Τα Κέντρα Υποστήριξης Ακοής και οι βοηθητικές συσκευές όπως τα ακουστικά βαρηκοΐας θα διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στη μάχη κατά της άνοιας, σύμφωνα με την πρώτη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη που δημοσιεύεται στο Lancet και παρουσιάστηκε στο Διεθνές Συνέδριο της Ένωσης για τη Νόσο Αλτσχάιμερ στο Άμστερνταμ.
Σύμφωνα με τις τρεις κυρίαρχες υποθέσεις για τη συμβολή της έκπτωσης της ακοής στην εξασθένηση των γνωστικών ικανοτήτων και την εμφάνιση άνοιας, η απώλεια ακοής:
Προστασία για τις ομάδες υψηλού κινδύνου
Αν και παλαιότερες μελέτες παρατήρησης είχαν συμπεράνει ότι η αντιμετώπιση της απώλειας ακοής είχε προστατευτικά αποτελέσματα έναντι της γνωστικής έκπτωσης και άνοιας, τα ευρήματα ήταν «θολά» λόγω της μη συνεκτίμησης του οικονομικού παράγοντα και του ενδεχόμενου τα άτομα με δυνατότητα να αντιμετωπίσουν την απώλεια ακοής να είναι γενικά πιο υγιή και με μικρότερο κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης.
Για την ανάδειξη ισχυρότερων στοιχείων, οι ερευνητές της πρόσφατης μελέτης ACHIEVE συμπεριέλαβαν στο πληθυσμιακό δείγμα 977 ενήλικες 70-84 ετών με μειωμένη ακοή χωρίς λήψη κάποιου βοηθητικού μέτρου και αμελητέα γνωστική έκπτωση, από τέσσερις κοινότητες των ΗΠΑ. Οι συμμετέχοντες που προέρχονταν από δύο δεξαμενές, μια μακροχρόνια μελέτη παρατήρησης της καρδιαγγειακής υγείας [Atherosclerosis Risk in Communities (ARIC)] και ένα σύνολο καινούργιων εθελοντών με συγκριτικά καλύτερη υγεία. Κατά μέσο όρο, οι συμμετέχοντες από τη μελέτη ARIC ήταν μεγαλύτεροι σε ηλικία, γυναίκες, με περισσότερους παράγοντες κινδύνους για γνωστική έκπτωση όπως χαμηλότερη εκπαίδευση και εισόδημα, υψηλότερα ποσοστά διαβήτη και υψηλής αρτηριακής πίεσης, ζούσαν μόνοι κ.λπ..
Οι συμμετέχοντες διακρίθηκαν τυχαία σε μια ομάδα υποστήριξης της ακοής (συμβουλευτική και ακουστικά βαρηκοΐας) και μια ομάδα ελέγχου με γενική συμβουλευτική για την υγιή γήρανση (ατομικές συνεδρίες με επαγγελματία υγείας για την πρόληψη χρόνιων ασθενειών και ανικανοτήτων).
Η παρακολούθηση διήρκησε τρία χρόνια. Στην αρχή του πειράματος και κάθε χρόνο, οι συμμετέχοντες υποβάλλονταν σε διάφορα γνωστικά τεστ (γλώσσας, μνήμης, εκμάθησης κ.α.). Κατά την έναρξη της μελέτης, οι συμμετέχοντες της ομάδα ARIC σημείωσαν χαμηλότερες βαθμολογίες.
Αν και τα πρώτα αποτελέσματα δεν έδειξαν κάποια διαφορά, η ανάλυση ευαισθησίας έδειξε ότι οι παρεμβάσεις για τη βελτίωση της ακοής στη διάρκεια των τριών ετών συνδέθηκαν με 48% χαμηλότερη γνωστική εξασθένηση στην ομάδα ARIC με τους προδιαθεσιακούς παράγοντες για άνοια συγκριτικά με την ομάδα καλύτερης υγείας. Επιπλέον, στην ομάδα ελέγχου οι παρεμβάσεις για την ακοή δεν πέτυχαν αξιοσημείωτα αποτελέσματα.
Παρά τους όποιους περιορισμούς (π.χ. 2 από τα 10 νευρογνωστικά τεστ περιλάμβαναν μόνο ακουστικά ερεθίσματα, οπότε τα άτομα από την ομάδα ελέγχου θα μπορούσαν να έχουν δικαιολογημένα χειρότερες επιδόσεις), τα συμπεράσματά τους παρέχουν «αδιάσειστα στοιχεία ότι η θεραπεία της απώλειας ακοής είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την προστασία της γνωστικής λειτουργίας στη μετέπειτα ζωή και ενδεχομένως, μακροπρόθεσμα, την καθυστέρηση εκδήλωσης άνοιας» σύμφωνα με τον Frank Lin από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και τη Σχολή Δημόσιας Υγείας Bloomberg.
Διαβάστε επίσης:
Νόσος Αλτσχάιμερ: Η χοληστερόλη που προστατεύει το μυαλό και μειώνει τον κίνδυνο νόσου
Περισσότερα χρόνια χωρίς Αλτσχάιμερ για τους ηλικιωμένους που κάνουν υγιεινό τρόπο ζωής
Ασφάλιση – Νόσος Αλτσχάιμερ: Τι προβλέπεται για ασθενείς και φροντιστές