Μια ορμόνη που εκκρίνεται στον οργανισμό των ανδρών κατά την εφηβεία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την έγκαιρη πρόβλεψη ορισμένων ασθενειών στη μετέπειτα ζωή τους.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Endocrinology, οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ, ανακάλυψαν ότι η «ινσουλινοειδής ορµόνη- 3» (insulin-like hormone 3) , που ονομάζεται INSL3, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν βιοδείκτη ζωτικής σημασίας για την πρόγνωση νοσημάτων που σχετίζονται με την ηλικία.
Η ορμόνη INSL3 παράγεται στους όρχεις από τα ίδια κύτταρα που παράγουν την τεστοστερόνη. Σε αντίθεση όμως με την τεστοστερόνη, η οποία παρουσιάζει διακυμάνσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός άνδρα, τα επίπεδα της συγκεκριμένης ορμόνης παραμένουν σταθερά εν γένει, με το επίπεδο στην εφηβεία να παραμένει σε μεγάλο βαθμό το ίδιο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός άνδρα και να μειώνεται μόνο ελαφρώς κατά την τρίτη ηλικία.
Σε αυτή την ιδιότητά της βασίζονται οι επιστήμονες όσον αφορά την αξιοπιστία της στην πρόληψη των νοσημάτων.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δείγματα αίματος από 3.000 άνδρες από 8 περιφερειακά κέντρα στη βόρεια, νότια, ανατολική και δυτική Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο, με δύο δείγματα που ελήφθησαν με διαφορά τεσσάρων ετών.
Όπως ανέδειξαν και τα αποτελέσματα, τα επίπεδα της INSL3 παραμένουν σταθερά, σε αντίθεση με την τεστοστερόνη, ενώ παράλληλα συνδέονται με μια σειρά ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία, όπως η οστική εξασθένιση, η σεξουαλική δυσλειτουργία, ο σακχαρώδης διαβήτης και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
Η διαπίστωση της σταθερής φύσης αυτής της ορμόνης όμως θεωρείται σημαντική, καθώς αυτό σημαίνει ότι ένας άνδρας που έχει υψηλές τιμές της INSL3 σε νεαρή ηλικία θα εξακολουθήσει να παρουσιάζει τις ίδιες τιμές σε μεγαλύτερη ηλικία. Όταν όμως κάποιος ήδη παρουσιάζει χαμηλές τιμές από την εφηβεία, αυξάνονται οι πιθανότητες εμφάνισης των πιο χαρακτηριστικών ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία.
Η μελέτη απέδειξε επίσης ότι ο φυσιολογικός ανδρικός πληθυσμός, ακόμη και όταν είναι νέος και σχετικά υγιής, εξακολουθεί να παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση μεταξύ των ατόμων στη συγκέντρωση του INSL3 στο αίμα -σχεδόν 10 φορές.
Συνεπώς, δίνεται μια εξαιρετική ώθηση στην πρόβλεψη ασθενειών που σχετίζονται με την ηλικία, αλλά και τρόπων έγκαιρης παρέμβασης.
«Η κατανόηση των λόγων για τους οποίους ορισμένοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν αναπηρίες και ασθένειες καθώς γερνούν είναι ζωτικής σημασίας, ώστε να μπορούν να βρεθούν παρεμβάσεις που θα εξασφαλίζουν στους ανθρώπους όχι μόνο μακροζωία αλλά και υγιή ζωή καθώς γερνούν. Η ανακάλυψη της ορμόνης είναι ένα σημαντικό βήμα για την κατανόηση αυτού του γεγονότος και θα ανοίξει το δρόμο όχι μόνο για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους ατομικά, αλλά και συλλογικά» εξηγεί ο καθηγητής Ravinder Anand-Ivell, ένας εκ τους επικεφαλής της έρευνας.
Ο καθηγητής Richard Ivell, έτερος επικεφαλής της μελέτης, προσθέτει: «Τώρα που γνωρίζουμε τον σημαντικό ρόλο που παίζει αυτή η ορμόνη στην πρόβλεψη της νόσου και πώς ποικίλλει μεταξύ των ανδρών, στρέφουμε την προσοχή μας στο να βρούμε ποιοι παράγοντες επηρεάζουν περισσότερο το επίπεδο της INSL3 στο αίμα. Οι προκαταρκτικές εργασίες υποδηλώνουν ότι η διατροφή στην πρώιμη ζωή μπορεί να παίζει ρόλο, αλλά πολλοί άλλοι παράγοντες, όπως η γενετική ή η έκθεση σε ορισμένους περιβαλλοντικούς ενδοκρινικούς διαταράκτες, μπορεί να παίζουν ρόλο».
Διαβάστε επίσης:
Καρκίνος: Νέο απλό διαγνωστικό τεστ – Εντοπίζει εγκαίρως και τις μεταστάσεις
Κύηση: Νέος τρόπος έγκαιρης πρόβλεψης επικίνδυνης επιπλοκής