Το κλάμα είναι ανακουφιστικό ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στη ρύθμιση του καρδιακού ρυθμού όπως αποκαλύπτουν Αυστραλοί ερευνητές.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ υπό την εποπτεία της ψυχολόγου Leah Sharman εξέτασαν τις αντιδράσεις 200 συμμετεχόντων που παρακολούθησαν ένα θλιβερό ή ουδέτερο βίντεο πριν βυθίσουν το χέρι τους σε μια λεκάνη με παγωμένο νερό.
Όσοι έκλαιγαν ενώ παρακολουθούσαν το βίντεο κατάφεραν να διατηρήσουν σταθερή την αναπνοή τους κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, την ώρα που η αναπνοή όσων δεν δάκρυσαν βλέποντας το βίντεο γινόταν όλο και πιο κοπιώδης.
Επιπλέον στους «κλαψιάρηδες» επιβραδύνθηκε και άλλο ο καρδιακός τους ρυθμός προτού ξεσπάσουν σε λυγμούς, ενώ σταδιακά επανήλθε σε φυσιολογικούς ρυθμούς καθώς ανασυγκροτήθηκαν.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το κλάμα μπορεί να βοηθά τους ανθρώπους να αυτο-παρηγορηθούν, ενώ παράλληλα ρυθμίζει τους καρδιακούς παλμούς.
Το κλάμα φάνηκε να διευκολύνει τους συμμετέχοντες να ανταπεξέλξουν και να ανακάμψουν από την δοκιμασία γράφουν οι ερευνητές στο Emotion, ενώ ερμηνεύουν το φαινόμενο βάσει των ψυχολογικών αλλαγών που παρατηρούνται όταν κλαίμε.
«Με το κλάμα αποβάλλονται οι τοξίνες και επέρχεται κάποιου είδους βιολογική αλλαγή που μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε στρεσογόνες και επώδυνες καταστάσεις» λέει η Δρ. Sharman εξηγώντας τους λόγους που τους ώθησαν να διεξάγουν την έρευνα.
Οι ερευνητές ανέλυσαν 197 γυναίκες που παρακολούθησαν τυχαία μια στενάχωρη ή συναισθηματικά ουδέτερη ταινία διάρκειας 17 λεπτών.
Από τις 132 γυναίκες που παρακολούθησαν στο θλιβερό βίντεο οι 71 έκλαψαν ενώ οι υπόλοιπες συγκρατήθηκαν.
Όλοι οι συμμετέχουσες εκτέθηκαν σε σωματικό στρες βυθίζοντας το χέρι τους σε παγωμένο νερό για όσο διάστημα μπορούσαν να αντέξουν.
Ο καρδιακός και αναπνευστικός τους ρυθμός καταγράφηκε σε όλο το πείραμα. Ελήφθησαν δείγματα σάλιου τέσσερις φορές για να μετρηθούν τα επίπεδα της κορτιζόλης γνωστής ως ορμόνης του στρες.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι «κλαψιάρηδες» διατήρησαν σταθερό ρυθμό αναπνοής σε όλη τη διάρκεια του πειράματος συγκριτικά με όσους δεν έκλαψαν ή παρέμειναν ουδέτεροι.
Επίσης σε όσους έκλαψαν παρατηρήθηκε επιβράδυνση των καρδιακών τους παλμών λίγο πριν ξεσπάσουν σε κλάματα, ενώ μόλις συνήλθαν επανήλθε στο φυσιολογικό και ο καρδιακός τους ρυθμός.
Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στα επίπεδα της κορτιζόλης ή στην
«Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το κλάμα μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της βιολογικής ομοιόστασης», γράφουν οι ερευνητές. Ομοιόσταση αποκαλείται η ικανότητα των οργανισμών να διατηρούν το εσωτερικό τους περιβάλλον σταθερό συμπεριλαμβανομένης της αρτηριακής πίεσης και των καρδιακών παλμών.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ωστόσο ότι σε πραγματικές συνθήκες το κλάμα π.χ. εξαιτίας ενός χωρισμού, παρουσία ενός αγαπημένου προσώπου ή από κάποιον που το θεωρεί μειωτικό, μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικές σωματικές αντιδράσεις
«Εάν πιστεύετε ότι το κλάμα θα σας κάνει να νιώσετε χειρότερα, τότε οι φυσιολογικές αλλαγές που αυτό προκαλεί μάλλον δεν πρόκειται να σας κάνουν να νιώσετε καλύτερα» εξηγεί η Δρ. Sharman.