κνησμό στο δέρμα υπάρχουν και στο ανθρώπινο έντερο και ενεργοποιούν τους αντίστοιχους νευρώνες, γεγονός το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την αίσθηση του χρόνιου πόνου ή του επίπονου «εντερικού κνησμού» που παρουσιάζουν οι ασθενείς με IBS.

Όπως υποδεικνύεται στη μελέτη, στους πάσχοντες από IBS, αυτοί οι «υποδοχείς του κνησμού» είναι περισσότεροι από ό,τι στους υγιείς ανθρώπους, πράγμα που σημαίνει ότι ενεργοποιούνται περισσότεροι νευρώνες προκαλώντας μεγαλύτερο αίσθημα πόνου.

Ο καθηγητής Stuart Brierley από το αυστραλιανό πανεπιστήμιο τονίζει ότι οι εντερικοί υποδοχείς του κνησμού θα μπορούσαν να προσφέρουν ένα νέο δρόμο στη στόχευση της υποκείμενης αιτίας του εντερικού πόνου, πολύ περισσότερο, μάλιστα, από τη χρήση παραδοσιακών φαρμάκων (όπως τα οπιοειδή) που προς το παρόν δεν διορθώνουν το πρόβλημα.

«Βρήκαμε ότι οι υποδοχείς που δημιουργούν μια αίσθηση κνησμού στο δέρμα κάνουν το ίδιο και στο έντερο, οπότε οι ασθενείς ουσιαστικά υποφέρουν από ‘εντερικό κνησμό’. Μεταφράσαμε αυτά τα αποτελέσματα μέσω τεστ σε ανθρώπινο ιστό και ευελπιστούμε να δημιουργήσουμε μια θεραπευτική μέθοδο όπου οι άνθρωποι θα μπορούν να λάβουν θεραπεία από του στόματος για το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου», αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής.

Ο ίδιος εξηγεί ότι ο πόνος που βιώνουν οι πάσχοντες από IBS λαμβάνει χώρα όταν οι υποδοχείς του κνησμού συνδυάζονται με τον γνωστό και ως «υποδοχέα του γουασάμπι» (wasabi) του συστατικού που βρίσκεται κατά κόρον στα πιάτα της ιαπωνικής κουζίνας.

«Η κατανάλωση γουασάμπι ενεργοποιεί έναν υποδοχέα στα νεύρα και στέλνει ένα σήμα πόνου. Ακριβώς αυτό συμβαίνει μέσα στο έντερο όταν κάποιος έχει ένα αίσθημα κνησμού. Έχοντας δείξει ότι αυτοί οι μηχανισμοί συμβάλλουν στον χρόνιο εντερικό πόνο, μπορούμε τώρα να δουλέψουμε για να εμποδίσουμε αυτούς τους υποδοχείς και έτσι να αποτρέψουμε το σήμα του εντερικού κνησμού να ταξιδέψει από το έντερο στον εγκέφαλο. Πρόκειται για μια πολύ καλύτερη λύση από τις τρέχουσες θεραπείες», καταλήγει ο ειδικός.