Ίσως μια μέρα στο άμεσο μέλλον να υπάρξει μια ειδική εξέταση αίματος που θα προβλέπει αν μια ασθενής που έχει διαγνωσθεί με καρκίνο διατρέχει κίνδυνο επανεμφάνισης της ασθένειας τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με μελέτη που διεξήγαγε η επιστημονική κοινότητα City of Hope και δημοσιεύθηκε στο Nature Immunology
«Πρόκειται για την πρώτη επιτυχή συσχέτιση ενός όγκου με βιοδείκτες αίματος, για μια ένδειξη ότι ο καρκίνος έχει πράγματι υποχωρήσει. Όταν οι ασθενείς αρχικά διαγιγνώσκονται με καρκίνο, είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε εκείνους που βρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο για υποτροπή, ώστε να τους παρακολουθούμε και να τους παράσχουμε πιο επιθετικές θεραπείες. Τα στάδια και τα νέα τεστ που βασίζονται στη γενομική ανάλυση του όγκου είναι αυτή τη στιγμή διαθέσιμα για τη διαβάθμιση του κινδύνου, ωστόσο μια εξέταση αίματος που θα μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη θα είναι ακόμα πιο ελκυστική. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε τώρα να κάνουμε», σημειώνει ο Peter P. Lee, επικεφαλής του Τμήματος Ανοσο-Ογκολογίας στο City of Hope και ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Nature Immunology.
Η αποτελεσματικότητα της ανοσολογικής απόκρισης ενός ατόμου στον καρκίνο καθορίζεται από την ισορροπία ανάμεσα στα προ-φλεγμονώδη και αντι-φλεγμονώδη μονοπάτια σηματοδότησης των κυτοκινών. Ο Δρ. Lee και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν 40 γυναίκες που έπασχαν από καρκίνο του μαστού, οι οποίες παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο για τέσσερα χρόνια. Τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν σε μια ξεχωριστή κοόρτη 38 άλλων ασθενών, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ορόσημο, το οποίο θα μπορεί να προβλέψει αν ο καρκίνος του μαστού είναι πιθανό να επανεμφανιστεί μέσα σε μερικά χρόνια.
Η ισορροπία των αποκρίσεων της σηματοδότησης κυτοκινών στα ανοσοκύτταρα του περιφερικού αίματος, τη μηχανή πίσω από ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα, είναι ενδεικτική της γενικότερης κατάστασης του ανοσοποιητικού συστήματος ενός ατόμου.
«Επομένως τα ευρήματα αυτά μπορεί να επεκταθούν και πέρα από τον καρκίνο και να στοχεύσουν και άλλες ασθένειες που πρέπει να αντιμετωπίσει το ανοσοποιητικό σύστημα. Η γενική αυτή προσέγγιση μπορεί ενδεχομένως να αποδειχθεί χρήσιμη και για την πρόβλεψη των αποτελεσμάτων των ασθενών με αυτοάνοσες και μολυσματικές ασθένειες», σημειώνουν οι συγγραφείς.
Τα ανοσοκύτταρα του περιφερικού αίματος ενός ασθενή τείνουν να μειώνουν την απόκριση της σηματοδότησης της προ-φλεγμονώδους κυτοκίνης και να αυξάνουν την απόκριση της σηματοδότησης της ανοσοκαταστολής, πράγμα που σημαίνει ότι δημιουργείται ένα συστημικό ανοσολογικό περιβάλλον που καταλήγει στην εξάπλωση του καρκίνου.
Ο Δρ. Lee και οι συνεργάτες του ανέλυσαν την απόκριση της σηματοδότησης σε πολλές προ-φλεγμονώδεις και αντιφλεγμονώδεις κυτοκίνες σε διάφορους τύπους ανοσοκυττάρων που βρίσκονταν στο περιφερικό αίμα γυναικών με καρκίνο, οι οποίες είχαν μόλις διαγνωσθεί με την ασθένεια. Βρήκαν, λοιπόν, ότι υπήρχαν αλλαγές στη σηματοδότηση τεσσάρων διαφορετικών κυτοκινών (δύο προ-φλεγμονώδεις και δύο αντι-φλεγμονώδεις) στα ρυθμιστικά Τ κύτταρα κάποιων ασθενών. Αυτά τα μοτίβα σηματοδότησης κυτοκινών στο περιφερικό αίμα, στη διαδικασία της διάγνωσης αντανακλά μια κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος και προβλέπει μελλοντική υποτροπή σε τρία έως πέντε χρόνια,
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν τα δεδομένα τους προκειμένου να δημιουργήσουν έναν οδηγό σηματοδότησης των κυτοκινών, ένα ορόσημο, η ιδέα του οποίου βασίζεται στη θεωρία ότι η ασθενής θα μπορούσε να εξετάζεται μέσω ενός αιματολογικού τεστ, τα δεδομένα του οποίου στη συνέχεια θα αναλύει ένας αλγόριθμος που θα καταλήγει σε έναν αριθμό. Ο αριθμός αυτός θα ενημερώνει τους γιατρούς για τον κίνδυνο που διατρέχει η ασθενής για επανεμφάνιση του καρκίνου μέσα στην επόμενη πενταετία.
«Αν οι γιατροί γνωρίζουν την πιθανότητα επανεμφάνισης του καρκίνου, θα μπορούν να ξέρουν πόσο επιθετική θα πρέπει να είναι και η αντικαρκινική θεραπεία», καταλήγει ο Δρ. Lee.