Στα άτομα με διαβήτη, ο δείκτης λιπώδους μάζας και όχι ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακών επεισοδίων, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Canadian Medical Association Journal (CMAJ).
Η καρδιακή νόσος είναι μείζον παράγοντας θνησιμότητας παγκοσμίως, ενώ η παχυσαρκία είναι μείζον παράγοντας κινδύνου. Ο ΔΜΣ, που συνηθίζεται να υπολογίζεται η παχυσαρκία, έχει αποδειχθεί προσφάτως ότι δεν είναι ένας ολοκληρωμένος τρόπος αξιολόγησης της εικόνας του σώματος, καθώς δεν διακρίνει μεταξύ άπαχης μυϊκής μάζας και λιπώδους μάζας.
Κι όταν πρόκειται για μελέτες που εστιάζουν σε προβλήματα υγείας σχετικά με την παχυσαρκία, τα εύστοχα «εργαλεία» αξιολόγησης της παχυσαρκίας έχουν τεράστια σημασία.
Επιστημονική ομάδα του Τμήματος Καρδιαγγειακής και Επείγουσας Ιατρικής στο Δεύτερο Νοσοκομείο Xiangya του Βορειο-Κεντρικού Πανεπιστημίου της Κίνας ανέλυσε στοιχεία για 10.251 ενήλικες που είχαν λάβει μέρος στη μελέτη ACCORD. Πρόκειται για μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη που γίνεται στις ΗΠΑ και εστιάζει στη σχέση διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου.
Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν σχεδόν τα 63 έτη και το 62% ήταν άνδρες.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 και περισσότερη λιπώδη μάζα είχαν αυξημένο κίνδυνο μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων, συγκριτικά με εκείνους που είχαν χαμηλότερη λιπώδη μάζα.
Αντίθετα με προηγούμενες σχετικές μελέτες, ο προστατευτικός ρόλος της άπαχης σωματικής μάζας δεν επιβεβαιώθηκε στον πληθυσμό της παρούσας μελέτης με διαβήτη τύπου 2, γενικά.
«Διαπιστώσαμε ότι το προστατευτικό όφελος της άπαχης σωματικής μάζας αφορούσε συμμετέχοντες με άπαχο ΔΜΣ μικρότερο από 16,7kg/m2», εξηγεί ο συγγραφέας της μελέτης Δρ. Xinqun Hu και προσθέτει ότι «ο αυξημένος κίνδυνος καρδιαγγειακού επεισοδίου στα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 με χαμηλότερο ΔΜΣ μπορεί να αποδοθεί στις ανεπιθύμητες επιπτώσεις της μικρότερης άπαχης σωματικής μάζας που υπερέχει της θετικής επίδρασης της μικρότερης λιπώδους μάζας».