O θάνατος της μόλις 39χρονης πρώην παίκτριας του Masterchef, Ντέμης Γεωργίου από σηπτικό σοκ, εκτός από σοκ και θλίψη, γέμισε και διαφορετικά ερωτήματα σχετικά με τις ακριβείς αιτίες που οδήγησαν στον τραγικό χαμό της, αλλά και του πολύτιμου χρόνου που ενδεχομένως χάθηκε μέχρι να προσδιοριστεί ο λόγος πίσω από τα συμπτώματα που παρουσίαζε.
Από τις πληροφορίες που προέκυψαν από το κοντινό της περιβάλλον, η 39χρονη φαίνεται πως εμφάνιζε συμπτώματα λοίμωξης, τα οποία όμως πιθανόν υποτιμήθηκαν. «Παραπονιόταν την τελευταία εβδομάδα για κόπωση, ότι δεν ένιωθε τα άκρα της και ότι έπαιρνε μια απλή φαρμακευτική αγωγή, δηλαδή παυσίπονα και αντιφλεγμονώδη κτλ., έβαζε και κάποιες αλοιφές. Φοβόταν και λίγο να κάνει εξετάσεις, παρόλα αυτά με πίεση δική μας είχε κανονίσει σήμερα να κάνει τις εξετάσεις, που βέβαια δεν πρόλαβε…», ανέφερε στενή της φίλη. Σε άλλο σημείο, η ίδια φίλη της ανέφερε ότι το βράδυ του Σαββάτου ενημέρωσε τα στενά της άτομα ότι δεν αισθάνεται καλά και «εκεί καταλάβαμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και κλείσαμε νωρίτερα το μαγαζί».
Η 39χρονη, αφού μετέβη στο κέντρο υγείας Πάρου χωρίς να έχει καλό επίπεδο συνείδησης, μεταφέρθηκε εσπευσμένα με ελικόπτερο στην Αθήνα, ενώ παρέμεινε διασωληνωμένη στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας. Η κατάστασή της είχε κριθεί εξ αρχής εξαιρετικά κρίσιμη. Οι πληροφορίες από το νοσοκομείο έκαναν λόγο για σηπτική καταπληξία ως αιτία θανάτου, ενώ η άτυχη κοπέλα φέρεται να είχε βακτηριακή λοίμωξη σε έδαφος αδύναμου ανοσοποιητικού συστήματος λόγω πιθανού υποκείμενου νοσήματος.
Το σηπτικό σοκ από βαριά λοίμωξη είναι μια σοβαρή επιπλοκή, που οφείλεται στη γενικευμένη φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού σε μια λοίμωξη από βακτήριο, ιό, μύκητα ή παράσιτο, όπως η περίπτωση της γνωστής σεφ. Η σήψη, συγκεκριμένα, δηλαδή η απορρυθμισμένη ανοσολογική απόκριση που προκαλείται από μια λοίμωξη, είναι μια από τις κύριες αιτίες θανάτου, παγκοσμίως. Για να μην αποβεί μοιραία, δε θα πρέπει να χαθεί πολύτιμος χρόνος, καθώς, αν και μπορεί να δοθεί θεραπεία ειδικά σχεδιασμένη για τον ασθενή με τη χρήση δοκιμών αντιμικροβιακής ευαισθησίας, αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει συνήθως δύο έως τρεις ημέρες λόγω της ανάγκης για δείγμα καλλιέργειας αίματος, η οποία απαιτεί από τους γιατρούς να χρησιμοποιούν εν τω μεταξύ ένα ευρύ φάσμα αντιβιοτικών. Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αυτή η τραγική κατάληξη και να είχε κερδηθεί λίγο περισσότερος χρόνος προς όφελους της ασθενούς.
Το τεστ που μηδενίζει το χρόνο αναμονής
Στη μείωση αυτού του χρόνου αναμονής και με στόχο να σωθούν περισσότερες ζωές από αυτή την αντίδραση του οργανισμού, ερευνητές δημιούργησαν μια νέα μέθοδο για τον εντοπισμό των παθογόνων παραγόντων που εμπλέκονται σε περιπτώσεις σήψης, η οποία θα μπορούσε να βοηθήσει στην επιλογή της βέλτιστης θεραπευτικής αγωγής. Το τεστ έχει τη δυνατότητα να μειώσει τους χρόνους διεκπεραίωσης που συνήθως συνδέονται με την ανάπτυξη θεραπειών για τις λοιμώξεις και να βελτιώσει τα αποτελέσματα των ασθενών.
Η εξαιρετικά ταχεία μέθοδος δοκιμής αντιμικροβιακής ευαισθησίας, που αναπτύχθηκε από την ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον Δρα Sunghoon Kwon από το Ινστιτούτο Bio-MAX του Εθνικού Πανεπιστημίου της Σεούλ, χρησιμοποιεί δείγμα αίματος και μειώνει την ανάγκη για καλλιέργεια. Ειδικότερα, ένα συνθετικό πεπτίδιο χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό ενός ευρέος φάσματος παθογόνων μικροοργανισμών απευθείας από το αίμα, τα οποία στη συνέχεια ταυτοποιούνται και ελέγχονται για την ευαισθησία τους σε φάρμακα.
Οι συγγραφείς της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο Nature, αποδεικνύουν ότι η προσέγγιση αυτή έχει τη δυνατότητα να μειώσει τον χρόνο διεκπεραίωσης της εξέτασης κατά περισσότερο από 40-60 ώρες σε σύγκριση με τις υπάρχουσες μεθόδους. Το διαγνωστικό τους εργαλείο δοκιμάστηκε σε κλινικό περιβάλλον, σε 190 νοσηλευόμενους ασθενείς με υποψία λοιμώξεων. Η προσέγγισή τους πέτυχε ποσοστό ταύτισης 100% στην ταυτοποίηση των ειδών. Σε μια αναδρομική ανάλυση έξι θετικών περιπτώσεων, ο μέσος χρόνος διεκπεραίωσης της εξέτασης ήταν περίπου 13 ώρες από την αρχική επεξεργασία του αίματος.
Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι απαιτείται περαιτέρω κλινική επιβεβαίωση σε μια διαφορετική ομάδα για την επαλήθευση των ευρημάτων τους. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι το συγκεκριμένο τεστ έχει τη δυνατότητα να μειώσει τόσο τον χρόνο που απαιτείται για την αντιμετώπιση της σήψης όσο και την ποσότητα των ασύμβατων αντιβιοτικών που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της θεραπείας ευρέος φάσματος.
Είναι πιο καθαρό το μπουκάλι του νερού από το καπάκι της τουαλέτας; Η απάντηση θα σας εκπλήξει
Η επικίνδυνη νόσος που απειλεί όσους αμελούν να βουρτσίζουν τα δόντια τους